Ο ιδρυτής της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως και πολιούχος άγιος των Πατρών - Το τέλος του Αγίου Αποστόλου Ανδρέα του Πρωτοκλήτου
… Στην ανάκριση ο ειδωλολάτρης ανθύπατος Αιγεάτης στην Πάτρα επέμενε στην άποψή του ότι ο Κύριος σταυρώθηκε με ατιμωτικό θάνατο ως κακούργος, αλλά ο Ανδρέας του απάντησε ότι «μέγα ἐστί τό μυστήριον τοῦ σταυροῦ», για το οποίο του πρότεινε να του μιλήσει. Όμως ο λόγος του Αποστόλου για «τήν δόξα τοῦ σταυροῦ» δεν βρήκε απήχηση στη μωρία και τον ειδωλολατρικό φανατισμό του ανθυπάτου, ο οποίος και τον πρόσταξε να θυσιάσει στους ειδωλολατρικούς θεούς, διότι διαφορετικά θα σταυρωθεί, όπως σταυρώθηκε και ο διδάσκαλός του.
Όταν έφτασε όμως η τέταρτη ημέρα τη φυλακίσεώς του Αποστόλου Ανδρέα, το συγκεντρωμένο πλήθος εξαγριώθηκε και όρμησε προς τον Αιγεάτη, λέγοντάς του ότι η απόφασή του για τη σταυρική καταδίκη του Αποστόλου Ανδρέου ήταν άδικη, αφού η παρουσία του στην Πάτρα υπήρξε ευεργετική και εποικοδομητική. Γι’ αυτό και πρέπει αμέσως να λυθεί από τον σταυρό, ώστε να επέλθει η ειρήνη στην πόλη. Τότε ο Αιγεάτης τρομοκρατημένος μετέβη στον τόπο του μαρτυρίου και υποσχέθηκε ότι θα απέλυε τον Ανδρέα. Η χαρμόσυνη αυτή είδηση έφτασε στη σύζυγό του Μαξιμίλλα και τον Στρατοκλή, αλλά και στον ίδιο τον Απόστολο, ο οποίος διαμαρτυρήθηκε γι’ αυτές τις αντιδράσεις των χριστιανών που δείχνουν ότι είναι προσκολλημένοι ακόμη στα φθαρτά και τα γήινα, ενώ ζήτησε από τους παρόντες να τον αφήσουν να πεθάνει πάνω στον σταυρό. Μάλιστα μόλις ήρθε ο ανθύπατος, του ζήτησε να μην τον απελευθερώσει, αφού χαρακτηριστικά είπε: «Ἤδη γάρ τόν Βασιλέα μου ὁρῶ καί προσκυνῶ˙ καί λοιπόν ἐνώπιον αὐτοῦ παρίσταμαι…». Παράλληλα βλέποντας το πλήθος να αποζητά επίμονα την απελευθέρωσή του, είπε: «Μήν ἐπιτρέψης, Δέσποτα, ἐμέ τόν ἐπί ξύλου ἀναρτηθέντα πάλιν λυθῆναι». Κατόπιν απευθύνθηκε στον Κύριο, προαισθανόμενος το επίγειο τέλος του, και αφού είπε προσευχόμενος τις τελευταίες του σκέψεις, παρέδωσε το πνεύμα του.
Μετά την εκδημία του ογδοντάχρονου Αποστόλου Ανδρέου, η οποία έλαβε χώρα την 30ην Νοεμβρίου του 66 μ.Χ. επί των ημερών του Ρωμαίου αυτοκράτορος Νέρωνος, η Μαξιμίλλα μαζί με τον επίσκοπο Στρατοκλή έλυσαν το σώμα του μακαρίου Πρωτοκλήτου και το ενταφίασαν με πολλή ευλάβεια και με τις πρέπουσες εκκλησιαστικές τιμές στον τάφο πλησίον του αιγιαλού, ο οποίος επιδεικνύεται μέχρι σήμερα στον περιώνυμο παλαιό Ιερό Ναό του Αγίου στην Πάτρα. Μετά τον ενταφιασμό του ιερού λειψάνου η Μαξιμίλλα έμεινε κλεισμένη σε σπίτι πλησίον του τάφου του Αγίου και δεν ήθελε καμία επικοινωνία με τον σύζυγό της. Το γεγονός αυτό προκάλεσε τέτοια απόγνωση και ψυχική ανισορροπία στον Αιγεάτη, ώστε κάποια νύχτα ξέφυγε από την προσοχή όλων στο πραιτώριο, όπου διέμενε, και αφού έπεσε από μεγάλο ύψος «ἐν μέσῃ ἀγορᾷ τῆς πόλεως κυλιόμενος ἐξέπνευσε». Το σώμα του ενταφιάσθηκε από τον αδελφό του, τον Στρατοκλή, ο οποίος δεν θέλησε να λάβει τίποτα από την περιουσία του ειδωλολάτρη αδελφού του, που φόνευσε τον Απόστολο του Κυρίου.
Το ιερό λείψανο του Αποστόλου Ανδρέου αποτέλεσε για πάρα πολλά χρόνια το ιερό θησαύρισμα για την πόλη της Πάτρας, αλλά και για ολόκληρη την αχαϊκή γη. Στην Πάτρα παρέμεινε μέχρι το 357 μ.Χ., όταν με διαταγή του αυτοκράτορα Κωνσταντίου Β΄ (337-361), υιού του Μεγάλου Κωνσταντίνου, μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη από τον δούκα Αρτέμιο, τον μετέπειτα ένδοξο μεγαλομάρτυρα του Χριστού, ο οποίος μαρτύρησε επί Ιουλιανού του Παραβάτη το 363μ.Χ. Το λείψανο τοποθετήθηκε στις 30 Μαρτίου του 357 εντός της Αγίας Τραπέζης του Ναού των Αγίων Αποστόλων. Σύμφωνα με έγκυρες πηγές δεν διεκομίσθηκε ολόκληρο στην Κωνσταντινούπολη, δεδομένου ότι παραδόσεις ομιλούν περί μετακομιδής λειψάνων του Πρωτοκλήτου στη Σκωτία, το Αμάλφι της Ιταλίας και τη Ρωσία. Μάλιστα στη Σκωτία ο Απόστολος Ανδρέας τιμάται ως προστάτης άγιος, αφού σύμφωνα με την τοπική παράδοση άγγελος Κυρίου εμφανίσθηκε στον μοναχό (ή επίσκοπο) Ρέγουλο και επιβιβασθείς σε πλοίο με τα ιερά λείψανα του αγίου προς άγνωστη κατεύθυνση, ναυάγησε στην πόλη Mucros της Σκωτίας, η οποία από το 518 μετονομάσθηκε σε Άγιος Ανδρέας. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ο χιαστός Σταυρός του Πρωτοκλήτου που έφερε η σημαία των Σκώτων διατηρήθηκε και στην επίσημη σημαία του Ηνωμένου Βασιλείου.
Η τιμία κάρα του Πρωτοκλήτου είχε αποσταλεί όμως στην Πάτρα από τον πατέρα του Κωνσταντίνου του Πορφυρογέννητου, τον Βασίλειο Α΄ τον Μακεδόνα (867 -886), και φυλασσόταν στην αχαϊκή πρωτεύουσα μέχρι λίγο μετά την Άλωση της Βασιλεύουσας (1453). Όμως το 1462 εξαιτίας του τουρκικού κινδύνου ο ηγεμόνας του Μυστρά Θωμάς Παλαιολόγος μετέφερε την τιμία κάρα του Πρωτοκλήτου στη Ρώμη και την παρέδωσε στον Πάπα Πίο Β΄. Η σεπτή κάρα τοποθετήθηκε στις 14 Απριλίου 1462 στην Αγία Τράπεζα του Ναού του Αποστόλου Πέτρου και παρέμεινε εκεί επί πέντε ολόκληρους αιώνες. Το 1963, δηλαδή μετά από 501 χρόνια, ξεκίνησε μία σειρά διαπραγματεύσεων από τις εκκλησιαστικές και δημοτικές αρχές της πόλεως των Πατρών αρχικά προς τον Πάπα Ιωάννη ΚΓ΄ και κατόπιν προς τον Πάπα Παύλο ΣΤ΄ με αίτημα παλλαϊκό και ιερώτατο να επανακομισθεί η χαριτόβρυτος τιμία κάρα του Αποστόλου Ανδρέου στην Πάτρα, την πόλη του ενδόξου μαρτυρίου του. Κατόπιν ενεργειών του αοιδίμου Μητροπολίτου Πατρών κυρού Κωνσταντίνου (+31 Δεκεμβρίου 1975) αναγγέλθηκε στις 22 Ιουνίου 1964 ότι η τιμία κάρα του Αγίου Ανδρέου θα παραδοθεί στην Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία. Έτσι στις 26 Σεπτεμβρίου 1964 αντιπροσωπεία του Βατικανού υπό τον Καρδινάλιο Μπέα παρέδωσε στον Μητροπολίτη Κωνσταντίνο την τιμία κάρα του πολιούχου και προστάτου αγίου των Πατρών. Η υποδοχή του πολύτιμου αυτού πνευματικού θησαυρού έλαβε χώρα στην Πλατεία Τριών Συμμάχων, παρουσία πλειάδος αρχιερέων και ιερέων, των αρχών της πόλεως, αλλά και πολυπληθών χριστιανών. Το ευφρόσυνο γεγονός της επανακομιδής της τιμίας κάρας εορτάζεται πανηγυρικά και με κάθε εκκλησιαστική λαμπρότητα στην Πάτρα την πλησιέστερη Κυριακή στην 26η Σεπτεμβρίου.
ΠΗΓΗ:https://www.pemptousia.gr/2025/11/apostolos-andreas-o-protoklitos, Αριστείδης Θεοδωρόπουλος, Εκπαιδευτικός, Γρηγόριος Τουρώνης, Το βιβλίον των θαυμάτων του Μακαρίου Αποστόλου Ανδρέου, ήγουν ο Βίος του Αγίου Αποστόλου Ανδρέου, Εκδόσεις Τήνος, Εν Αθήναις 2008.
ΕΚ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ
