Άγιος Ιωάννης ο Ελεήμων - Το όραμα «η θυγατέρα του Βασιλιά»


       Ένα όραμα που είδε σε νεαρή ηλικία ο άγιος της αγάπης, πατριάρχης Αλεξανδρείας Ιωάννης ο Ελεήμων (11 Νοεμβρίου 619) έπαιξε αποφασιστικό ρόλο σε ολόκληρη τη ζωή του.

 

«Κάποτε, διηγείται ο ίδιος, όταν ήμουν δεκαπεντάχρονο παιδί στην πατρίδα μου την Κύπρο, μια νύχτα είδα στον ύπνο μου μια πανέμορφη κόρη, καλοστολισμένη και αστραφτερή! Το κεφάλι της ήταν στεφανωμένο με φύλλα ελιάς. Η κόρη προχώρησε με αιθέριο βάδισμα, στάθηκε κοντά μου και με χτύπησε ελαφρά στο πλευρό. Ξύπνησα ταραγμένος και τι να δω! Βρισκόταν πραγματικά μπροστά μου… Τότε κατάλαβα καλά πως δεν ήταν γυναίκα. Χωρίς να χάσω καιρό, έκανα το σημείο του σταυρού και τη ρώτησα:

– Ποια είσαι συ και πώς ήρθες εδώ τέτοια ώρα; Εκείνη τότε χαμογέλασε. Το γαλήνιο πρόσωπό της φωτίσθηκε. Έριξε πάνω μου το ιλαρό της βλέμμα και μου απάντησε:

– Εγώ είμαι η πρώτη θυγατέρα του μεγάλου Βασιλιά!

Μόλις άκουσα τα υπερκόσμια αυτά λόγια της, αμέσως έπεσα κάτω και την προσκύνησα. Αυτή συνέχισε:

– Αν με δεχθείς και με θελήσεις αχώριστο σύντροφο της ζωής σου, εγώ θα σε παρουσιάσω μπροστά στον μεγάλο Βασιλιά και θα σε κάνω οικείο και φίλο του! Κανένας άλλος δεν έχει τόσο θάρρος και παρρησία, όση έχω εγώ κοντά του. Αρκεί να σκεφθείς ότι εγώ τον έπεισα να δείξει τόση αγάπη στους ανθρώπους. Εγώ έγινα αιτία να κατεβεί στη γη και να φορέσει σάρκα ανθρώπου, για να σώσει το ανθρώπινο γένος.

 

      Όταν τελείωσε τα λόγια της αυτά, χάθηκε από τα μάτια μου. Μόλις συνήλθα από την έκπληξη του οράματος, προσπαθούσα να εξηγήσω το θαυμαστό αυτό γεγονός. Τι άραγε να σήμαινε για μένα; Τότε κατάλαβα πως η κόρη με το στεφάνι από φύλλα ελιάς στο κεφάλι, ήταν η ελεημοσύνη. Γιατί, τι άλλο εκτός από τη θεία ευσπλαχνία και συμπάθεια έκαναν τον Κύριο του ουρανού να γίνει στη γη άνθρωπος;

 

       Το θείο αυτό όραμα με απασχόλησε όλη τη νύχτα. Το πρωί σηκώθηκα, ντύθηκα καλά, γιατί έκανε δυνατό κρύο, ήταν χειμώνας, και κατευθύνθηκα προς την εκκλησία για την πρωϊνή ακολουθία και Θεία Λειτουργία. Καθώς προχωρούσα, παρόλο που ήταν πολύ πρωί και με πολύ κρύο συνάντησα στο δρόμο έναν ζητιάνο. Έτρεμε από το κρύο. Έβγαλα αμέσως το ζεστό μανδύα που φορούσα, τον τύλιξα τον ζητιάνο και συνέχισα το δρόμο μου. Λίγο πριν φθάσω στην εκκλησία συνάντησα έναν άνδρα ωραιότατο, και όλως παραδόξως ντυμένο στα λευκά.

 

-  Φίλε, μου είπε, σου προσφέρω αυτό το δώρο. Και μου έδωσε ένα βαλάντιο γεμάτο νομίσματα χρυσά. Το πήρα με απορία. Και παρά την ανεξήγητη χαρά που ένοιωσα, σκέφτηκα ότι δεν έπρεπε να τα δεχτώ, αφού δεν τα είχα ανάγκη. Έτσι γύρισα για να επιστρέψω το βαλάντιο. Ο άγνωστος όμως δωρεοδότης είχε εξαφανιστεί. Και τότε φωτίστηκα και κατάλαβα.

      Όση ελεημοσύνη δίνεις στον πλησίον σου για την αγάπη του Θεού, αυτή επιστρέφεται εκατονταπλάσια, για να συνεχίζεις το έργο της αγάπης. Από τότε απεφάσισα, να είμαι αδιακρίτως ελεήμων. Και να αφοσιωθώ στην εξυπηρέτηση των φτωχών και δεινοπαθούντων μέχρι το τέλος της ζωής μου.

 

ΠΗΓΗ: Ο άγιος της αγάπης. Ιωάννης ο Ελεήμων. εκδ. Ζωή, Αθήνα 1964. Από το βιβλίο: Χαρίσματα και χαρισματούχοι. Ανθολογία χαρισματικών εκδηλώσεων. Τόμος δεύτερος. Εκδόσεις Ιεράς Μονής Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής, εκδ. 1989.




 

ΕΚ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ