Τό μεγαλεῖο τῆς διακονίας τοῦ Ἐπισκόπου
Ἀγαπητοί μου Πατέρες καί Ἀδελφοί,
Παιδιά μου ἐν Κυρίῳ ἀγαπημένα,
Οἱ δύο περικοπὲς ποὺ ἀκούστηκαν σήμερα, τόσο ἡ Ἀποστολικὴ ὅσο καὶ ἡ Εὐαγγελική, κρύβουν μέσα τους τὸ μεγαλεῖο τῆς προσωπικότητος ἐκείνων ποὺ πῆραν τὴν σκυτάλη ἀπὸ τὸν μεγάλο Διδάσκαλο Ἰησοῦ Χριστό καὶ ξεχύθηκαν στὰ πέρατα τῆς Οἰκουμένης γιὰ νὰ ἀναγγείλουν τὸ χαρμόσυνο μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου Του.
Ἡ Εὐαγγελικὴ περικοπὴ περιγράφει τὴν ὥρα ποὺ ὁ Ἰησοῦς καλεῖ τὸν Πέτρο καὶ τοὺς ἄλλους μαθητὲς νὰ Τὸν ἀκολουθήσουν. Γιὰ νὰ τοὺς πείσει, νά τοὺς παροτρύνει νά ξαναρίξουν τὰ δίχτυα τους, μετὰ ἀπὸ μιὰ νύχτα ψαρέματος χωρὶς κανένα ἀποτέλεσμα. Τὸ δίχτυ πέφτει στὴν θάλασσα καὶ ἡ ψαριὰ εἶναι τόσο βαριὰ ποὺ χρειάστηκε νὰ βοηθήσουν καὶ τὰ ἄλλα πλοιάρια γιὰ νὰ ἀνέβει τὸ κατάφορτο δίχτυ.
Ἄφωνοι μένουν ὁ Πέτρος, ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ Ἰωάννης. Μὰ δὲ ρωτοῦν πολλά. Μέσα σὲ μιὰ στιγμή, ἡ καρδιά τους πλημμυρίζει ἀπὸ τὸν πόθο νὰ ἀκολουθήσουν Ἐκεῖνον, τὸν μεγάλο ψαρᾶ τῶν ψυχῶν. Τὰ ἐγκαταλείπουν ὅλα καὶ Τὸν ἀκολουθοῦν.
Ὅσο γιὰ τὴν Ἀποστολικὴ περικοπή, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, στήν δεύτερη Ἐπιστολή του πρὸς τοὺς Κορινθίους, μᾶς παρουσιάζει τὴν μεγάλη εὐθύνη ποὺ αἰσθάνεται ὡς Ἀπόστολος.
«Συνεργάτες τοῦ Θεοῦ εἴμαστε, γράφει στοὺς συντρόφους καὶ μαθητές του. Ἂς μὴν πάει χαμένη ἡ χάρη ποὺ δεχτήκαμε. Νὰ συνεχίσουμε τὸ ἔργο ποὺ μᾶς ἀνέθεσε ὁ Θεὸς μὲ τὴν μεγάλη ὑπομονή μας στὶς θλίψεις, τὶς δυσχέρειες, τὶς στενοχώριες, τὶς κακοποιήσεις, τὶς φυλακίσεις, τὶς ἐναντίον μας ἐξεγέρσεις, τὶς ταλαιπωρίες, τὶς ἀγρύπνιες, τὴν πεῖνα. Νὰ ἀπευθυνόμαστε στοὺς ἀνθρώπους μὲ τὴν ἐντιμότητα, τὴν γνώση τῆς ἀλήθειας, τὴν ἀνεκτικότητα, τὴν καλοσύνη, τὴν φώτιση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὴν ἀνυπόκριτη ἀγάπη» (11:4-6).
Αὐτὸ τὸ ἦθος καὶ αὐτὴ ἡ συμπεριφορὰ εἶναι, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἡ ἀπάντηση τῆς Ἐκκλησίας σὲ ἕναν κόσμο ἐγωισμοῦ, βίας καὶ ἀπληστίας. Καὶ σὲ κάθε τοπικὴ ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, αὐτὸς ποὺ παρέλαβε καὶ ἐκφράζει τὰ χαρίσματα αὐτά, εἶναι ὁ ὀρθόδοξος Ἐπίσκοπος.
Πρίν ὁ Χριστός ἀναληφθεῖ στόν οὐρανό, ἔθεσε τούς Ἀποστόλους ὡς ἀκρογωνιαίους λίθους τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως ἀναφέρει ὁ μεγάλος ἱστορικός τῆς Ἐκκλησίας Εὐσέβιος Καισαρείας (3,4,10), ὁρίζοντάς τους οὐσιαστικά, πρώτους Ἐπισκόπους τῆς Ἐκκλησίας. Ἀπό Αὐτούς ξεκινᾶ ἡ ἀδιάσπαστη σειρά ὅλων τῶν Ὀρθόδοξων Ἐπισκόπων μέχρι σήμερα, ὅπως ἀναφέρει ὁ Ἅγιος Εἰρηναίος Λυῶνος (Κατά αἱρέσεων,Γ΄3,1). Αὐτό ὀνομάζεται «Ἀποστολική διαδοχή». Ἔτσι, ὁ Ἐπίσκοπος τῆς Τοπικής μας Ἐκκλησίας ἔχει ἀποστολική διαδοχή, ἀνήκει δηλαδή, στήν νοητή ἁλυσίδα πού ξεκινᾶ ἀπό τόν Χριστό καί ἐκφράζει τόν λόγο τῆς δικῆς Του ἀληθείας. Ὄχι ὅμως μόνον αὐτό: Ὁ Ἐπίσκοπος εἶναι καί ὁ ἐκφραστὴς καὶ ἐγγυητὴς τῆς ὀρθότητος τῆς πίστεως, ὅπως διατυπώθηκε στὶς Οἰκουμενικὲς Συνόδους. Κατὰ συνέπεια, ὁ Τοπικὸς Ἐπίσκοπος εἶναι ὁ μόνος ἁρμόδιος νά μεριμνήσει, ὥστε, ὁ,τιδήποτε κηρύττεται ἢ διδάσκεται στὴν Τοπικὴ Ἐκκλησία νὰ εἶναι ἀπολύτως σύμφωνο μὲ τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν διδασκαλία τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων.
Στὴν μεγάλη αὐτὴ εὐθύνη τῆς διδασκαλίας καὶ τοῦ κηρύγματος προστίθεται καὶ μία ἀκόμα σημαντικότερη: Ἡ τέλεση τῶν Ἱερῶν Μυστηρίων, δηλαδὴ ἡ τέλεση τῶν ὁρατῶν ἐκείνων Ἀκολουθιῶν, μέσῳ τῶν ὁποίων προσφέρεται στοὺς πιστοὺς ἡ πανσθενουργός Χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Μέχρι τὸν ἕκτο (6ο) αἰῶνα, ὅλα τὰ Μυστήρια τὰ τελοῦσε ἀποκλειστικὰ ὁ Ἐπίσκοπος. Καθὼς ὅμως ὁ ἀριθμὸς τῶν πιστῶν αὐξανόταν, ἡ δυνατότητα τῆς τελέσεως τῶν Μυστηρίων καὶ τοῦ κηρύγματος παραχωρήθηκε στοὺς Πρεσβυτέρους. Αὐτὸ ὅμως δὲν ἀκυρώνει τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη τοῦ Ἐπισκόπου. Στὴν πραγματικότητα, ὁ κάθε Πρεσβύτερος ποὺ κηρύττει ἢ τελεῖ τὰ Μυστήρια ἀποτελεῖ τὴν φωνὴ καὶ τὴν εἰκόνα τοῦ Τοπικοῦ Ἐπισκόπου στὴν κάθε Ἐνορία.
Ἐὰν θὰ ἐπιθυμούσαμε νὰ μετατρέψουμε σὲ εἰκόνα τὸν ρόλο τοῦ Ἐπισκόπου, θὰ τὸν τοποθετούσαμε στὸ κέντρο καὶ γύρω του, σὲ ἕναν πρῶτο παράλληλο κύκλο, θὰ τοποθετούσαμε ὅλους τοὺς Ἱερεῖς καὶ σὲ ἕναν τρίτο κύκλο ὅλους τούς πιστούς. Κάθε Θεία Λειτουργία ποὺ τελεῖται σὲ μιὰ Τοπικὴ Ἐκκλησία ἀποτελεῖ ἀπεικόνιση τῆς μίας Θείας Λειτουργίας ποὺ τελεῖται μέσα στὰ ὅριά της, μὲ μοναδικὸ λειτουργὸ τὸν Ἐπίσκοπο. Ἀλλὰ καὶ ἐκεῖνος δέν ἀσκεῖ ἕνα δικό του ἀξίωμα καὶ δὲν ἀποτελεῖ, ὡς ἄνθρωπος, τὸ κέντρο τῆς Τοπικῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ ὑπάρχει ὡς ἀπεικόνιση τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος βρίσκεται ἀνάμεσα μᾶς στὸ «ἐδῶ» καὶ στὸ «τώρα», ὅπως δίδαξε καὶ ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος. Καὶ καθὼς ὁ κάθε Ἐπίσκοπος συνδέεται μὲ τοὺς ἄλλους Ἐπισκόπους, ὡς Μἐλος τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, σέ κάθε Θεία Λειτουργία εἶναι σὰν νὰ συμμετέχουμε ὅλοι μας ὡς Μέλη τῆς Μίας, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας.
Ἀδελφοί μου,
Στὸ πρόσωπο τοῦ Ἐπισκόπου δὲν βλέπουμε ἕναν ἀξιωματοῦχο ἢ ἕναν διοικητικὸ προϊστάμενο, ἀλλὰ ἕναν πατέρα, ὁ ὁποῖος δέχτηκε τὴν δωρεὰ τῆς πατρικῆς ἀγάπης ἀπὸ τόν ίδιο τόν Χριστό καὶ τὴν σκορπίζει πρὸς ὅλους μας. Ὁ τοπικὸς Ἐπίσκοπος κάνει ὁρατὴ τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ ἀνάμεσά μας καὶ ἔχει ὡς κέντρο τῆς δικῆς του ζωῆς τά λόγια Ἐκείνού ποὺ τοῦ δώρισαν τὴν ἱερωσύνη: «Ἐγὼ εἶμαι ὁ καλὸς ποιμένας· ὁ καλὸς ποιμένας θυσιάζει τὴν ζωή του γιὰ χάρη τῶν προβάτων» (Ἰω.10:11).
Ἀντιλαμβάνεστε λοιπόν, πὼς τὸ ἔργο τοῦ Ἐπισκόπου μεταβάλλεται συχνὰ σὲ σταυρὸ ἀγάπης καὶ αὐταπάρνησης, ὁ ὁποῖος γίνεται ἀκόμη βαρύτερος ἐξ αἰτίας τῆς μεγάλης εὐθύνηςγια τὴ διατήρηση τῆς ἑνότητας τῆς Τοπικῆς Ἐκκλησίας. Γιὰ τὸν λόγο αὐτό, ὅλοι μας, πέρα ἀπὸ τὴν εὐθύνη τοῦ Ἐπισκόπου, πρέπει νὰ ἔχουμε καὶ ἐπίγνωση τῆς δικῆς μας εὐθύνης γιὰ τὴν ἑνότητα καὶ τὴν πνευματικὴ πρόοδο τῆς Τοπικῆς μας Ἐκκλησίας. Ἰδιαίτερα, ἡ συμμετοχὴ στὴ Θεία Λειτουργία,με συνειδητὴ πίστη ἀλλὰ καὶ μὲ βαθιὰ γνώση ὅσων τελοῦνται, ἀποτελεῖ καύχημα ἀλλὰ καὶ ἐνίσχυση τῆς διακονίας τοῦ Ἐπισκόπου, ἡ ὁποία ἐκπληρώνει συγχρόνως τὴν ἐπιθυμία τοῦ Κυρίου μας νὰ πορευθοῦμε ἑνωμένοι πρὸς τὴν οὐράνια βασιλεία Του, ὡς δικοί Του ἀδελφοὶ καὶ συλλειτουργοί. Ἀμήν.
Μὲ ὅλη μου τὴν πατρικὴ ἀγάπη,
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ
† Ο ΑΙΤΩΛΙΑΣ ΚΑΙ ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ ΔΑΜΑΣΚΗΝΟΣ