Ο «Επαναστάτης» Άγιος Σπυρίδων κατά τον Κόντογλου


         Ο Άγιος Σπυρίδων γεννήθηκε το 270  στα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου στην Κύπρο από  γονείς φτωχούς. Από πολύ μικρός ήτανε βοσκός και φύλαγε πρόβατα.  Ήταν τόσο απλός όσο οι ψαράδες που διάλεξε ο Ιησούς για μαθητές αναφέρει ο Κόντογλου.

 

Όταν ήρθε σε ηλικία γάμου παντρεύτηκε, γέννησε και μετά το θάνατο της γυναίκας του αφιερώθηκε στο μοναχισμό.   

 

Όπως χαρακτηριστικά καταγράφει ο Φώτης Κόντογλου, ο Άγιος Σπυρίδων τα έβαλε με τους μαυραγορίτες και γκρέμισε τις αποθήκες όπου φύλαγαν το σιτάρι μιας και μία μεγάλη μερίδα του πληθυσμού πέθαινε από την πείνα.

 

Η καταγραφή αυτή έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον Άγιο και τη Χριστιανοσύνη του, καθώς αμφισβητεί το στερεότυπο ότι οι καλοί Χριστιανοί είναι άνθρωποι που προσεύχονται αλλά δε δρουν, αντιθέτως δέχονται αδιαμαρτύρητα τη ζωή και υπομένουν ότι αυτή τους επιφυλάσσει, ελπίζοντας για τα καλύτερα στην Βασιλεία των Ουρανών.




 

 

Ο Άγιος ήταν βοηθός και αλληλέγγυος

 

Ο  Άγιος Σπυρίδων διήγαγε βίο λιτό και φτωχικό, αλλά αυτό δεν τον εμπόδιζε να σκέφτεται και να βρίσκει τρόπους για να βοηθήσει στα προβλήματα των άλλων.

 

«Kαι μ’ όλα αυτά εζούσε με τόση φτώχεια, που σαν πήγε κάποτε ένας φτωχός να τον βοηθήσει για να πληρώσει κάποιο χρέος του, δεν είχε να του δώσει τίποτα, και με θαύμα έκανε μαλαματένιο ένα φίδι που βρέθηκε σ’ εκείνο το μέρος, και το έδωσε στον φτωχό, κι εκείνος το έλιωσε και πλήρωσε το χρέος του».

 

Άλλη φορά πάλι έγινε κατακλυσμός, και τα ποτάμια ξεχειλίσανε και πλημμύρισε η χώρα, κι ο άγιος Σπυρίδωνας προσευχήθηκε και τα νερά τραβήχτηκαν και στέγνωσε ο νεροπατημένος τόπος…» 

 

         «Όλον τον καιρό που έζησε δεν έπαψε να κάνει θαύματα. Το μεγαλύτερο ήτανε η ανάσταση της πεθαμένης κόρης του που σηκώθηκε από το μνήμα και μαρτύρησε σε ποιο μέρος είχε φυλάξει τα χρήματα που της εμπιστεύθηκε κάποια γυναίκα, και πάλι ξανακοιμήθηκε.

 

Κάποτε πήγε στον άγιο μία γυναίκα που είχε ένα παιδάκι και της πέθανε, και τον παρακαλούσε με δάκρυα πολλά να το αναστήσει, τόσο συνηθισμένοι ήτανε οι άνθρωποι, που τον γνωρίζανε, στα θαύματα που έκανε ο άγιος. Και εκείνος το ανάστησε με την προσευχή του. Μα η μητέρα του σαν το είδε ζωντανό, από την πολλή χαρά της πέθανε η ίδια. Κι ο άγιος Σπυρίδωνας ανέστησε και τη γυναίκα». 

 

ΠΗΓΗ: Φώτης Κόντογλου, «Γίγαντες ταπεινοί» και «Ασάλευτο θεμέλιο».

 


Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς