Η επαγγελία του Πατρός από την Ανάληψη στην Πεντηκοστή


        Ο Κύριος Ιησούς για σαράντα ημέρες μετά την Ανάσταση «ἦν ὁπτανόμενος τοῖς μαθηταῖς Αὐτοῦ» (Πράξ. 1,3). Χαροποιούσε τις καρδιές των μαθητών Του με την Παρουσία Του και τους μυσταγωγούσε στα μυστήρια της Βασιλείας. Ο Χριστός τους εμφανιζόταν και διάνοιγε τον νου τους να κατανοήσουν τις Γραφές. Ταυτόχρονα όμως και οι Απόστολοι ζούσαν με τέτοια ένταση προσευχής στην Παρουσία Του, που οι λόγοι Του αποτυπώνονταν στην καρδιά και στη μνήμη τους.

 

       Μολονότι ο Κύριος τους είχε υποσχεθεί ότι δεν θα τους αφήσει ορφανούς, την τεσσαρακοστή ημέρα αναλήφθηκε στον Ουρανό. Η Ανάληψη αποτελεί το τελευταίο γεγονός της επίγειας ζωής του Χριστού. Η λαμπρότητα της εορτής είναι τόσο μεγάλη, διότι αναλαμβανόμενος ο Κύριος στον Ουρανό ανύψωσε στον θρόνο της μεγαλωσύνης του Θεού την ανθρώπινη φύση άμεμπτη και άσπιλη. Ο Θεός Πατέρας ευφράνθηκε να δει τον αληθινό Άνθρωπο, όπως τον είχε συλλάβει προ καταβολής κόσμου και κατέπεμψε στη γη το Πνεύμα το Άγιο, για να σφραγίσει τη συμφιλίωση του Θεού με τον άνθρωπο, ότι τα διεστώτα ενώθηκαν. Στο Πρόσωπο του Χριστού ο Θεός δέχθηκε όλη την ανθρωπότητα.

 

      Ο Κύριος άρχισε να ανεβαίνει στον Ουρανό, για να αγιάσει και τους αιθέρες και να εμπλήσει όλη την οικουμένη με τη θεουργική Του ενέργεια. Οι Απόστολοι παρέμειναν να Τον κοιτάζουν με απορία και χαρμολύπη. Ο Θεός έστειλε δύο Αγγέλους, για να δώσουν εσχατολογική διάσταση στους λογισμούς των Αποστόλων, να τους υπενθυμίσουν τον δεύτερο ερχομό Του και έτσι να εντείνουν την προσμονή τους γι’ Αυτόν.

 

       Κατ’ ουσίαν, η Ανάληψη του Κυρίου συνιστά προφητικό γεγονός της Δευτέρας Παρουσίας Του και ο Ίδιος ο Κύριος είναι ο Προφήτης που την αναγγέλλει. Ο Χριστός κατά τη διάρκεια της επί γης επιδημίας Του έκρυβε τη δόξα Του, για να μην τρομάξει τον άνθρωπο. Τώρα, στο τέλος της επίγειας ζωής Του παρουσιάσθηκε απροκάλυπτα ως ο Υιός του Θεού περιβεβλημένος με δόξα. Στα τέλη των αιώνων, πάλι θα έλθει «μετά δυνάμεως καὶ δόξης πολλῆς» (Ματθ. 24,30) και ο πιο δοξασμένος τρόπος αναμονής Του είναι όταν προσεδρεύουμε εν Ιερουσαλήμ (Λουκ. 24,49), δηλαδή όταν παραμένουμε ενεργά και γνήσια μέλη της Εκκλησίας και μέσα από τα Μυστήριά της Του αποδίδουμε αίνο και ευχαριστία.

 

       Η Γραφή προειδοποιεί ότι τα αλλότρια πνεύματα θα προσπαθήσουν να μας πείσουν για κάποιον ψευδο-μεσσία, κρυμμένο είτε εδώ είτε εκεί, ώστε να μας πλανήσουν. Η Δευτέρα Παρουσία όμως δεν θα είναι μυστηριώδης και κρυφή, ούτε θα λάβει χώρα σε έναν απομονωμένο χώρο. Θα είναι δοξασμένη και πανταχόθεν εμφανής σαν αστραπή που λάμπει από ανατολών μέχρι δυσμών.

 

Ο Χριστός αναλήφθηκε «ἐν τῷ εὐλογεῖν» (Λουκ. 24,51) τους δικούς Του. Η ευλογία αυτή επαναπαύθηκε στους Αποστόλους και παραμένει ως πολύτιμη κληρονομιά στους κόλπους της Εκκλησίας, όπου δια των λειτουργών της μεταδίδεται σε όλα τα μέλη της. Επιπλέον, εφόσον ο Θεός σε κάθε πτυχή της Οικονομίας Του ενεργεί από αγάπη, η ευλογία αυτή γεννά μεγάλες ελπίδες ότι και τη μεγάλη και επιφανή Ημέρα της Δευτέρας Παρουσίας Του, θα έλθει ευλογώντας και η κρίση Του θα είναι αναμεμιγμένη με την αγάπη και το έλεός Του.

 

ΠΗΓΗ: Αρχιμανδρίτης Ζαχαρίας Ζάχαρου, Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Έσσεξ Αγγλίας




 

Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς