Ο Μέγας Κωνσταντίνος – Ο πρώτος Χριστιανός Αυτοκράτορας


 

Ο Άγιος Κωνσταντίνος (272 – 337 μ.Χ.) υπήρξε μία ιστορική μορφή, με διοικητικές και στρατηγικές ικανότητες, ήταν διορατικός και ως άνθρωπος απλός, χαρακτήρας ανεξίκακος, ταπεινός, καλόκαρδος, προστάτευε τους πολίτες, όταν κατακτούσε την περιοχή τους, δεν εκδικούνταν και δεν επέτρεπε στους στρατιώτες του να κάνουν βανδαλισμούς στις πόλεις. Ως διάδοχος του Διοκλητιανού άλλαξε τον ρουν της Ιστορίας και ολόκληρο τον κόσμο. Την χριστιανική του κλίση την υιοθέτησε από το ψυχικό μεγαλείο της χριστιανής μητέρας του Αγίας Ελένης, η οποία τον υποστήριζε με την προσευχή της. 

 

Το μεσημέρι του Οκτωβρίου το 312 δέχθηκε ένα θαύμα του Θεού στον ουρανό στη Μουλβία γέφυρα κοντά στη Ρώμη, σε μία μάχη εναντίον του συναυτοκράτορα Μαξέντιου: είδε το μονόγραμμα του Ιησού Χριστού και από κάτω η φράση «Εν Τούτω Νίκα». Από αυτή τη στιγμή το όραμα απεδείχθη καθοριστικό για τον Κωνσταντίνο, ο οποίος απαρνείται τη λατρεία των ειδώλων και ολόκληρο το στράτευμα καλείται να χαράξει στις ασπίδες το μονόγραμμα του Χριστού και να αναγνωρίσει έτσι τον Μέγα Θεάνθρωπο ως τον νέο ηγέτη του κόσμου. 

 

Η προσφορά του στον Χριστιανισμό, και μάλιστα σε μία δύσκολη εποχή (εποχή των διωγμών) είναι ανεκτίμητη! 

 

* Με το θεόπνευστο διάταγμα των Μεδιολάνων θέσπισε την ανεξιθρησκεία το 313 μ.Χ., έπαυσε ουσιαστικά τους διωγμούς και νομιμοποίησε τον Χριστιανισμό στοιχείο βασικό, ώστε να του δοθεί ο τίτλος Μέγας! Και το πιο τολμηρό ήταν με πολλές μεταρρυθμίσεις κατήργησε τους απάνθρωπους νόμους των προκατόχων του, και τους αντικατέστησε με νόμους σύμφωνα με την χριστιανική διδασκαλία!

 

Άλλαξε από τα θεμέλια τη δομή της Αυτοκρατορίας, αλλά και όλης της ανθρωπότητος, αφού εκχριστιάνισε την οικουμένη. Μετέφερε την πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας του από τη  Ρώμη στην  Κωνσταντινούπολη. Με τον Κωνσταντίνο πραγματοποιήθηκε η μετάβαση από τον αυτοκράτορα-θεό στον «ελέω θεού» αυτοκράτορα. Έτσι ο ίδιος ο Κωνσταντίνος προσδιόρισε τον ρόλο του χριστιανού αυτοκράτορα ως του ανθρώπου που υποχρεούται από τη θέση του να φροντίζει τους πιστούς της νέας θρησκείας.

 

* Ως προστάτης της νέας πίστης συγκάλεσε την Α΄ Οικουμενική Σύνοδο της Νικαίας το 325, η οποία καθόρισε την μετέπειτα εξέλιξη της παγκόσμιας Χριστιανικής Εκκλησίας. Μπαίνοντας στην «αίθουσα», όπου γινόταν η Σύνοδος και βλέποντας τους 318 Επισκόπους, άλλον με κομμένο χέρι, άλλον με κομμένο πόδι, άλλον με το μάτι βγαλμένο, από τους διωγμούς, άρχισε να κλαίει! Έσκυψε και τους ασπάσθηκε! Είχε τέτοια υπομονή και ταπείνωση, ώστε τους χαιρέτησε έναν- έναν! Χρειάσθηκε κάπου τρεις ώρες για να τους ασπασθεί όλους! Η ψυχή του ίσως ένιωθε αγαλλίαση με αυτή την ταπεινή του κίνηση! Και προτίμησε ως Αυτοκράτορας, να καθίσει στην «αίθουσα» της Συνόδου, σε μία απλή καρέκλα, παρά στον περίλαμπρο, αυτοκρατορικό θρόνο, που του είχαν ετοιμάσει!

 

Κατά τη διάρκεια της Α ‘Οικουμενικής Συνόδου στη Νίκαια το 325 μ.Χ., οι φιλονικούντες κληρικοί έγραψαν κατηγορίες ο ένας εναντίον του άλλου και τις παρουσίασαν στον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο. Ο αυτοκράτορας πήρε όλα τα χαρτιά που περιείχαν τις κατηγορίες και χωρίς να τα ανοίξει, τα έκαψε πάνω από ένα αναμμένο κερί. Μετά, ενώπιον όλων των έκπληκτων παρισταμένων είπε: «Αν έβλεπα με τα ίδια μου τα μάτια έναν επίσκοπο, έναν ιερέα ή μοναχό σε αμαρτωλή πράξη, θα τον σκέπαζα ο ίδιος με τον μανδύα μου, ώστε κανείς να μην δει την αμαρτία του». Έτσι, λοιπόν,  ο μεγάλος αυτός χριστιανός αυτοκράτορας άφησε άναυδους και αμήχανους τους σκανδαλοθήρες, σφραγίζοντας τα στόματα όλων.

 

Η πίστη μας, μας απαγορεύει να είμαστε κατάσκοποι των αμαρτιών των άλλων, και επιτάσσει να είμαστε αυστηροί και αμείλικτοι κριτές των δικών μας αμαρτιών! Ο ασθενής που βρίσκεται στο νοσοκομείο μεριμνά για τη δική του ασθένεια, και δεν έχει ούτε τη βούληση ούτε το χρόνο να ελέγξει τους άλλους ασθενείς ή να χλευάσει την ασθένειά τους.

 

Ας μη νομίσει κανείς ότι θα θεραπευτεί από την ασθένειά του στον άλλο κόσμο. Αυτός εδώ ο κόσμος είναι το νοσοκομείο και ο μόνος τόπος για τη θεραπεία μας· στον άλλο κόσμο, δεν υπάρχει νοσοκομείο· υπάρχει είτε ένα παλάτι είτε μία φυλακή για μας.

 

* Ο Μέγας Κωνσταντίνος οικοδόμησε στην Ιερουσαλήμ έναν νέο ναό, τον Ναό της Αναστάσεως του Ιησού Χριστού, στον οποίο περιέκλεισε τον βράχο του Γολγοθά και τον πανάγιο Τάφο, καθώς και της Γεννήσεως και του Όρους των Ελαιών στους Αγίους Τόπους. Έτσι, σύμφωνα με τους χριστιανούς, εκπληρώθηκαν οι προφητείες που έλεγαν ότι, όταν θα έρθει ο Μεσσίας, ο θεόσταλτος βασιλιάς που περίμεναν οι Εβραίοι, δηλαδή ο Χριστός, τα διάφορα έθνη του θα λατρεύουν τον αληθινό Θεό στον ναό Του, στην Ιερουσαλήμ.

 

Παρόλο που οι Εβραίοι στην πλειοψηφία δεν παραδέχονται ότι ο «Χριστός», ο αναμενόμενος βασιλιάς τους ήταν ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ, αλλά περιμένουν ακόμη και σήμερα έναν άλλο «βασιλιά», πιστεύουν πως όταν θα έρθει εκείνος ο «αληθινός Μεσσίας», θα χτίσει ξανά τον Ναό του Σολομώντα. Οι χριστιανοί όμως είμαστε βέβαιοι ότι οι προφητείες εκπληρώθηκαν και εκπληρώνονται διαρκώς, διότι στα Ιεροσόλυμα όντως έχει χτιστεί ο σπουδαίος και ιστορικός ναός του αληθινού Θεού, εκείνος που έχτισε τον 4ο αιώνα μ.Χ. εξ ονόματος του Χριστού ο άγιος Κωνσταντίνος, στον τόπο όπου ο Χριστός σταυρώθηκε, ετάφη και αναστήθηκε.

 

* Η Ρωμαϊκή Σύγκλητος, όπως αναφέρει ο ιστορικός Ευτρόπιος, θεοποίησε τον Κωνσταντίνο. Πεθαίνοντας το 337, αφού πρώτα βαπτίσθηκε ως συνειδητός χριστιανός, το σώμα του μυρόβλιζε, αλλά και ο τάφος του έγινε πηγή θαυμάτων. Η ιστορία τον ονόμασε Μέγα και η Εκκλησία τον ανακήρυξε άγιο και ισαπόστολο.

 

ΠΗΓΗ: Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, «Ο Πρόλογος της Οχρίδας»,  (Απρίλιος), σελ.232, Εκδ. Αθως, 2010.

 


 

 

Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς