Ανέτειλε το Έαρ! Η ευωδία της Αναστάσεως - Φώτη Κόντογλου


Έχω την ιδέα πως κι ένας που είναι τυφλός και κουφός, θα νιώσει την άνοιξη που ήρθε, δίχως να βλέπει και δίχως να ακούει τίποτα απ’ όσα τη μαρτυρούν. Γιατί ο κάθε άνθρωπος αισθάνεται από μέσα του τον ερχομό της. Σε μένα, όπως και σε κάθε Έλληνα που αγαπά τη Θρησκεία μας, όλα τα φυσικά φαινόμενα είναι δεμένα με το μυστήριο της Εκκλησίας και πιο πολύ η άνοιξη, που γίνεται πνευματική με την Ανάσταση του Χριστού. Αν μπορούσε κανένας να βγάλει από μέσα μου το γλυκό σκίρτημα της Θρησκείας, ξέρω πως δε θα ‘νιωθα τη φυσική ομορφιά όπως τη νιώθω τώρα, δίχως τον κρυφό ενθουσιασμό, δίχως την αγιασμένη αγαλλίαση που αισθάνομαι τώρα που τα νιώθω όλα συνταιριασμένα με την ευωδία της Θρησκείας. Θα αισθανόμουν τη φύση όπως την αισθάνονται οι λεγόμενοι «φυσιολάτρες», ποιητικά, εξωτερικά, κι όχι με τη μυστική μακαριότητα και με την αγιασμένη ειρήνη που αισθάνεται ο χριστιανός. Ευφραίνεται η διάνοιά του με τα έργα της υμνωδίας και της αγιογραφίας σε κάθε στιγμή, κι από μέσα απ’ αυτά βλέπει και ακούει και μυρίζει τα ωραία και τα τερπνά της δημιουργίας.

 

Ακούγει τη βαθύτερη φωνή της φύσης. Τώρα το Πάσχα, το μοσκοβόλημα που βγάζουνε τα άνθια και τα βότανα, το κελάηδισμα των πουλιών, το λεπτό τ’ αγέρι που σαλεύει τα χλωρά κλαριά, τ’ αλαφρό κύμα που γλυκομουρμουρίζει στην ακρογιαλιά, στους κάβους, στα νησιά, τα βουνά και τα λαγκάδια, όλα τα νιώθεις να πανηγυρίζουνε μαζί με τα μακάρια πνεύματα, για την Ανάσταση του Χριστού. Η ευωδία που γεμίζει τον αέρα από τα λουλούδια ανακατεύεται με τα μύρα που κρατούσαν οι Μυροφόρες, πηγαίνοντας στον τάφο του Χριστού. Τα ερημοκλήσια των βουνών πανηγυρίζουνε. Ψαλμωδίες ακούγονται παντού, στις πολιτείες, στα χωριά, στα ταπεινά εκκλησάκια που βρίσκονται μέσα στα περιβόλια, στ’ αμπέλια κι απάνω στους ξερούς βράχους, στις ακροθαλασσιές και στα νησιά.

 

Αλλά, όπου και να βρεθώ, σε στεριά και σε θάλασσα, ακούω μέσα μου και σιγοψέλνω τα χαρμόσυνα τροπάρια της Αναστάσεως, που κάνουνε να ευωδιάζουνε όλα γύρω μου. Ναός Θεού είναι όλη η πλάση. Τίποτα δεν είναι νεκρό και άψυχο, σήμερα που αναστήθηκε ο Χριστός και χάρισε σε όλα τα πλάσματα και τα κτίσματα ζωή κι αθανασία. Ο Βασιλέας της ζωής βασιλεύει σήμερα απάνω στο ζωντανό βασίλειό του. Πουθενά δεν υπάρχει πια θάνατος, πουθενά δεν απόμεινε σκοτάδι: «Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός, ουρανός τε και γη και τα καταχθόνια.»

 

Κι η βαλανιδιά, που είναι ο αριστερός ψάλτης, ψέλνει: «Δεῦτε πόμα πίωμεν καινόν, οὐκ ἐκ πέτρας ἀγόνου τερατουργούμενον, ἀλλ’ ἀφθαρσίας πηγήν ἐκ τάφου ὀμβρήσαντος Χριστοῦ, ἐν ᾧ στερεούμεθα». Και πάλι, άλλος δεξιός ψάλτης, η ελιά, ψέλνει κατανυκτικά την ε΄ ωδή: «Ὀρθρίσωμεν ὄρθρου βαθέος καί ἀντί μύρου τόν ὕμνον προσοίσωμεν τῷ Δεσπότῃ, καί Χριστόν ὀψόμεθα, δικαιοσύνης ἥλιον, πᾶσι ζωήν ἀνατέλλοντα». Από τ’ αριστερό αναλόγιο έταιρος αριστερός ψάλτης, ο πρίνος, ψέλνει με την τραχιά φωνή του, και λέγει: «Αὔτη ἡ κλητή καί ἁγία ἡμέρα, ἡ μία τῶν Σαββάτῳν, ἡ βασιλίς καί κυρία, ἑορτῶν ἑορτή καί πανήγυρίς ἐστι πανηγύρεων, ἐν ᾗ εὐλογοῦμεν Χριστόν εἰς τούς αἰῶνας». Και ο πρωτοψάλτης ο δρυς ψέλνει με μεγαλοπρέπεια: «Ὁ Άγγελος ἐβόα τῇ Κεχαριτωμένῃ· ῾Αγνή, Παρθένε χαῖρε, καί πάλιν ἐρῶ χαῖρε, ὁ σός Υἱός ἀνέστη, τριήμερος ἐκ τάφου. Φωτίζου, φωτίζου, ἡ νέα Ἱερουσαλήμ, ἡ γὰρ δόξα Κυρίου ἐπὶ σὲ ἀνέτειλε. Χόρευε νῦν, καὶ ἀγάλλου Σιών, σὺ δὲ ἁγνή, τέρπου Θεοτόκε, ἐν τῇ ἐγέρσει τοῦ τόκου σου».

 

Έτσι προχωρεί η Λειτουργία πριν να βγει ο ήλιος, αυτή η μυστική λειτουργία, που την ακούνε μονάχα τα πνευματικά αυτιά και που οι υμνωδίες της αντιλαλούνε μέσα στη μεγάλη εκκλησία της πλάσης. Την ώρα που ο ήλιος χτυπά αστραφτερός στις κορφές των βουνών, αρχίζουνε να ψέλνουνε το «Πᾶσα πνοή αἰνεσάτω τὸν Κύριον. Αἰνεῖτε τὸν Κύριον ἐκ τῶν οὐρανῶν, αἰνεῖτε αὐτὀν ἐν τοῖς ὑψίστοις!» Κι ύστερα ψέλνουνε τα στιχηρά του Πάσχα: «Ἀναστήτω ὁ Θεός, καὶ διασκορπισθήτωσαν οἱ ἐχθροὶ αὐτοῦ, καὶ φυγέτωσαν ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ οἱ μισοῦντες αὐτόν. Πάσχα ἱερόν ἡμῖν σήμερον ἀναδέδεικται…». Και στο τέλος ο πρωτοψάλτης ο δρυς, με τη βροντερή φωνή του ψέλνει με σεμνή μεγαλοπρέπεια το δοξαστικό της Αναστάσεως που αντιλαλεί ως τα πέρατα της οικουμένης: «Ἀναστάσεως ἡμέρα καὶ λαμπρυνθῶμεν τῇ πανηγύρει καὶ ἀλλήλους περιπτυξώμεθα… Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι ζωὴν χαρισάμενος.».

 

Ο Χριστός βρίσκεται μέσα σε όλα. Όλα, τα πάντα Τον ευχαριστούνε, γιατί τους έδωσε τη ζωή με την Ανάστασή Του. Χωρίς το Χριστό όλα είναι νεκρά και βουβά. (….) Ω! Χωρίς την ευωδία που βγαίνει από το μυστικό κήπο του Χριστού, ναι, δεν μπορεί να νιώσει ο Έλληνας Χριστιανός την ευωδία της άνοιξης. Μέσα στην ψυχή του, η φυσική άνοιξη γίνεται ένα με το πνευματικό έαρ κι έτσι αισθάνεται τη χαροποιό πνοή της αιώνιας ζωής, ψέλνοντας με ανεκλάλητη χαρά και αγαλλίαση: «Θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν, Ἄδου τὴν καθαίρεσιν, ἄλλης βιωτῆς, τῆς αἰωνίου, ἀπαρχήν… Γιορτάζουμε, γιατί αρχίζει για μας μία άλλη ζωή, αιώνια, και για τούτο, με σκιρτήματα χαράς, υμνούμε Εκείνον που μας χάρισε αυτήν την αθάνατη ζωή, που είναι ο μόνος ευλογητός των Πατέρων Θεός και υπερένδοξος!»

 

ΠΗΓΗ: Από το βιβλίο: ΦΩΤΗ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ (Μυστικά Άνθη).

 



 

Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς