Μέγας Βασίλειος – Περί ελεημοσύνης

 

 

       Στήν «κτη μιλία του περί πλεονεξίας» Μέγας Βασίλειος, προτρέποντας στήν φιλανθρωπία λεγε: «ν παιρνε καθένας ,τι το χρειαζόταν γιά τήν κανοποίηση τς νάγκης του κι φηνε σ’ ποιον εχε νάγκη ,τι ταν γι’ ατόν περισσό, κανένας δέ θά ταν πλούσιος, κανένας δέ θά ταν φτωχός… Γιατί σύ πλουτες κι κενος πένεται; πωσδήποτε καί σύ γιά νά λάβης μισθό ρετς καί πιστς διαχειρίσεως κι κενος γιά νά τιμηθ μέ τά μεγάλα βραβεα τς πομονς». «πως τό σιτάρι, ταν πέση στή γ, - μαρτυρε Μέγας Βασίλειος, - γίνεται κέρδος γι’ ατόν πο τό ρίχνει, τσι καί τό ψωμί, ταν τό δώσουμε στόν πεινασμένο, πηγάζει φθονη φέλεια ργότερα. ς γίνη λοιπόν γιά σένα τό τέλος τς καλλιέργειας τς γής, ρχή τς σπορς σου στόν ορανό».

 

        Αν χτυπήσει την πόρτα σου κάποιος που πασχίζει να αντιμετωπίσει την ανάγκη του, μη ζυγίσεις τα πράγματα με ανώμαλο τρόπο. Μην πεις, δηλαδή, Αυτός είναι φίλος, είναι ομόφυλος, με έχει ευεργετήσει παλιότερα, ενώ ο άλλος είναι ξένος, αλλόφυλος, άγνωστος. Αν κρίνεις άνισα, ούτε συ θα ελεηθείς. Μία είναι η ανθρώπινη φύση, και ο ένας και ο άλλος είναι άνθρωπος. Κοινή είναι και στους δύο η ανάγκη, κοινή η φτώχεια. Πρόσφερε και στον αδελφό και στον ξένο, στον μεν αδελφό σου να μη γυρίσεις την πλάτη, τον δε ξένο κάν’ τον αδελφό σου. Ο Θεός θέλει να στηρίζεις τους αναγκεμένους, κι όχι να κάνεις διακρίσεις ανάμεσα στους ανθρώπους. Δεν θέλει να δίνεις στον ομόφυλο και να αποδιώχνεις τον ξένο. Όλοι είναι ομόφυλοι, όλοι είναι αδέλφια, όλοι είναι παιδιά ενός πατέρα. Υπάρχει κόσμος που τον ξερίζωσε κάποια συμφορά και δεν του έχει απομείνει τίποτα, παρά μόνο η ψυχή και το σώμα του. Εμείς όμως, όσοι έχουμε γλιτώσει άγευστοι συμφορών, ας μοιραστούμε με εκείνους την ευημερία μας. Ας αγκαλιάσουμε τους αδελφούς μας που μόλις μετά βίας έχουν διασωθεί.

 

ΠΗΓΗ: Μεγάλου Βασιλείου, Περί ελεημοσύνης, Λόγος δ',

εκλεχθείς διά Συμεών (Μεταφραστού)

 

 


 

κ τς ερς Μονς