Μακάριος ἄνθρωπος ὁ ἐλπίζων ἐπί Κύριον - Φώτης Κόντογλου

 

     Αν δεν ήμουνα φτωχός και ξευτελισμένος, δεν θα μπορούσα να αξιωθώ τούτη την πονεμένη χαρά, γιατί δεν ξαγοράζεται με τίποτα άλλο, παρεχτός με την συντριβή της καρδιάς, κατά τον Δαυΐδ που λέγει: «Κύριε, εν θλίψει επλάτυνάς με». Επειδή, όποιος δεν πόνεσε και δεν ταπεινώθηκε, δεν παίρνει έλεος. Έτσι τα θέλησε η ανεξιχνίαστη σοφία Του. Μα οι άνθρωποι δεν τα νοιώθουνε αυτά, γιατί δεν θέλουνε να πονέσουν και να ταπεινωθούνε, ώστε να νοιώσουνε κάτι παραπέρα από την καλοπέραση του κορμιού κι από τα μάταια πάθη τους.

 

    Ολοένα, χωρίς να το καταλάβω, ανεβαίνανε τα δάκρυα στα μάτια μου, δάκρυα για τον κόσμο και δάκρυα για μένα. Δάκρυα για τον κόσμο, γιατί γυρεύει να βρει τη χαρά εκεί που δεν βρίσκεται· και δάκρυα για μένα, γιατί πολλές φορές δείλιασα τη φτώχεια και τους άλλους πειρασμούς, και δικαίωσα τους ανθρώπους, ενώ τώρα ένοιωσα πως δεν παίρνει ο άνθρωπος μεγάλο χάρισμα, χωρίς να περάσει μεγάλον πειρασμό. Κι αντρειεύτηκα κατά το πνεύμα, κι ένοιωσα πως δεν φοβάμαι τη φτώχεια, παρά πως την αγαπώ. Και κατάλαβα καλά, πως δεν πρέπει ο άνθρωπος να αγαπήσει άλλο τίποτα από τον πόνο του, γιατί από τον πόνο αναβρύζει η αληθινή χαρά κ᾿ η παρηγοριά, κ᾿ εκεί βρίσκουνται οι πηγές της αληθινής ζωής. Αληθινά, η φτώχεια είναι φοβερό θηρίο. Όποιος το νικήσει, όμως, και φτάξει να μην το φοβάται, θα βρει μεγάλα πλούτη μέσα του. Τούτη την αφοβιά τη δίνει ο Κύριος άμα ταπεινωθεί ο άνθρωπος. Σ᾿ αυτόν τον πόλεμο που η αντρεία λέγεται ταπείνωση, και τα βραβεία είναι καταφρόνεση και ξευτελισμός, δεν βαστάνε οι αντρείοι του κόσμου. Όποιος δεν περάσει από τη φωτιά της δοκιμής, δεν ένοιωσε αληθινά τι είναι η ζωή, και γιατί ο Χριστός είπε: «Εγώ είμαι η ζωή», και γιατί είπε «Μακάριοι οι πικραμένοι, γιατί αυτοί θα παρηγορηθούνε». Όποιος δεν απελπίστηκε από όλα, δεν τρέχει κοντά στον Θεό, γιατί λογαριάζει πως υπάρχουνε κι άλλοι προστάτες γι᾿ αυτόν, παρεχτός του Θεού… Όλα τα θλιβερά τα περνούμε με ευχαριστία. Ξέρω πως όσα βάσανα μας έρχονται, μας έρχονται γιατί δεν πέσαμε να προσκυνήσουμε τον διάβολο, να καλοπεράσουμε, παρά ακολουθούμε Εκείνον που μας δείχνει «την στενήν και τεθλιμμένην οδόν», και σ᾿ αυτόν τον δρόμο τον ακολουθούμε πρόθυμα…

 

Με τι λόγια να φχαριστήσω τον Κύριό μου, που ήμουνα χαμένος και με χεροκράτησε, στραβός και μ’ έκανε να βλέπω; Εκείνος έστρεψε την λύπη μου σε χαρά. «Διήλθομεν διά πυρός κα δατος, κα ξήγαγεν μς ες ναψυχήν. Μακάριος νθρωπος λπίζων π’ Ατόν»!

 

ΠΗΓΗ:  Μικρό απόσπασμα από το κεφάλαιο Καρδία συντετριμμένη – Αληθινή χαρά, η πονεμένη του βιβλίου «Ευλογημένο Καταφύγιο», εκδ. «ΑΚΡΙΤΑΣ».

 


 

κ τς ερς Μονς