Η Αγία μας Εκκλησία μετά την Εορτή της Αναλήψεως του Χριστού και την Κυριακή προ της Πεντηκοστής εορτάζει την μνήμη των Οσίων και θεοφόρων Τριακοσίων Δέκα Οκτώ (318) Πατέρων, οι οποίοι αποτέλεσαν τα μέλη της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου στη Νίκαια της Βιθυνίας, απέναντι από την Κωνσταντινούπολη το 325 μ.Χ. Στις αρχές του 4ου αι., ένας ιερέας από την πόλη της Αλεξάνδρειας, ο Άρειος, υποστήριζε ότι ο Ιησούς Χριστός είναι κτίσμα και όχι υπόσταση του Θεού. Από αυτή τη διδασκαλία, προέκυψε η περίφημη αίρεση του Αρειανισμού (δεν πίστευε στη θεότητα του Χριστού), όπου μαζί με τον Νεστοριανισμό και τον Μονοφυσιτισμό, υπήρξαν οι σημαντικότερες αιρέσεις στους πρώτους αιώνες της Βυζαντινής αυτοκρατορίας.
Η αίρεση του Αρείου, έπρεπε να καταδικασθεί άμεσα. Έτσι οι Επίσκοποι της Εκκλησίας ζήτησαν από τον αυτοκράτορα, τον Μέγα Κωνσταντίνο, να καλέσει τους Επισκόπους της χριστιανικής Εκκλησίας από όλη την οικουμένη, όπου απλωνόταν η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Στην εικονογραφία της Εκκλησίας μας στο κέντρο της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, και μεταξύ των Πατέρων, προΐσταται ο Άγιος Κωνσταντίνος, ο αυτοκράτορας ο οποίος την συγκάλεσε. Στην πρώτη αυτή σύγκληση το 325 μ. Χ. οι Πατέρες, με επικεφαλής τον Άγιο Αθανάσιο, που είχε έρθει από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, καταδίκασαν την αίρεση του Αρείου.
Ομολόγησαν από κοινού ότι ο Υιός του Θεού είναι ομοούσιος με τον Θεό και τέλειος Θεός, (δηλαδή έχουν την ίδια ουσία και όχι «ομοιούσιος» που υποστήριζε ο Άρειος), στο δεύτερο άρθρο του Συμβόλου: «Καὶ εἰς ἕνα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ τὸν μονογενῆ, τὸν ἐκ τοῦ Πατρὸς γεννηθέντα πρὸ πάντων τῶν αἰώνων· φῶς ἐκ φωτός, Θεὸν ἀληθινὸν ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ, γεννηθέντα οὐ ποιηθέντα, ὁμοούσιον τῷ Πατρί, δι’ οὗ τὰ πάντα ἐγένετο». Αυτή η σχέση Θεού και Χριστού, τεκμηριώνεται στην Καινή Διαθήκη με τις φράσεις: «ἐγώ καί ὁ Πατήρ ἕν ἐσμὲν» (Ιωάν. 10,30) και «τά ἐμὰ πάντα σὰ ἐστί καὶ τά σὰ ἐμὰ» (Ιωάν. 17,10) κ.α. Έτσι στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο, οι 318 Πατέρες δημιούργησαν τα πρώτα 7 από τα 12 άρθρα του Συμβόλου της Πίστεως σχετικά με τον Χριστό, τον Υιό του Θεού.
Ας θυμηθούμε ορισμένα από τα Ιερά εκείνα ονόματα των Αγίων Πατέρων, τα μυρίπνοα αυτά άνθη του Παραδείσου, τα πάγχρυσα στόματα του Θεού Λόγου, τους μεγάλους Ιεράρχες, Ομολογητές, Μυροβλύτες και Μάρτυρες του Χριστού: ο Μέγας Αθανάσιος, ο Άγιος Νικόλαος, ο οποίος ράπισε τον Άρειο για τις βλασφημίες που ξεστόμισε, ο Άγιος Σπυρίδων, ο οποίος έκανε το θαύμα με το κεραμίδι, ο Άγιος Αχίλλειος, ο οποίος έκανε το θαύμα με την πέτρα που ανέβλυσε λάδι, ο Άγιος Πατριάρχης Αλεξανδρείας, ο οποίος όταν λειτουργούσε, είδε τον Χριστό ως Βρέφος πάνω στο άγιο Δισκάριο με σχισμένο χιτώνα, εξαιτίας του Αρείου, ο Άγιος Ιάκωβος της Νισίβεως, ο Άγιος Παύλος Νεοκαισαρείας, ο Άγιος Παφνούτιος Θηβαΐδος, ο Άγιος Ποταμών Ηρακλείας, ο Άγιος Ευστάθιος Αντιοχείας, ο Άγιος Λεόντιος Καισαρείας και πλήθος άλλων κληρικών, ηγουμένων, πρεσβυτέρων και μοναχών.
Ταῖς τῶν ἁγίων τριακοσίων δέκα καὶ ὀκτὼ θεοφόρων Πατέρων πρεσβείαις, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ'.
Τῶν Ἀποστόλων τὸ κήρυγμα, καὶ τῶν Πατέρων τὰ δόγματα, τῇ Ἐκκλησίᾳ μίαν τὴν πίστιν ἐκράτυνεν, ἣ καὶ χιτῶνα φοροῦσα τῆς ἀληθείας, τὸν ὑφαντὸν ἐκ τῆς ἄνω θεολογίας, ὀρθοτομεῖ καὶ δοξάζει, τῆς εὐσεβείας τὸ μέγα μυστήριον.
Ἐξαποστειλάριοντῶν Πατέρων. Ἦχος β’.
Πατέρων θείων σήμερον, τὴν μνήμην ἑορτάζοντες, ταῖς παρακλήσεσι τούτων, δεόμεθα πανοικτίρμον. Πάσης βλάβης αἱρέσεων, ῥῦσαι λαόν σου Κύριε, καὶ πάντας καταξίωσον, Πατέρα, Λόγον δοξάζειν, καὶ τὸ πανάγιον Πνεῦμα.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς