Η ποιμαντική θεραπευτική του οσίου Πορφυρίου - Πρωτοπρεσβύτερος Γεώργιος Χρ. Ευθυμίου

 

 Ο όσιος Πορφύριος προσέλκυε τους ανθρώπους με την απλότητα, λιτότητα βίου και καταδεκτικότητα που τον διέκριναν. Δεχόταν τους πάντες, κανένα δεν απωθούσε. Δημιουργούσε στους ανθρώπους, οι οποίοι τον πλησίαζαν, ατμόσφαιρα ανέσεως και εμπιστοσύνης, με αποτέλεσμα πολλοί άνθρωποι, οι οποίοι δυσκολεύονταν να ομολογήσουν ενώπιον άλλων Πνευματικών διάφορα αμαρτήματα, ενώπιον του οσίου Γέροντα αισθάνονταν άνετα και τα εξομολογούνταν.

 

Εξ όσων λέγει ο ίδιος για τη μετάνοια, την εξομολόγηση και τον πνευματικό πατέρα, αντιλαμβανόμαστε τη στάση του κατά την τέλεση του μυστηρίου. Λέγει: «Δεν υπάρχει ανώτερο πράγμα απ’ αυτό που λέγεται μετάνοια και εξομολόγηση. Αυτό το μυστήριο είναι η προσφορά της αγάπης του Θεού στον άνθρωπο. Μ’ αυτόν τον τέλειο τρόπο απαλλάσσεται ο άνθρωπος απ’ το κακό. Πηγαίνουμε, εξομολογούμαστε, αισθανόμαστε τη συνδιαλλαγή με τον Θεό, έρχεται η χαρά μέσα μας, φεύγει η ενοχή. Στην Ορθοδοξία δεν υπάρχει αδιέξοδο. Δεν υπάρχει αδιέξοδο, γιατί υπάρχει ο εξομολόγος, που έχει τη χάρη να συγχωρεί. Μεγάλο πράγμα ο πνευματικός».

 

Ο Όσιος είχε το χάρισμα της ποιμαντικής ακροάσεως. Κατά τη διάρκεια του μυστηρίου της εξομολογήσεως αφοσιωνόταν στον άνθρωπο, ο οποίος βρισκόταν ενώπιόν του. Τον άκουε με προσοχή και κατόπιν μιλούσε με λόγο λιτό, ευθύ, επιγραμματικό, βασισμένο στην Αγία Γραφή και την εν γένει εκκλησιαστική παράδοση, που άρμοζε στην ανάγκη εκάστου.

 

Έχοντας βαθειά συνείδηση ότι ενεργούσε «ως υπηρέτης Χριστού και οικονόμος μυστηρίων Θεού, ουχί ως ιδίαν τινά επιστήμην εξ αυθεντίας οικονομών, αλλ’ ως Θεού υπηρεσίαν εν επιμελεία ψυχών αίματι Χριστού εξηγορασμένων», είχε υψηλό αίσθημα ευθύνης και προσευχόταν κατά τη διάρκεια του μυστηρίου, επιζητώντας τον φωτισμό του Θεού. Δεν έσπευδε να κάνει βεβιασμένες διαγνώσεις, για να κερδίσει εντυπώσεις. Μάλιστα, ορισμένες φορές έλεγε: «Δεν έχω αυτή τη στιγμή πληροφορία, δεν μπορώ να σας πω». Και επανέρχονταν οι άνθρωποι δεύτερη ή και τρίτη φορά, για να λάβουν την απάντηση, καρπό των αδιαλείπτων προσευχών του οσίου Γέροντα υπέρ των πνευματικών του τέκνων.

 

Στην ποιμαντική θεραπευτική του εναλλάσσονταν η ακρίβεια με την οικονομία και η αυστηρότητα με την επιείκεια κατά περίπτωση, πάντοτε προς σωτηρία του ανθρώπου και ουδέποτε από ανθρωπαρέσκεια. Ακολουθούσε και εν προκειμένω την ποιμαντική θεραπευτική του συνόλου των αυθεντικών ποιμένων της Εκκλησίας.

 

Ο Όσιος ακόμη, «επόμενος τοις αγίοις Πατράσιν», έβλεπε τον άνθρωπο ως ψυχοσωματική οντότητα, εφόσον κατά την Ορθόδοξη διδασκαλία άμα τη συλλήψει του εμβρύου έχουμε ψυχοσωματική ύπαρξη, δηλαδή «άμα το σώμα και η ψυχή πέπλασται, ου το μεν πρότερον, το δε ύστερον». Επομένως, μακριά από κάθε απόχρωση μανιχαϊσμού, βοηθούσε με αγάπη και στοργή στην αντιμετώπιση των υλικών και πνευματικών αναγκών των ανθρώπων. Ασκούσε, δηλαδή, την ποιμαντική θεραπευτική του όλου ανθρώπου και όλων των ανθρώπων, ανεξαρτήτως φύλου, ηλικίας, καταστάσεως, καταγωγής, γραμματικών γνώσεων κλπ., σύμφωνα με την προτροπή του Μεγάλου Βασιλείου: «το πεπλανημένον επίστρεφε, το συντετριμμένον επίδησον, το νοσούν ίασαι».

 

Στη ζωή του οσίου Γέροντα παρατηρούμε να υπάρχουν τα χαρακτηριστικά εκείνα, τα οποία συναντούμε στη ζωή όλων των Αγίων της Εκκλησίας μας. Και συγχρόνως βλέπουμε να υπάρχουν κάποια ειδικά χαρακτηριστικά, τα οποία ανακαλούν στη μνήμη μας τη σταθερή διδασκαλία της Εκκλησίας μας, ότι η χάρη του Θεού επισκιάζει τον άνθρωπο, τον φωτίζει και τον κατευθύνει, αλλά δεν τον ισοπεδώνει. Ο κάθε άγιος, δηλαδή, της Εκκλησίας μας διατηρεί τα ειδικά χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του.

 

Πρωτοπρεσβύτερος Γεώργιος Χρ. Ευθυμίου

 


  

κ τς ερς Μονς