Οι Έλληνες χριστιανοί που υπέστησαν τα μαρτύρια και τον θάνατο από τους Τούρκους αποτελούν ένα μεγάλο νέφος. Κάθε περιοχή της σημερινής Ελλάδος, της Μικράς Ασίας, της Κωνσταντινούπολης έχει τους μάρτυρές της. Αυτοί, με τη θυσία τους, κράτησαν όρθιο το Γένος. Οι περισσότεροι ανώνυμοι. Ο Θεός τους γνωρίζει. Επώνυμοι περίπου διακόσιοι, που η μνήμη τους εορτάζεται όσο υπάρχει Ρωμιοσύνη.
Ένα σύντομο και ολιγόλεξο χάραγμα, σ’ έναν από τους σωζόμενους στύλους του Ολυμπίου Διός στην Αθήνα, περιέχει σε συντομία το μαρτύριο ενός Αθηναίου Νεομάρτυρος: «1771 Ιουλίου 9 αποκεφαλίσθη ο Πακνανάς Μιχάλης».
Πριν από δύο περίπου αιώνες έγινε το μαρτύριο όπου ο «Μιχάλης Πακνανάς», αποκεφαλίσθη, καθώς μας πληροφορεί ο συναξαριστής της Εκκλησίας: «τῆ αὐτῆ ἡμέρα ὁ ἅγιος Νεομάρτυς Μιχαήλ ὁ κηπουρός, ὁ ἐν Ἀθήναις μαρτυρήσας, ξίφει τελειοῦται». Και φαίνεται να έδειξε μεγάλη γενναιότητα και υπομονή στο μαρτύριο, γιατί στο γνωστό δίστιχο σημειώνεται:
Οὐ πτοεῖ Μιχαὴλ θεῖον τμῆσις κάρας, ὑπὲρ Χριστοῦ δέχεται αὐτὴν προθύμως. Τί κατ’ ὀλίγον λαιμὸν ὦ σπαθηφόρε, Τέμνεις; Μιχαὴλ οὐ πτοεῖται τὴν σπάθην. Ἐνάτῃ Μιχαὴλ κείρατο αὐχένα χαλκὸς ἀτειρής.
Ο Βίος του Αγίου μας πληροφορεί ότι ο Μιχαήλ Πακνανάς ή Μπακνανάς, γεννήθηκε στηνΑθήνα από ενάρετους γονείς περί το 1750 μ.Χ. στη συνοικία της Βλασσαρούς, η οποία βρισκόταν κάτω από την Ακρόπολη, στο χώρο της Αρχαίας Αγοράς. Λόγω της πενίας των γονέων του, έμεινε αγράμματος και έγινε κηπουρός.
Κάποια ημέρα ενώ επέστρεψε στην Αθήνα από κάποιο χωριό όπου είχε πάει για δουλειά, συνελήφθη από τους Τούρκους φύλακες και συκοφαντήθηκε ότι μετέφερε κρυφά μπαρούτι για τους επαναστάτες Έλληνες. Οδηγήθηκε στον κριτή, όπου διαμαρτυρήθηκε για την αδικία εις βάρος του, αλλά καταδικάστηκε εις θάνατον εκτός και εάν δεχόταν να αρνηθεί την πίστη του και να ασπασθεί το Μωαμεθανισμό, οπότε θα έσωζε τη ζωή του. Όμως ο ευσεβής και έντιμος εκείνος Αθηναίος, απαντούσε σε ύφος αγέρωχο στις συνεχιζόμενες απειλές των Τούρκων με την χαρακτηριστική φράση, «Δεν τουρκεύω!».
Καταδικάσθηκε σε θάνατο και οδηγήθηκε στον τόπο της εκτέλεσης χαίρων και ευχαριστών τον Κύριο που τον αξίωσε της τιμής του μαρτυρίου. Στην αρχή ο δήμιος χτύπησε τον Άγιο με αντεστραμμένο ξίφος στο λαιμό για να τον εκφοβίσει, προσδοκώντας την μεταστροφή του. Όμως ο γενναίος μάρτυρας τον παρότρυνε με θάρρος λέγοντας «Χτύπα για την πίστη!». Και όταν ο δήμιος έβαλε το μαχαίρι του στον τράχηλο του Αγίου και τον πλήγωσε λίγο, άκουσε από το στόμα του Αγίου την ίδια φράση «Χτύπα για την πίστη!». Τελικά ο δήμιος απέτεμε τη σεπτή κεφαλή του το 1771 μ.Χ., χαρίζοντάς του το αμαράντινο στεφάνι του μαρτυρίου και πλουτίζοντας την Εκκλησία των Αθηνών με ένα καλλίνικο μάρτυρα.
Οι δικοί μας άγιοι, σημειώνει ο Φώτης Κόντογλου, που μαρτυρήσανε στον καιρό που είμαστε σκλάβοι στους Τούρκους ήτανε ταπεινοί, απλοί, λιγομίλητοι, με τη φωτιά της πίστης στα στήθια τους… Νέοι άνθρωποι, παλλικάρια απάνω στο άνθος της ηλικίας τους…
Εμείς, οι σημερινοί, είμαστε βάρβαροι, που δεν είμαστε σε θέση να νιώσουμε όσο πρέπει την ευγένεια και το μεγαλείο της θυσίας για το όνομα του Χριστού, που την προσφέρανε με τα κορμιά τους εκείνοι οι λεονταρόψυχοι, που γι’ αυτούς λέγει ο ευαγγελιστής Ιωάννης πως δεν γεννηθήκανε από αίματα, μήτε από θέλημα της σάρκας, μήτε από θέλημα ανδρός, αλλά πως γεννηθήκανε από τον Θεό.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Νεότητι σώματος τὸν παλαμναῖον ἐχθρόν, ἀθλήσας κατέβαλες, ὑπὲρ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, τμηθεὶς τὸν αὐχένα σου· ὅθεν τῶν Ἀθηναίων ἡ περίδοξος πόλις μέλπει τὴν ἄθλησίν σου, Μιχαὴλ Νεομάρτυς· ἐκ ταύτης γὰρ ὡς ἄνθος εὐῶδες ἐβλάστησας.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς