Η Μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι η ευλογημένη περίοδος της μετανοίας, η οποία προετοιμάζει τον πιστό χριστιανό για την μεγάλη συνάντηση με τον Σταυρωθέντα και Αναστάντα Κύριο. Η αληθινή δίψα για την αναζήτηση του Θεού οδηγεί στα ευλογημένα μονοπάτια της αυτογνωσίας και της επιγνώσεως και στον πόθο για μία καινή ζωή μεταμορφώσεως και αγιασμού, μέσα από την αγάπη μας προς τον Θεό και στον συνάνθρωπο.
Της μετανοίας προηγείται πάντοτε η γνώση του εαυτού μας. Οφείλουμε να δούμε σε βάθος ποιοι ακριβώς είμαστε, για να αποκτήσουμε την πολυπόθητη αυτογνωσία και μετά να ακολουθήσει το πνεύμα της μετανοίας. Αυτός είναι και ο απώτερος σκοπός της Μεγάλης Σαρακοστής με τις κατανυκτικές ακολουθίες και την συνεχή μυστηριακή ζωή. «Όποιος επέτυχε την πλήρη γνώση του εαυτού του, λέγει ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος, αυτός έσπειρε σε γη αγαθή. Όποιος δεν έσπειρε κατ’ αυτόν τον τρόπο, δεν πρόκειται να ιδεί να ανθίζει μέσα του η ταπεινοφροσύνη. Όποιος επέτυχε την γνώση του εαυτού του, αυτός αισθάνθηκε το φόβο του Κυρίου, και βαδίζοντας με την αίσθηση αυτή έφθασε στην πύλη της αγάπης». (Κλίμαξ, Λόγος 25ος).
Οι καλοί αγωνιστές γνωρίζουν την πορεία που ακολουθεί η ψυχή, για να μπορέσει να ζήσει την Ανάσταση του Χριστού, η οποία είναι πρόγευση της αιωνίας χαράς στη Βασιλεία του Θεού. Μέσα στη ζωή της Εκκλησίας με τον ευλογημένο αγώνα της μετανοίας πραγματοποιείται η κάθαρση, φωτίζεται η ψυχή και ο νους και αποζητούν την νέα εν Χριστώ ζωή. Έτσι η χαρμολύπη της Μεγάλης Τεσσαρακοστής οδηγεί στην ανεκλάλητη χαρά της Αναστάσεως του Χριστού και του Πάσχα των χριστιανών.
Την Παρασκευή της στ΄ εβδομάδος των
Νηστειών συμπληρούται η Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Η μακρά περίοδος της νηστείας και
της εντατικής προσευχής λαμβάνει τέλος. Το επιβεβαιώνουν τα τροπάρια της
ακολουθίας της ημέρας αυτής, που σημειώνουν το τέλος της Τεσσαρακοστής και
χαιρετίζουν την αρχή της Μεγάλης Εβδομάδος.
Ἰδιόμελον. Ἦχος πλ. δ΄
«Τὴν ψυχωφελῆ πληρώσαντες Τεσσαρακοστὴν καὶ τὴν ἁγίαν ἑβδομάδα τοῦ πάθους σου αἰτοῦμεν κατιδεῖν, φιλάνθρωπε, τοῦ δοξᾶσαι ἐν αὐτῇ τὰ μεγαλεῖα σου καὶ τὴν ἄφατον δι᾿ ἡμᾶς οἰκονομίαν σου…».
Ἰδιόμελον. Ἦχος α'
«Ἐρχόμενος ὁ Κύριος πρὸς τὸ ἑκούσιον πάθος τοῖς ἀποστόλοις ἔλεγεν ἐν τῇ ὁδῷ· Ἰδοὺ ἀναβαίνομεν εἰς Ἱεροσόλυμα καὶ παραδοθήσεται ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου, καθὼς γέγραπται περὶ αὐτοῦ. Δεῦτε οὖν καὶ ἡμεῖς κεκαθαρμέναις διανοίαις συμπορευθῶμεν αὐτῷ καὶ συσταυρωθῶμεν καὶ νεκρωθῶμεν δι᾿ αὐτὸν ταῖς τοῦ βίου ἡδοναῖς, ἵνα καὶ συζήσωμεν αὐτῷ καὶ ἀκούσωμεν βοῶντος αὐτοῦ· Οὐκέτι εἰς τὴν ἐπίγειον Ἱερουσαλὴμ διὰ τὸ παθεῖν, ἀλλὰ ἀναβαίνω πρὸς τὸν Πατέρα μου καὶ Πατέρα ὑμῶν καὶ Θεόν μου καὶ Θεὸν ὑμῶν· καὶ συνανυψῶ ὑμᾶς εἰς τὴν ἄνω Ἱερουσαλήμ, ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν».
(=Έρχεται λοιπόν ο Κύριος επί το εκούσιον πάθος. Αναβαίνει στα Ιεροσόλυμα για να παραδοθεί και να σταυρωθεί, ο «Υιός του ανθρώπου». Και πάλι οι πιστοί αναδέχονται τον ρόλο των μαθητών· συναναβαίνουν, συμπορεύονται, συσταυρούνται, για να συζήσουν με αυτόν. Και η άνοδος αυτή παίρνει ένα εσχατολογικό νόημα· είναι προεικόνισις και εγγύησις της συναναβάσεως των πιστών με τον δοξασμένο Κύριο, όχι πια στην επίγειο Ιερουσαλήμ, αλλά στην ουράνιο, στην Βασιλεία των ουρανών, στον Πατέρα του Χριστού και Πατέρα μας και Θεό Του και Θεό μας). Αυτό ακριβώς είναι το περιεχόμενο του θαυμασίου στιχηρού ιδιομέλου των αίνων του όρθρου της Μεγάλης Δευτέρας του α’ ήχου.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς