O Άγιος Νικόλαος στην Α΄ Σύνοδο της Νίκαιας το 325 μ.Χ. και το ράπισμα στον Άρειο

 Τα γεγονότα

Την εποχή του Μ. Κωνσταντίνου εμφανίζεται και ο αιρετικός Άρειος. Ό Άρειος πρέσβευε και διαλαλούσε περίτρανα ότι ό Χριστός δεν είναι Θεός αλλά κτίσμα και ποίημα του Θεού. Αν και καθαιρείται, εξακολουθεί να υποστηρίζει σθεναρά την άποψή του, με συνέπεια να παρασύρονται αρκετοί από τα κηρύγματά του και να επικρατεί στις τάξεις της Εκκλησίας μεγάλη σύγχυση. Βλέποντας ο Μ. Κωνσταντίνος το πρόβλημα που είχε δημιουργηθεί, συγκαλεί σε σύσκεψη όλους τους Αρχιερείς και τους πρώτους των Μοναχών στη Νίκαια, για να αποδειχθεί ποιος τελικά έχει δίκαιο.

 


 

 

Επιφανείς αρχιερείς και Μοναχοί, ανάμεσα στους οποίους και ο Άγιος Νικόλαος συγκεντρώνονται στη Νίκαια το 325 μ.Χ. στην Α΄ Οικουμενική Σύνοδο και τίθενται αντιμέτωποι του Αρείου. Η συζήτηση είχε ξεκινήσει και η αγωνία ήταν μεγάλη. Βλέποντας σε κάποιο χρονικό σημείο ο Άγιος Νικόλαος ότι ο Άρειος προσπαθεί να αποστομώσει τους Αρχιερείς, κινούμενος από Ιερή αγανάκτηση σηκώθηκε και κατάφερε δυνατό ράπισμα στον Άρειο.

 

Ο Άρειος με περισσή ψυχραιμία διαμαρτυρήθηκε στο βασιλιά, αναφέροντας ότι η εν λόγω συμπεριφορά, αν μη τι άλλο, ήταν προσβλητική και για τον ίδιο. Ο Μ. Κωνσταντίνος απευθυνόμενος στους αρχιερείς θύμισε ότι ο νόμος προ­βλέπει να κόβεται το χέρι εκείνου που τόλμησε μπροστά στο βασιλιά να χτυπήσει τον οποιοδήποτε. Ωστόσο έδωσε την πρωτοβουλία ν’ αποφασίσουν οι ίδιοι οι Αρχιερείς για την τύχη του παραβάτη.

 

Στην πρόκληση αυτή οι αρχιερείς παραδέχθηκαν το λάθος της συμπεριφοράς αλλά παρακάλεσαν το βασιλιά, για να μην διαταραχθεί η σπουδαία Σύνοδος που διεξαγόταν την ώρα εκείνη, να φυλακίσει τον Άγιο αφήνοντας την τιμωρία του για το πέρας των εργασιών της Συνόδου.

 


 

 

Πράγματι ο Άγιος φυλακίζεται, αλλά και πάλι θαυμαστό γεγονός λαμβά­νει χώρα στη φυλακή. Το βράδυ παρουσιάζεται σε όραμα ο Χριστός και ή Θεοτόκος ρωτώντας τον Άγιο το λόγο για τον οποίο αυτός βρισκόταν στη φυλακή. Όταν ο Άγιος αποκρίθηκε ότι φυλακίστηκε για τη δική τους αγάπη, ο Χριστός του έδωσε το Άγιο Ευαγγέλιο, ενώ η Θεοτόκος το αρχιερατικό ωμοφόριο.

 

Την επόμενη μέρα γνωστοί του Αγίου, που τον επισκέφθηκαν, για να του προσφέρουν λίγο άρτο, βρίσκουν τον Άγιο απαλλαγμένο από τα δεσμά, να φορά το ωμοφόριο και να διαβάζει από το Ευαγγέλιο. Όταν ο βασιλιάς πληροφορήθηκε τα γεγονότα που διαδραματίσθηκαν στη φυλακή, ελευθέρωσε τον Άγιο και μαζί με τους άλλους αρχιερείς ζήτησε συγνώμη από τον Άγιο για τη συμπεριφορά που επέδειξαν απέναντί του.

 

Μετά το πέρας της Συνόδου ο Άγιος επέστρεψε στην επαρχία του.

 

Για το θαυμαστό γεγονός της καταισχύνης του Αρείου ο υμνογράφος άγιος Θεοφάνης, ευρισκόμενος σε αδυναμία και απορία προκειμένου να εγκωμιάσει έναν τόσο μεγάλο Άγιο σαν τον άγιο Νικόλαο, σε ένα τροπάριο αναφέρει: «Ποοις μελωδικος σμασιν παινσωμεν τν ερρχην, τν τς σεβεας ντπαλον, κα τς εσεβεας πρμαχον· τν τς κκλησας πρωτοσττην· τν μγαν, προασπιστν τε κα διδσκαλον· τν πντας, τος κακοδξους καταισχνοντα· τν λετρα ρεου, κα θερμν ντμαχον· τν δι’ ο τν τοτου φρν, Χριστς καταββληκεν, χων τ μγα λεος».

 

ΠΗΓΗ: Κατακόμβη, Εξαμηνιαία έκδοση Μητροπολιτικού – Καθεδρικού Ι.Ν. Αγ. Νικολάου Βόλου, Αφιέρωμα στον Άγιο Νικόλαο. Βίος του Αγίου Νικολάου,      Αποστόλου Ακριβόπουλου, Φιλόλογου, Δεκέμβριος 1998, σσ. 31 – 32.

 


 

 

κ τς ερς Μονς