Ύμνος εις την Κοίμηση της Θεοτόκου – από τον Φώτη Κόντογλου

 «…, τί παράδοξο θαμα! πηγή τς ζως σέ μνμα ποθέτεται, κι τάφος σκάλα γίνεται πού πάγει στόν ούρανό. Εφραίνου Γεθσημαν, γιασμένη κκλησιά τς Θεοτόκου. ς κράξουμε ο πιστοί, χοντες τόν Γαβριήλ γιά ταξίαρχο: Κεχαριτωμένη, χαρε, με σένα εναι Κύριος, πού δωρίζει στόν κόσμο μέ σένα τό μέγα λεος.

 

 


 

 

Την Κοίμησή σου δοξάζουνε ξουσίες, Θρόνοι, ρχές, Κυριότητες, Δυνάμεις και Χερουβίμ και τα φρικτά Σεραφείμ. ναγαλλιάζουνε οι νθρωποι στολισμένοι για τη γιορτή σου. Προσκυννε ο βασιλιάδες, μαζί με τους ρχαγγέλους και τους γγέλους, και ψέλνουνε: Κεχαριτωμένη χαρε, μαζί σου εναι Κύριος, που δωρίζει στόν κόσμο μέ σένα τό μέγα έλεος.

 

Στολισμένη μέ τή θεϊκή δόξα η ερή και δοξασμένη, Παρθένε, μνήμη σου, κι’ λους τους πιστούς τους σύναξε γιά να εφρανθονε, και μπροστά π’ όλους πηγαίνει Μαριάμ  με χορό και μέ τύμπανα ψέλνοντας τόν μονογεν σου, γιατί μέ δόξα δοξάσθηκε.

 

Τους δικούς σου μνολόγους, Θεοτόκε, που συγκροτήσανε ναν πνευματικό θίασο, σύ που εσαι ζωντανή κι’ φθονη πηγή, στερέωσέ τους. Και στή θεϊκή δόξα σου ξίωσέ τους με στεφάνια δόξας να στεφανωθονε.

 

Νικηθήκανε τς φύσης ο νόμοι σ σένα, Παρθένε χραντε. Γιατί σέ σένα παρθενεύει γέννα, καί μέ τή ζωή σμίγει θάνατος. σύ πού πόμεινες μετά τή γέννα Παρθένος καί μετά θάνατο ζωντανή, σζε παντοτινά, Θεοτόκε, τήν κληρονομία σου…».

 

«π σοί Χαίρει, Κεχαριτωμένη, πσα κτίσις»

 


 

                             

«ς μψύχ Θεο κιβωτ ψαυέτω μηδαμς χερ μυήτων χείλη δ πιστν τ Θεοτόκ σιγήτως φωνν το γγέλου ναμέλποντα, ν γαλλιάσει βοάτω: ντως νωτέρα πάντων πάρχεις, Παρθένε γνή».

«σένα πο εσαι ζωνταν κιβωτς το Θεο, ς μ σ γγίζει λότελα χέρι πιστο, λλ χείλια πιστ ς ψάλλουνε δίχως ν σωπάσουνε τ φων το γγέλου ( μνωδς θέλει ν πε τ φων το ρχαγγέλου Γαβριήλ, πο επε «ελογημένη σ ν γυναιξ») κι ς κράζουνε: «ληθινά, εσαι νώτερη π’ λα Παρθένε γνή».

 

λλοίμονο! μύητοι, πιστοι, κατάνυχτοι, εμαστε ο πι πολλο σήμερα, τώρα πο πρεπε ν προσπέσουμε μ δάκρυα καυτερ στν Παναγία κα ν πομε μαζ μ τ Θεόδωρο Δούκα τ Λάσκαρη, πο σύνθεσε μ συντριμμένη καρδι τν μέγα Παρακλητικ κανόνα:

 

«κύκλωσαν α το βίου με ζάλαι σπερ μέλισσαι κηρίον, Παρθένε». «Σν τ μελίσσια πο τριγυρίζουνε γύρω στν κερήθρα, τσι κ’ μένα μ ζώσανε ο ζαλάδες τς ζως κα πέσανε πάνω στν καρδιά μου κα τν κατατρυπνε μ τς φαρμακερς σαγίτες τους.

 

μποτε, Παναγiα μου, ν σ βρ βοηθό, ν μ γλυτώσεις π τ βάσανα». Μ ποις π μς γυρεύει βοήθεια π τν Παναγία, π τν Χριστ κι’ π τος γίους; Γυρεύουμε βoήθεια π τ κάθε τί, παρεκτός π τν Θεό. λλ τί βοήθεια μπορονε ν δώσουνε στν νθρωπο τ εδωλα τ λεγόμενα «πιστήμη» κα «τέχνη»; γιος σακ ναχωρητς λέγει: «Σ’ λους τούς δρόμους πο πορεύονται o νθρωποι σ τοτον τν κόσμο δv βρίσκουνε σ κανένα τν ερήνη, ς πο vά σιμώσουμε στν λπίδα το Θεο. Μ λλοίμονο! ο πι πολλο vθρωποι εναι «ο μ χοντες λπίδα» πως λέγει Παλος. ποιος δν χει τν πίστη μέσα στν καρδιά του, τί λπίδα μπορε νάχει; που ν’ κουμπήσει λα εναι σάπια.

 

Γι’ ατ κι’ μνογράφος πο επαμε, λέγει στν Παναγία: «πορήσας κ πάντων, δυνηρς κράζω σοι. Πρόφθασον, θερμ προστασία, κα τν βοήθειαν δς μοι τ δούλ σου τ ταπειν κα θλί».

 

ΠΗΓΗ: Κοίμηση της Θεοτόκου. Απόσπασμα. Φ. Κόντογλου- 5 Μελετήματα για τον πεζογράφο και καλλιτέχνη, εκδ. Ι. Μ. Χατζηφώτη, εκδ. των «Κριτικών Φύλλων»,

Αθήνα 1975, σελ. 54-57.

 


 

 

κ τς ερς Μονς