Κυριακή του εκ γενετής τυφλού (Ιωάν. 9, 1-38)
Το θαύμα του εκ γενετής τυφλού στη σημερινή ευαγγελική περικοπή διακηρύττει προς όλους ότι ο ίδιος ο Χριστός είναι ο Δημιουργός των ανθρώπων, αφού και τον Αδάμ έπλασε αλληγορικά από το χώμα της γης φτιάχνοντας πηλό. Ο Ιησούς Χριστός είναι το Φως το Αληθινό, ο Απεσταλμένος του Θεού, που παρέχει στους ανθρώπους, αλλά και χορηγεί την αιώνια ζωή μέσω της Αναστάσεώς Του. Η δε κολυμβήθρα του Σιλωάμ εικονίζει την αναγέννηση των ανθρώπων διά της Εκκλησίας και του Μυστηρίου του Βαπτίσματος.
Στις περιοδείες Του ο Ιησούς δεν άφησε έναν πονεμένο άνθρωπο χωρίς την επιβεβαίωση της παρουσίας Του, αλλά έψαξε, τον βρήκε και επειδή είδε την ταπείνωσή του, τη μεγάλη του πίστη και τη μαρτυρία του για Εκείνον, φανέρωσε την θεότητά του με σκοπό «διά νά φανερωθῇ ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ». Και επειδή ο Θεός ως Πατέρας και Φιλάνθρωπος δείχνει συνεχώς την αγάπη Του, δεν εγκαταλείπει ποτέ τα πλάσματά Του και επεμβαίνει όποτε Εκείνος κρίνει καλύτερα, προς το συμφέρον της αιτήσεώς: «Ὁ δέ ἐπί τό συμφέρον, εἰς τό μεταλαβεῖν τῆς ἁγιότητος αὐτοῦ», αναφέρει ο απόστολος Παύλος στην επιστολή του (Εβρ. 12,10). Και αλλού: «Οἴδαμεν δε ὅτι τοῖς ἀγαπῶσι τόν Θεόν πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν» (Ρωμ. 8,28).
Ένα σημαντικό μήνυμα από τον άνθρωπο που δέχεται τις ευεργεσίες του Θεού είναι η ομολογία των δωρεών του Θεού, δηλαδή το χρέος του προς τους συνανθρώπους του. Όταν ξεχειλίζει η ευγνωμοσύνη μας προς τον Δωρεοδότη Χριστό, γινόμαστε φυσικά και αυθόρμητα ιεραπόστολοι με τις μικρές ή τις μεγάλες δυνάμεις μας, μοιράζοντας την εμπειρία μας με εκείνους που ακόμη διψούν και αναζητούν τον Θεό.
Η ομολογία αυτή στηρίζεται στην ταπείνωση και την ακράδαντη πίστη. Παρουσιάζει το πρόσωπο του Χριστού και προβάλλει τη ζωή Του, τις νίκες Του κατά του θανάτου και κατά της αμαρτίας. Αυτό ακριβώς έκαναν και όλοι οι άγιοι και ομολογητές της Πίστεως, παρουσίαζαν τη δική τους μηδαμινότητα και ομολογούσαν τη θεϊκή δύναμη με τη ζωή τους.
Ο τυφλός του Ευαγγελίου αφού θεραπεύθηκε, δεν λησμόνησε το μεγάλο δώρο του Ευεργέτη του, πίστεψε σε Αυτόν και Τον ομολόγησε με παρρησία σε κάθε ευκαιρία της ζωής του. Η ψυχή του πληρώθηκε από το άπλετο Φως της αγάπης του Χριστού και ανταπέδωσε απόλυτα αυτήν την αγάπη με την θαρρετή ομολογία του.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τῆς ψυχῆς τὰ ὄμματα πεπηρωμένος, σοὶ Χριστὲ προσέρχομαι, ὡς ὁ τυφλὸς ἐκ γενετῆς, ἐν μετανοίᾳ κραυγάζων σοι· Σὺ τῶν ἐν σκότει τὸ φῶς τὸ ὑπέρλαμπρον.
Μεγαλυνάριον
Ἤνοιξας Σωτήρ μου τοὺς ὀφθαλμούς, τοῦ τυφλοῦ ἐκ μήτρας, ὡς φιλάνθρωπος πλαστουργός, τοῦ πηλοῦ τῇ χρήσει, καὶ Σιλωὰμ τῇ νίψει· διό σε ὡμολόγει, Θεὸν καὶ Κύριο.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς