Την Κυριακή των Βαΐων εορτάζομε την λαμπρή και ένδοξο πανήγυρη της εισόδου στα Ιεροσόλυμα του Κυρίου. Ο Κύριος καθήμενος «επί πώλου όνου» μετά την ανάσταση του Λαζάρου στη Βηθανία εισέρχεται στα Ιεροσόλυμα πανηγυρικά. Ο λαός βγήκε να Τον υποδεχθεί κρατώντας κλάδους βαϊων και κραύγαζε: «εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος, ἐν ὀνόματι Κυρίου».
Στην πραγματικότητα η είσοδος αυτή είναι η αρχή του μαρτυρίου, διότι σε λίγες ημέρες ο Χριστός θα μαρτυρήσει επάνω στο Σταυρό, για να καταργήσει τον θάνατο και να χαρίσει τη ζωή και την μακαριότητα στον άνθρωπο.
Το «Μέγα Ωρολόγιον της Εκκλησίας» αναγράφει: «Πέντε μέρες προ του Νομικού Πάσχα, ερχόμενος ο Ιησούς από τη Βηθανία στα Ιεροσόλυμα, έστειλε δύο από τους μαθητές του και του έφεραν ένα ονάριο και αφού κάθισε πάνω του εισερχόταν στη πόλη. Ο λαός μόλις άκουσε ότι έρχεται ο Ιησούς (είχαν μάθει και τα περί αναστάσεως του Λαζάρου) έλαβαν στα χέρια τους βάγια από φοίνικες και πήγαν να τον προϋπαντήσουν. Άλλοι με τα ρούχα τους, άλλοι έκοβαν κλαδιά από τα δένδρα και τα έστρωναν στο δρόμο όπου διερχόταν ο Κύριος και τον ακολουθούσαν. Ακόμα και τα νήπια τον προϋπάντησαν και όλοι μαζί φώναζαν: «Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου, ο βασιλεύς του Ισραήλ» (Ιωαν. ιε΄).
Τα βάγια, οι κλάδοι των φοινίκων σήμαιναν την κατά του διαβόλου και του θανάτου νίκη του Χριστού. Το Ωσαννά ερμηνεύεται «σῶσον παρακαλῶ». Το πωλάριο της όνου και το κάθισμα του Ιησού πάνω του, το οποίο ήταν ζώο ακάθαρτο κατά τον νόμο τους, σήμαινε την πρώην ακαθαρσία και αγριότητα των εθνών και την μετά από λίγο υποταγή αυτών στο άγιο Ευαγγέλιο.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’.
Τὴν κοινὴν Ἀνάστασιν πρὸ τοῦ σοῦ πάθους πιστούμενος, ἐκ νεκρῶν ἤγειρας τὸν Λάζαρον Χριστὲ ὁ Θεός· ὅθεν καὶ ἡμεῖς ὡς οἱ παῖδες, τὰ τῆς νίκης σύμβολα φέροντες, σοὶ τῷ νικητῇ τοῦ θανάτου βοῶμεν· Ὠσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος, ἐν ὀνόματι Κυρίου.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’
Συνταφέντες σοι διὰ τοῦ Βαπτίσματος, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, τῆς ἀθανάτου ζωῆς ἠξιώθημεν τῇ Ἀναστάσει σου, καὶ ἀνυμνοῦντες κράζομεν, Ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις, εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος, ἐν ὀνόματι Κυρίου.
(Μετάφραση) Η Εκκλησία μας ψάλλει:
Αφού ταφήκαμε μαζί με Σένα, Χριστέ και Θεέ μας, διά του βαπτίσματός μας (το οποίο είναι τύπος του θανάτου Σου και της ταφής Σου), αξιωθήκαμε διά της Αναστάσεώς Σου να εισέλθουμε στην αθάνατη ζωή της Βασιλείας Σου. Γι' αυτό υμνώντας Εσένα, κράζομε: Βοήθησέ μας και σώσε μας, Συ, που ως Θεός κατοικείς στα ύψιστα μέρη του Ουρανού. Ας είσαι ευλογημένος Συ, που έρχεσαι απεσταλμένος από τον Κύριο!
Τῇ ἀφάτῳ σου εὐσπλαγχνίᾳ, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν, νικητὰς ἡμᾶς τῶν παραλόγων παθῶν ποίησον, καὶ τὴν σὴν ἐναργῆ κατὰ θανάτου νίκην, τὴν φαιδράν σου καὶ ζωηφόρον Ἀνάστασιν ἰδεῖν καταξίωσον,
καὶ ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν.
Κοντάκιον Αὐτόμελον. Ἦχος πλ. β’
Τῷ θρόνῳ ἐν οὐρανῷ, τῷ πώλῳ ἐπὶ τῆς γῆς, ἐποχούμενος Χριστὲ ὁ Θεός, τῶν Ἀγγέλων τὴν αἴνεσιν, καὶ τῶν Παίδων ἀνύμνησιν προσεδέξω βοώντων σοι, Εὐλογημένος εἶ ὁ ἐρχόμενος, τὸν Ἀδὰμ ἀνακαλέσασθαι.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς