«Χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδὲν» (Ἰω. 15, 5)

  νθρωπος, ν θλη ν μ βασανζεται, πρπει ν πιστψη στ «χωρς μο ο δνασθε ποιεν οδν», πο επε Χριστς. Ν πελπισθ δηλαδ π τν αυτ του μ τν καλ ννοια κα ν πιστψη στν δναμη το Θεο. ταν κανες πελπισθ μ τν καλ ννοια π τν αυτ του, ττε βρσκει τν Θε. «Τν πσαν λπδα μου ες σ νατθημι» (Θεοτοκο β χου). κμη κα ο πι πνευματικο νθρωποι δν χουν ξασφαλσει τν ζω τους, γι' ατ κα κρατον συνχεια τν αυτ τους στν σφλεια το Θεο, λπζουν στν Θε κα πελπζονται μνον π τ «γ» τους, διτι τ «γ» φρνει στν νθρωπο λη τν πνευματικ δυστυχα.

 

 


 

ατοπεποθηση εναι μεγαλτερος κα χειρτερος χθρς μας, γιατ μς τινζει ξαφνικ λπητα στν ἀέρα κα μς φνει δυστυχισμνους στος δρμους. ταν νθρωπος χη ατοπεποθηση, δνεται κα δν μπορε ν κνη τποτε παλεει μνος του. Ττε πμενο εναι ν νικηθ π τν χθρ ν ποτχη κα ν συντριβ τ «γ» του. Καλς Θες πολλς φορς οκονομει πολ σοφ ν δομε κα τν θεα Του πμβαση κα τν ποτυχα πο εχαμε μ τν ατοπεποθησ μας. ταν κανες παρακολουθ κα ξετζη κθε γεγονς πο συμβανει στν ζω του, ποκτει περα, προσχει κα τσι προοδεει.

 

Χριστς ζητοσε πρτα τν πστη στν δναμη το Θεο κα στερα κανε τ θαμα. «ν πιστεης στν δναμη το Θεο, θ γιατρευθς» (Ματθ. 9, 29), λεγε. χι πως λνε λανθασμνα μερικο σμερα: « νθρωπος χει δυνμεις, κα ν πιστεη στς δυνμεις του, μπορε ν κνη τ πντα. "Ν πιστεης" δν λει κα τ Εαγγλιο; Συμφωνομε πομνως». Να, Χριστς λεγε «πιστεεις;», λλ ννοοσε: «Πιστεεις στν Θε; Πιστεεις τι μπορε Θες;». Ζητοσε τν διαβεβαωση το νθρπου τι πιστεει στν Θε, κα ττε βοηθοσε. Πουθεν τ Εαγγλιο δν λει ν πιστεω στν γωισμ μου, λλ ν πιστεω στν Θε, τι μπορε Θες ν μ βοηθση, ν μ θεραπεση. Ατο μως τ παρνουν νποδα κα λνε: « νθρωπος χει δυνμεις κα πρπει ν πιστεη στν αυτ του». Τ ν πιστεη κανες στν αυτ του χει γωισμ δαιμονισμ.

 

 – Γροντα, ατο ο νθρωποι, ταν γνεται να θαμα, λνε τι ατ συνβη, πειδ πστευε νθρωπος τι θ γνη.

 

 – Πσω π ατν τν γωιστικ τοποθτηση κρβεται νργεια το διαβλου. Μπλκουν ατ πο επε Χριστς «πιστεεις;» μ τ δικ τους «πιστεω». π κε ξεκινει κα λος ατς δαιμονισμς πο πρχει στν κσμο. Σο λνε μετ «ν μ σβεσαι οτε μεγλο οτε μικρ, γι ν ποκτσης προσωπικτητα». Γι᾿ ατ κος κτι συνθματα: «Πτησ τους, σντριψ τους, γι ν πετχης». σεβασμς θεωρεται κατεστημνο κα διβολος θριαμβεει. δ να παιδ, λγο ν μιλση μ ναδεια στος γονες στος μεγαλυτρους, τ γκαταλεπει Χρις το Θεο κα δχεται πιδρσεις δαιμονικς, πσο μλλον ν τ κνη «τυπικ» ατ νθρωπος!

 


 

 

 – Γροντα, ταν κποιος λη τι πιστεει στν Θε, λλ δν πιστεη τι Θες μς προστατεει;

 – Ττε κνει τν αυτ του θε. Πς πιστεει στν Θε;

 – Κνει κθε πρω τν σταυρ του κ.λπ.

 – Ατς λει: «Πιστεω στν Θε, λλ Θες μς δωσε μυαλ, γι ν μπορομε ν κνουμε ,τι θλουμε». λει: «Εμαι θες. Γραφ δν λει "θεο στε κα υο ψστου πντες;"(Ψαλμ. 81, 6).

 

Δν σκφτεται τι γι ν εναι κανες κατ χριν θες, πρπει ν χη Χρη Θεο· λλ μ τ μυαλ του κνει τν αυτ του θε. λλο ν χη Χρη Θεο κα ν γνη κατ χριν θες, κα λλο ν κνη τν αυτ του θε. Ατ εναι τ μπρδεμα: Τν αυτ του τν κνει θε κα τελικ καταλγει ν εναι θεος.

 

ΠΗΓΗ: Αγίου Παϊσίου Αγιορείτου, Λόγοι Β΄,  Πνευματική Αφύπνιση, ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ -ΣΟΥΡΩΤΗ Θεσσαλονίκης 1999, σ. 274-276.

 

 


 

 

κ τς ερς Μονς