Από τις θείες εμπειρίες του οσίου Γέροντα Ιακώβου

 Ο όσιος Ιάκωβος ήταν ο ιερέας με μία έντονη και διαρκή προσευχή. Ο ιερέας πού μνημόνευε απίστευτα ονόματα στην προσκομιδή. Κυριολεκτικά τρέφονταν με την προσευχή. Ως γνήσιος λειτουργός του Υψίστου αξιώθηκε από τον Θεό και είχε θείες εμπειρίες. Έλεγε: «Να ξέρατε την ώρα του Χερουβικού, πώς κατεβαίνουν οι Άγγελοι μέσα στο ιερό! Πολλές φορές αισθάνομαι τις φτερούγες τους να με χτυπούν».

 

 


 

Κι άλλη φορά ήταν τόσο το πλήθος των Αγγέλων που τους είπε, στη Μεγάλη Είσοδο: «Με συγχωρείτε, Άγιοι Άγγελοι, κάντε λίγο τόπο να περάσω;». Άλλη φορά είδε Αγγέλους εκεί που μνημόνευε στην Αγία Προσκομιδή να παίρνουν τις μερίδες υπέρ των ψυχών που βγήκαν οι μερίδες αυτές, ζώντων τε και κοιμημένων και να τις πηγαίνουν και να τις εναποθέτουν ως προσευχή στα πόδια του Δεσπότου Χριστού. Συχνά τόνιζε τη μεγάλη αυτή αξία που έχει η μνημόνευση ονομάτων στην Προσκομιδή από τους Ιερείς.

 

Ο Γέροντας Ιάκωβος αναφέρει: «Οι άνθρωποι, παιδί μου, είναι τυφλοί και δεν βλέπουν το τι γίνεται μέσα στο ναό στη Θεία Λειτουργία. Μία φορά λειτουργούσα και δεν μπορούσα να κάνω Μεγάλη Είσοδο από αυτά που έβλεπα. Ο ψάλτης συνεχώς επαναλάμβανε: «ως τον Βασιλέα των όλων υποδεξόμενοι», οπότε ξαφνικά νιώθω να με σπρώχνει κάποιος από τον ώμο και να με οδηγεί στην Αγία Πρόθεση. Νόμισα ότι ήταν ο ψάλτης και είπα: «Ο ευλογημένος! Τόση ασέβεια! Μπήκε από την Ωραία Πύλη και με σπρώχνει! Γυρίζω και βλέπω μια τεράστια φτερούγα που την είχε περάσει ο Αρχάγγελος από τον ώμο μου και με οδηγούσε να κάνω τη Μεγάλη Είσοδο. Τι γίνεται μέσα στο Ιερό, κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας, δεν το αντιλαμβάνεται οποιοσδήποτε!…». Και συνεχίζει ο Γέροντας…

 

Μερικές φορές δεν μπορώ ν΄αντέξω και κάθομαι στην καρέκλα, οπότε ορισμένοι συλλειτουργοί νομίζουν ότι κάτι δεν πάει καλά με την υγεία μου, αλλά δεν ξέρουν τι βλέπω και τι ακούω. Τι φτερούγισμα, παιδί μου, κάνουν οι Άγγελοι! Μόλις ο Ιερέας πει το «Δι΄ ευχών», φεύγουν οι Ουράνιες Δυνάμεις και μέσα στο Ιερό έχουμε απόλυτη ησυχία…» (Ένας άγιος Γέροντας ο μακαριστός π. Ιάκωβος, Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Οσίου Δαβίδ Γέροντος, έκδοση των Πατέρων της Ι. Μονής Οσίου Δαβίδ Γέροντος. Λίμνη Ευβοίας 1996).

 

Οι θείες εμπειρίες του οσίου Ιακώβου συνεχίζονται και εκτός του Ναού. Ο όσιος Γέροντας μεταφέρονταν σε διάφορα μέρη με θαυμαστό τρόπο. Η αφήγηση προέρχεται από το βιβλίο του Στυλιανού Παπαδοπούλου (Ιάκωβος Τσαλίκης, Αθήνα 1994, σ. 104-105).

 

 


 

 

 

«Αυτά είναι του Θεού πράγματα»!

 

«Επειδή ο π. Ιάκωβος ήτανε κι εφημέριος στα τρία χωριουδάκια, έπρεπε να πηγαινοέρχεται τις Κυριακές και μερικές ακόμα φορές, όταν το καλούσε η ανάγκη. Κι έπρεπε να πηγαίνει με το ζώο με κρύο, με χιόνι, με πάγους, με λιοπύρι… Δεν ήτανε λίγες οι φορές που παλιά το μουλάρι του, η Χάϊδω, τον ταλαιπωρούσε, γιατί κλώτσαγε και ήτανε νευρικό. Μια φορά μάλιστα, χειμώνα καιρό, με χιόνι πρόγκηξε στο δάσος το ζώο, πέταξε κάτω τον π. Ιάκωβο, που χτύπησε άσχημα κι έχασε και κάτι μάλλινα χοντρά γάντια, που του είχε στείλει για τέτοιες περιστάσεις η κ. Ζωή. Επειδή πάντα ήταν εξαντλημένος από την άσκηση, κρύωνε πολύ, ξυλιάζανε τα χέρια του και δυσκολευότανε να λειτουργήσει.

 

`Πολλές φορές πήγαινε στα χωριά για διάφορους λόγους, χωρίς να παίρνει το μουλάρι. Έτσι, επέστρεφε από τα Δαμνιά και μάλιστα ήτανε φορτωμένος με αρκετά κιλά. Δύο περίπου χιλιόμετρα πριν φτάσει στο μοναστήρι, πέρασε ταξί με πελάτη, που γνώρισε τον π. Ιάκωβο και πρότεινε στον οδηγό να τον πάρουνε κι αυτόν. Ο οδηγός απάντησε: - Ας τους, οι καλόγεροι δεν έχουν ανάγκη… Συνεχίσανε και μόλις φτάσανε στη Μονή χτυπήσανε και τους άνοιξε ο ίδιος ο π. Ιάκωβος. Ταξιτζής και πελάτης τα χάσανε. Ο πρώτος ζήτησε συγνώμη.

 

Τέτοια ήτανε πολύ συνήθη, μα καταγράφουμε ακόμα μία περίπτωση. Μητέρα είχε άρρωστο παιδάκι και έφερνε τα ρουχαλάκια του να τα «διαβάσει» ο π. Ιάκωβος. Τα ‘φερνε, το 1970 με το ταξί του Αθ. Βαρβούζου. Χειμώνας, λάσπες, δεν είχε γίνει ο καινούργιος δρόμος και το ταξί κόλλησε στις λάσπες ακριβώς στη διασταύρωση, εκεί που στρίβει ο δρόμος για το Ασκητήριο του Οσίου Δαβίδ. Κατεβήκανε και θα συνέχιζαν με τα πόδια, όταν πέρασε με μουλάρι ο π. Ιάκωβος πηγαίνοντας να κοινωνήσει στα Δαμνιά κάποιον ετοιμοθάνατο, απόσταση τουλάχιστον 6 με 7 χιλιόμετρα από τη Μονή. Η μητέρα ζήτησε να μιλήσει στον π. Ιάκωβο μα κείνος της έδειξε «τα Άγια» (τη Θεία Κοινωνία), της είπε να κάνει το Σταυρό της και να πάει στη Μονή, όπου θα επιστρέψει και ο ίδιος. Μητέρα και ταξιτζής περπατήσανε δέκα με δεκαπέντε λεπτά και φτάσανε. Μπήκανε στο ναό, προσκυνήσανε κι έκπληκτοι βλέπουνε τον π. Ιάκωβο να βγαίνει από το Ιερό!

 

- Πάτερ Ιάκωβε, δεν σε είδαμε πριν λίγο στο δρόμο; 

- Ναι, παιδί μου.

- Δεν πήγαινες στα Δαμνιά να κοινωνήσεις ετοιμοθάνατο; 

 - Ναι, παιδί μου.

 - Και πώς πήγες και γύρισες τόσο γρήγορα; - Αυτά, παιδί μου, είναι του Θεού πράγματα!»

(Το διηγήθηκε ο ταξιτζής ενώπιον του επισκόπου.)

 

 



 

 

κ τς ερς Μονς