Η Παναγία «ὁ καθαρώτατος ναός τοῦ Σωτῆρος… σήμερον εἰσάγεται
ἐν τῶ οἴκω Κυρίου… Αὕτη ὑπάρχει σκηνή ἐπουράνιος».
Την Παναγία την βλέπουμε σήμερα τριών χρόνων νήπιο να εισέρχεται στον χειροποίητο Ναό των Ιεροσολύμων, προορίζεται να γίνει η ίδια Ναός και Σκηνή και Κατοικητήριο του Υιού του Θεού και να φέρει στον κόσμο τον Σωτήρα Χριστό. Με θεσπέσιους ύμνους και λόγους οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας εξυμνούν τον ρόλο της Παναγίας για τη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ομιλεί για τα Εισόδια της Κεχαριτωμένης Μαρίας:
«…Εάν το δένδρο αναγνωρίζεται από τον καρπό, και το καλό δένδρο παράγει επίσης καλό καρπό, η μητέρα της αυτοαγαθότητος, η γεννήτρια της αιώνιας καλλονής, πώς δεν θα υπερείχε ασύγκριτα κατά την καλοκαγαθία από κάθε αγαθό εγκόσμιο και υπερκόσμιο; …Ο προαιώνιος και υπερούσιος Λόγος βρίσκει αυτήν την αειπάρθενη, η οποία υμνείται από μας σήμερα που εορτάζουμε την παράδοξη είσοδό της στα άγια των αγίων και την εκλέγει ανάμεσα από όλους ανά τους αιώνες εκλεκτούς και θαυμαστούς και περιβόητους για την ευσέβεια και σύνεση και σε λόγια και σε έργα. Ήταν αδύνατο η υψίστη και υπεράνω του νου καθαρότης, ο σαρκωθείς Λόγος, να ενωθεί με μολυσμένη φύση, γιατί ένα μόνο πράγμα είναι αδύνατο στο Θεό, το να έλθει σε ένωση με ακάθαρτο, πριν αυτό καθαρισθεί…
Σεμνή τότε και χαρούμενη και θαυμαστή με το κατάλληλο παράστημα και ήθος και φρόνημα η τριετίζουσα κόρη προχωρούσε και έρχεται σε συνάντηση με τον αρχιερέα. Και αμέσως εγκατέλειψε όλους γονείς, τροφούς, συνομήλικες και αποχωρίσθηκε από τους συναγμένους, μόνη εντελώς, χαρούμενη προχωρεί στον αρχιερέα ο οποίος την εισήγαγε στα άγια των αγίων… Ζούσε την ιερά ησυχία, τη στάση του νου και του κόσμου, τη λησμονιά των κάτω, την μύηση των άνω, την απόθεση των νοημάτων προς το καλύτερο, δια της παιδείας από την ησυχία που θεωρούμε μέσα το Θεό… Αφού έτσι μυήθηκε στα ανώτατα μυστήρια με αυτές τις ακρότατες θεωρίες και κατά το τρόπο αυτόν ενώθηκε και αφομοιώθηκε με το Θεό… δεν έγινε μόνο καθ' ομοίωση Θεού, αλλά και έκαμε το Θεό καθ' ομοίωση ανθρώπου.
Ποιος μπορεί να περιγράψει τα μεγαλεία σου, Παρθένε; Έγινες Θεομήτωρ, ένωσες το νου με το Θεό, ένωσες το Θεό με τη σάρκα, έκανες το Θεό Υιό ανθρώπου και τον άνθρωπο υιό Θεού, συμφιλίωσες τον κόσμο με τον ποιητή του κόσμου. Μας δίδαξες με έργα ότι το θεωρείν δεν προσγίνεται μόνο με αίσθηση ή και λογισμό στους πραγματικούς ανθρώπους (διότι τότε θα ήσαν λίγο μόνο καλύτεροι από τα άλογα), αλλά πολύ περισσότερο με τη κάθαρση του νου και τη μέθεξη της θείας χάριτος, κατά την οποία εντρυφούμε στα θεοειδή κάλλη όχι με λογισμούς, αλλά με άϋλες επαφές. Έκαμες τους ανθρώπους ομοδιαίτους με τους αγγέλους, ή μάλλον αξίωσες και μεγαλύτερων βραβείων, αφού συνέλαβες από το άγιο Πνεύμα θεανδρική μορφή και την γέννησες παράδοξα και κατέστησες την ανθρώπινη φύση απορρήτως συμφυή και, θα λέγαμε, ομόθεη με τη θεία φύση..» (Γρηγορίου Παλαμά, Λόγος εις τα Εισόδια της Θεοτόκου)
Από τον λόγο του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, κατανοούμε ότι η σκηνή του μαρτυρίου μέσα στο ναό του Σολομώντα είναι η ίδια η Εκκλησία και τα «Άγια των Αγίων», στα οποία εισήλθε η Παναγία, είναι η προτύπωση της Εκκλησίας και μάλιστα της ίδιας της Παναγίας. Διότι αυτή υπήρξε το γνήσιο θυσιαστήριο, η στάμνα που κράτησε και φύλαξε μέσα στα σπλάχνα της το αληθινό «μάνα», δηλαδή τον Χριστό. Οι πραγματικές πλάκες, όχι του Μωσαϊκού νόμου, αλλά του νόμου της Χάριτος της Καινής Διαθήκης. Το ραβδί του Ααρών, το οποίο όχι απλώς βλάστησε, αλλά «εξήνθησε» το «άνθος το εύοσμον», τον Υιό και Λόγο του Θεού. Έγινε η λαμπάδα του Θεού, το κατοικητήριό Του, ο ναός Του, το Θυσιαστήριο και η λατρεία η ζώσα και καθαρά.
Με τις πρεσβείες της Θεοτόκου και το παράδειγμα της καθαρότητάς της να εισοδεύσουμε τις ημέρες προ των Χριστουγέννων, αφού προετοιμασθούμε με τα Μυστήρια της καθάρσεως, να φωτισθεί η υπόστασή μας και να γίνει φάτνη στην οποία θα γεννηθεί ο Χριστός.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς.
Ὁ καθαρώτατος ναὸς τοῦ Σωτῆρος, ἡ πολυτίμητος παστὰς καὶ Παρθένος, τὸ Ἱερὸν θησαύρισμα τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, σήμερον εἰσάγεται, ἐν τῷ οἴκῳ Κυρίου, τὴν χάριν συνεισάγουσα, τὴν ἐν Πνεύματι θείῳ· ἣν ἀνυμνοῦσιν Ἄγγελοι Θεοῦ· Αὕτη ὑπάρχει σκηνὴ ἐπουράνιος.
Ὁ Οἶκος
Τῶν ἀπορρήτων τοῦ Θεοῦ καὶ θείων μυστηρίων, ὁρῶν ἐν τῇ Παρθένῳ, τὴν χάριν δηλουμένην, καὶ πληρουμένην ἐμφανῶς, χαίρω, καὶ τὸν τρόπον ἐννοεῖν ἀμηχανῶ τόν ξένον καὶ ἀπόρρητον, πῶς ἐκλελεγμένη ἡ ἄχραντος, μόνη ἀνεδείχθη ὑπὲρ ἅπασαν τὴν κτίσιν, τὴν ὁρατὴν καὶ τὴν νοουμένην. Διό, ἀνευφημεῖν βουλόμενος ταύτην, καταπλήττομαι σφοδρῶς νοῦν τε καὶ λόγον, ὅμως δὲ τολμῶν, κηρύττω καὶ μεγαλύνω· Αὕτη ὑπάρχει σκηνὴ ἐπουράνιος.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς