Τῇ ΚΣΤ‘ τοῦ μηνός Ὀκτωβρίου, Μνήμη τοῦ Ἁγίου καὶ Ἐνδόξου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου τοῦ Μυροβλύτου καὶ θαυματουργοῦ.
«Δημήτριον νύττουσι λόγχαι Χριστέ μου,
Ζηλοῦντα πλευρᾶς λογχονύκτου σῆς πάθος.
Εἰκοστῇ μελίαι Δημήτριον ἕκτῃ ἀνεῖλον».
Μετά το μαρτύριο του Αγίου, οι χριστιανοί της Θεσσαλονίκης ενταφίασαν ευλαβικά το σώμα του μάρτυρος και από τον τάφο του άρχισε νʼ αναβλύζει μύρο, γιʼ αυτό και ονομάστηκε Μυροβλύτης. Από τον 6ο αιώνα καταγράφηκαν συλλογές θαυμάτων του Αγίου, εκ των οποίων το Α' βιβλίο είναι έργο του Αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης Ιωάννη του Α' (7ος αι.). Το Μαρτύριο και τρία βιβλία των θαυμάτων περιλαμβάνονται στον τόμο 116 της Ελληνικής Πατρολογίας του J. P. Migne.
Το γεγονός ότι οι άγιοι του Θεού ζουν περιβεβλημένοι δόξα μεγάλη και κλέος στον ουρανό, το γνωρίζουν οι Ορθόδοξοι χριστιανοί, όχι απλώς με τη λογική τους, αλλά με την αληθινή βοήθεια των αγίων και τις επισκέψεις τους σε ανθρώπους. Πράγματι, οι άγιοι εμφανίζονται κατά περιόδους ώστε οι άνθρωποι να τους δουν και να τους ακούσουν κατά καιρούς, άλλοτε πάλι, χωρίς να γίνονται ορατοί ούτε ακουστοί, επηρεάζουν τις σκέψεις μας, τις διαθέσεις και τις ενέργειές μας. Καταχωρούμε ενδεικτικά δύο παλαιότερα θαύματα:
1. Ο Άγιος Δημήτριος σώζει τους Θεσσαλονικείς που μαστίζονται από την πείνα.
Όλα τα μέρη μαστίζονταν από την πείνα, ιδίως η Θεσσαλονίκη κινδύνευε να αφανισθεί. Αλλά ο Μέγας Δημήτριος, δεν άφησε την πόλη να αφανισθεί. Κάποιος πλοίαρχος, ο οποίος εμπορευόταν σιτάρι, φόρτωσε εκείνο τον καιρό το πλοίο του για να το μεταφέρει στην Ευρώπη. Τη νύχτα λοιπόν εφάνη ο Άγιος Δημήτριος στον ύπνο του και του είπε: «Το σιτάρι αυτό πού υπολογίζεις να το πας;»
Ο πλοίαρχος απεκρίθη: «Στην Ευρώπη σκοπεύω να το πάω, αν το θέλει ο Θεός». Ο Άγιος του είπε: «Άκουσέ με, να το φέρεις στη Θεσσαλονίκη και να το πουλήσεις όπως θέλεις, διότι υπάρχει πολλή πείνα και ακρίβεια. Και πάρε αμέσως τρία φλουριά και φέρε το φορτίο εκεί για να λάβεις το υπόλοιπο της αξίας του».
Το πρωί ξύπνησε ο πλοίαρχος και είδε στα χέρια του τρία φλουριά. Είπε δε προς τους άλλους ναύτες: «Απόψε είδα στον ύπνο μου έναν στρατιώτη, ο οποίος είπε να πάμε το σιτάρι στην Θεσσαλονίκη. Και να μου έδωσε και τρία φλουριά σαν εγγύηση. Θέλετε να το πάμε εκεί; Διότι μου είπε πως υπάρχει μεγάλη πείνα στη Θεσσαλονίκη και πως θα κερδίσουμε περισσότερα απ'ότι στην Ευρώπη. Διότι στην Ευρώπη πηγαίνουν και άλλα πλοία, ενώ προς την Θεσσαλονίκη μόνο εμείς».
Οι ναύτες προθυμοποιήθηκαν να μεταφέρουν το σιτάρι στη Θεσσαλονίκη, αλλά ο διάβολος, θέλων να εμποδίσει την καλοσύνη του Αγίου, διήγειρε τρικυμία, ώστε το πλοίο κινδύνευσε δύο φορές να βυθιστεί. Όμως ο Μέγας Δημήτριος, όσες φορές κατελαμβάνοντο υπό της τρικυμίας, παρίστατο μπροστά τους και τους ενθάρρυνε και φαινόταν οφθαλμοφανώς στο πέλαγος και τους εδείκνυε το δρόμο. Έτσι, με τη βοήθεια του Θεού έφθασαν στη Θεσσαλονίκη. Μόλις άκουσαν οι Θεσσαλονικείς ότι ήλθε πλοίο με σιτάρι, εδόξασαν τον Θεό και πήγαν στο λιμάνι, όπου πουλήθηκε το σιτάρι. Όταν ο πλοίαρχος διηγήθηκε το όραμα, οι Θεσσαλονικείς γνώρισαν πως ήταν ο Μέγας Δημήτριος που διαφύλαγε την πόλιν του.
2. Ανάμεσα στα πολλά θαύματα του αγίου Δημητρίου αναφέρεται και το εξής: κάποιος νέος άνδρας ονόματι Ονησιφόρος είχε διοριστεί νεωκόρος στην εκκλησία του αγίου Δημητρίου, στη Θεσσαλονίκη.
Βασικό του καθήκον ήταν να φροντίζει για τα κεριά και τις λαμπάδες. Αυτός όμως άρχισε να κλέβει κεριά, να τα παίρνει στο σπίτι του και υστέρα να τα μεταπωλεί. Του εμφανίστηκε ο ίδιος ο άγιος Δημήτριος και του μίλησε: «Αδελφέ Ονησιφόρε, δεν είναι ευάρεστη σ’ εμένα η ενέργειά σου να κλέβεις τα κεριά. Με αυτή την πράξη βλάπτεις άλλους και κυρίως τον εαυτό σου. Σταμάτησέ την και μετανόησε!».
Ο Ονησιφόρος φοβήθηκε, ντράπηκε και πράγματι, για κάποιο διάστημα, σταμάτησε να κλέβει κεριά. Ύστερα όμως από λίγο ξεχάστηκε και ξανάρχισε να κλέβει. Κάποιο πρωί ήρθε ένας επιφανής άνδρας και έφερε μερικά μεγάλα κεριά στον τάφο του αγίου Δημητρίου, τα άναψε, προσευχήθηκε και μετά έφυγε. Ο Ονησιφόρος πλησίασε στα κεριά και άπλωσε το χέρι του με πρόθεση να τα πάρει· εκείνη ακριβώς τη στιγμή ακούστηκε μια φωνή βροντερή, σαν κεραυνός: «Κάνεις τα ίδια πάλι:». Σαν κεραυνόπληκτος ο Ονησιφόρος σωριάστηκε καταγής κι έμεινε αναίσθητος. Αργότερα ήλθε στην εκκλησία ένας προσκυνητής και τον βρήκε έτσι: τον σήκωσε απ’ το δάπεδο και αφού ξαναβρήκε τις αισθήσεις του σιγά-σιγά, ο νεωκόρος διηγήθηκε όλα όσα του είχαν συμβεί. Οι πάντες έμειναν κατάπληκτοι και δόξασαν τον Θεό!
ΠΗΓΗ: Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, «Ο Πρόλογος της Αχρίδος»
- Οκτώβριος, έκδ. Άθως»
Ἐξαποστειλάρια Ἁγίου. Τοῖς Μαθηταῖς
Μάρτυς Χριστοῦ Δημήτριε, ὡς ποτὲ τοῦ Λυαίου, τὴν ὀφρὺν καὶ τὴν ἔπαρσιν, καὶ τὸ ἵππειον θράσος, καθεῖλες χάριτι θείᾳ, τὸν γενναῖον κρατύνας, ἐν τῷ σταδίῳ Νέστορα, τοῦ Σταυροῦ τῇ δυνάμει, οὕτω κἀμέ, ταῖς εὐχαῖς σου κράτυνον Ἀθλοφόρε΄ κατὰ δαιμόνων πάντοτε, καὶ παθῶν ψυχοφθόρων.
Θεοτοκίον
Τὸν σαρκωθέντα Κύριον, ἐξ ἁγνῶν σου αἱμάτων, Παρθενομῆτορ ἄχραντε, δυσωποῦσα μὴ παύσῃ, ὑπὲρ ἡμῶν τῶν σῶν δούλων, ὅπως εὕρωμεν χάριν, καὶ εὔκαιρον βοήθειαν, ἐν ἡμέρᾳ ἀνάγκης, γένος βροτῶν, ἀπειλῆς σεισμοῦ τε τοῦ βαρυτάτου, κινδύνων τε ἐξαίρουσα, μητρικαῖς σου πρεσβείαις.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς