Η Παναγία Προστάτης και Οδηγήτρια στο έπος του 1940

 Η παρουσία της Παναγίας στο μέτωπο του Αγώνα εναντίον του κατακτητή, για να μείνει η Πατρίδα ελεύθερη, ήταν θαυμαστή και αισθητή στα μάτια των πολεμιστών. Με τις αιθέριες εμφανίσεις της, οδηγούσε τους στρατιώτες, τους εμψύχωνε, τους συντρόφευε και τους παρηγορούσε. Ήταν η Μάνα που τους φρόντιζε, τους προστάτευε, τους έδινε ελπίδα, τους ενέπνεε την αγάπη για τα ιδανικά της Πίστης στο Θεό και της Πατρίδας. Οι στρατιώτες στα γράμματά τους ομολογούσαν με πίστη κι ενθουσιασμό ότι μία θεϊκή δύναμη τους ενίσχυε σε κάθε βήμα. Με συντροφιά την Μεγαλόχαρη οι πολεμιστές της Πίνδου έδιωξαν τον εχθρό από τα εθνικά εδάφη. Έβλεπαν τις νύχτες μία γυναικεία μορφή να προβαδίζει, ψηλόλιγνη, να ελαφροπερπατεί, με την καλύπτρα της αναριγμένη από την κεφαλή στους ώμους κάποιες φορές και όλοι γνώριζαν καλά ότι ήταν η Υπέρμαχος Στρατηγός που θα έφερνε τα Νικητήρια. Έτσι με την βοήθειά της έγραψαν αθάνατες σελίδες ηρωισμού και θυσίας, πάνω στα Βορειοηπειρωτικά βουνά. Αναφέρουμε μία θαυμαστή εμφάνιση της Παναγίας στη Βοιωτία.

 


 

 

 

 

Η Παναγία της Σκριπούς

 

Είναι Σεπτέμβριος του 1943. Οι Ιταλοί συνθηκολογούν. Μία ομάδα από κατοίκους του Ορχομενού Βοιωτίας πλησιάζουν στον σιδηροδρομικό σταθμό της Λειβαδιάς και ζητούν από την εκεί ιταλική φρουρά να παραδώσει τον οπλισμό της. Διαφορετικά, τους απειλούν πως θα δεχθούν επίθεση από τους αντάρτες που βρίσκονται στην περιοχή του Τζαμαλιού (Διονύσου).

 

Οι Ιταλοί αρνούνται να παραδοθούν και ενημερώνουν τους γερμανούς, οι οποίοι αποφασίζουν να κάψουν τον Ορχομενό και να τιμωρήσουν τους κατοίκους.

 

Το βράδυ της 9ης Σεπτεμβρίου μπαίνουν οι γερμανοί στον Ορχομενό και συλλαμβάνουν εξακόσιους ομήρους. Ένα τμήμα μένει στην πόλη, ενώ ένα άλλο με τρία τανκ προχωρεί προς τον Διόνυσο. Λίγο έξω από τον Ορχομενό είναι χτισμένη η πιο αρχαία εκκλησία της Βοιωτίας (874 μ.Χ.), αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου – παλιό μοναστήρι της Σκριπούς.

 

Είναι ακόμη μεσάνυχτα. Η φάλαγγα έχει προσπεράσει πεντακόσια πενήντα μέτρα τον ναό, όταν ξαφνικά το πρώτο τανκ ακινητοποιείται στη μέση του δρόμου. Μπροστά τους οι γερμανοί βλέπουν μία μεγαλόπρεπη γυναίκα με το χέρι υψωμένο σε απαγορευτική στάση. Το δεύτερο τανκ προσπαθεί να προσπεράσει το πρώτο, αλλά πέφτει σ’ ένα χαντάκι, ενώ το τρίτο τανκ ακινητοποιείται σ’ ένα χωράφι, μέσα από το οποίο προσπαθούσε να περάσει.

 


 

 

Ξημέρωσε η 10η Σεπτεμβρίου. Ο γερμανός διοικητής Χόφμαν ζήτησε από τους κατοίκους ένα τρακτέρ για να τραβήξει τα τανκ. Τότε συνέβη κάτι θαυμαστό. Τα βαριά αυτά άρματα μετακινήθηκαν από το τρακτέρ σαν άδεια σπιρτόκουτα!

 

– Θαύμα, θαύμα! φώναξε ο διοικητής και ζήτησε από τους κατοίκους να πάει στην εκκλησία.

 

Εκείνοι τον οδήγησαν πράγματι στον ναό. Ο γερμανός στη θεομητορική εικόνα του τέμπλου αναγνώρισε τη γυναίκα που εμπόδισε τη φάλαγγα να προχωρήσει!

 

Έπεσε αμέσως στα γόνατα και φώναξε με θαυμασμό:

– Αυτή η γυναίκα σας έσωσε! Να την τιμάτε και να τη δοξάζετε.

 

Ο Ορχομενός σώθηκε. Ο Χόφμαν διατάζει να ελευθερωθούν οι εξακόσιοι μελλοθάνατοι και υπόσχεται πως μέχρι το τέλος του πολέμου η πόλη δεν θα πάθει κανένα κακό. Οι κάτοικοι ευχαριστούν και δοξολογούν την προστάτιδα Θεοτόκο για την ανέλπιστη σωτηρία τους.

 

Ο ήλιος γέρνει στη δύση. Τα τανκ φεύγουν με τα πυροβόλα κατεβασμένα, γιατί νικήθηκαν από την υπέρμαχο Στρατηγό του Ορχομενού.

 


 

Από τότε η 10η Σεπτεμβρίου καθιερώθηκε σαν ημέρα πανηγύρεως. Όσο ζούσε ο Χόφμαν, παρευρισκόταν κι αυτός σχεδόν κάθε χρόνο. Αφιέρωσε μάλιστα στην Παναγία ένα μεγάλο καντήλι και χρηματοδότησε την πρώτη απεικόνιση του θαύματος.

 

ΠΗΓΗ: ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ. Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής 2014, σελ. 80.

 


 

 

πολυτκιον. χος πλ. δ’. Θεοτόκε ειπάρθενε.

Θεοτόκε ειπάρθενε, τν γίαν σο Σκέπην, δι’ ς περισκέπεις, τος ες σ λπίζοντας, κραταιν τ θνει σου καταφυγν δωρήσω τι ς πάλαι  κα νν θαυμαστς μς σωσας, ς νοητ νεφέλη, τν σν λαν περιβαλοσα. Δι δυσωπομεν σε, ερήνην τ πολιτεί σου δώρησαι, κα τας ψυχας μν τ μέγα λεος.

 

Κοντάκιον. χος πλ. δ’. Τ περμάχ.

σπερ νεφέλη γλας πισκιάζουσα, τς κκλησίας τ πληρώματα Πανάχραντε, ν τ πόλει πάλαι φθης τ Βασιλίδι. λλ’ ς σκέπη το λαο σου κα πέρμαχος, περισκέπασον μς κ πάσης θλίψεως, τος κραυγάζοντας· Χαρε Σκέπη λόφωτε.

 

 

Κάθισμα β’ χορός. χος γ‘. Θείας πίστεως

Σκέπη πέφηνας, κα σωτηρία, κα ντίληψις, κα προστασία, τν ρθοδόξων λλήνων Πανύμνητε θεν τν Σκέπην τν σν μεγαλύνομεν, κα τν θερμν προστασίαν κηρύττομεν, Κόρη Πάναγνε, σκέπουσα τάς ψυχς μν, κ πάσης πιθέσεως το δράκοντος.

 


 

 Ἐκ τς  ερς Μονς