Στὴ Μονὴ Βατοπαιδίου διαφυλάσσονται τρία ἄνισα τμήματα τῆς Ἁγίας Ζώνης, σὲ τρεῖς ἀργυρόχρυσες θῆκες. Σύμφωνα μὲ ἄλλες πληροφορίες, δύο ἀκόμη τεμάχια τῆς Ἁγίας Ζώνης ὑπάρχουν στὸ ἐξωτερικό. Τὸ ἕνα στὸ Βατικανὸ καὶ τὸ ἄλλο στὴν πόλη Τρέβηρα (Trier) τῆς Γερμανίας.
Οἱ κώδικες τῆς Μονῆς Βατοπαιδίου περιέχουν ἱκανὲς μαρτυρίες περὶ τῆς Ἁγίας Ζώνης (ἱστορικές, ὑμνογραφικές, θεραπεῖες λοιμικῶν νόσων κ.ἄ.), ἐνῶ σὲ ἰδιαίτερο κώδικα εἶναι καταχωρημένα πολλὰ θαύματα ποὺ ἔχει ἐπιτελέσει ἡ θεία Της δύναμη, ἀπὸ τὴν ἡμέρα ποὺ τὴν ἀφιέρωσε ὁ αὐτοκράτορας Ἰωάννης ΣΤ´ ὁ Καντακουζηνός (1347-1355) σὲ ἀσημένια θήκη. Ἡ θήκη, μάλιστα, φέρει στὴν προσωπογραφία του καὶ τὴν ἐπιγραφὴ τῆς δωρεᾶς του πρὸς τὴ Μονή, στὸ Ἱερὸ Βῆμα τοῦ καθολικοῦ τῆς ὁποίας καὶ φυλάσσεται μέχρι σήμερα. Ἀπό τὰ θαύματα ἀναφέρονται ἐνδεικτικά τὰ ἀκόλουθα:
* Τὸ 1864 φοβερὴ χολέρα ἐμάστιζε τοὺς κατοίκους τῆς ΚΠολης. Ζητήθηκε, λοιπόν, νὰ μεταφερθεῖ ἐκεῖ ἡ Τιμία Ζώνη. Ὅταν τὸ πλοῖο ἐπλησίασε στὸ λιμάνι τοῦ Γαλατᾶ, ἡ χολέρα σταμάτησε καὶ ὅσοι εἶχαν προσβληθεῖ διασώθηκαν. Τὸ θαῦμα συγκίνησε ἀκόμη καὶ τὸ σουλτάνο Ἀβδοὺλ Ἀζὶζ (1861-1876) ποὺ ἐζήτησε νὰ τὴν ἀσπασθεῖ στὰ ἀνάκτορὰ του.
* Ὅταν τὸ 1894 ἐπιδημία ἀκρίδας κατέστρεφε τὰ δέντρα καὶ τὰ χωράφια στὴ Μάδυτο τῆς Μ. Ἀσίας, ζητήθηκε ἡ Ἁγία Ζώνη γιὰ νὰ διασωθοῦν. Μόλις τὸ πλοῖο ἔφθασε στὸ λιμάνι, σύννεφα ἀκρίδων ἐσκέπασαν τὸν οὐρανὸ καὶ ἄρχισαν νὰ πέφτουν στὴ θάλασσα, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ δυσχεραίνεται ἡ ἀγκυροβόλησή του. Ἔκπληκτοι οἱ κάτοικοι παρακολούθησαν τὸ θαυμαστὸ γεγονὸς καθὼς ἔβλεπαν νὰ ἀπομακρύνονται οἱ ἀκρίδες ἀπὸ τὰ δέντρα καὶ τὰ χωράφια τους καὶ νὰ ἐλευθερώνεται ἡ περιοχή τους. Ψάλλοντες δὲ τὸ «Κύριε, ἐλέησον», τὴν συνόδευσαν ἀπὸ τὴν παραλία μέχρι τὸν ναό, ὅπου ἐτελέσθη εὐχαριστήρια Δοξολογία.
* Σύμφωνα μὲ θρησκευτικὴ παράδοση στὸ χωριὸ Στενιὲς τῆς Ἄνδρου, οἱ κάτοικοι παρακολουθοῦσαν ἀποβραδὶς τὸ Μηνολόγιο ποὺ ἔχει ἡ «Σύνοψη» καὶ ἂν ξημέρωνε ἑορτὴ μὲ ἀργία, τότε σταματοῦσαν ὅλες τὶς βαριὲς ἐργασίες, ἀπὸ τὸ τέλος τοῦ Ἑσπερινοῦ μέχρι τὸ βράδυ τῆς ἑπομένης ἡμέρας. Τὸ ἔτος, λοιπόν, 1920 καὶ στὶς 31 Αὐγούστου, ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τῆς Τιμίας Ζώνης τῆς Θεοτόκου, μιὰ ὁμάδα ἀπὸ νεαρὲς κοπέλες αὐτοῦ τοῦ χωριοῦ ξεκίνησε νὰ πάη νὰ συνάξη ξύλα καὶ κλαδιά, γιὰ τὶς ἀνάγκες τοῦ σπιτιοῦ, χωρὶς νὰ προσέξουν ἀποβραδίς, ἂν ἡ ἑπομένη ἡμέρα ἦτο ἀργία. Καθὼς περνοῦσαν μέσα στὸ χωριό, μὲ τὰ σχοινιὰ καὶ τὰ πριόνια, μεγαλύτερες στὴν ἡλικία γειτόνισσες τὶς εἶδαν καὶ ἀπόρησαν, πῶς αὐτὴ τὴν ἡμέρα οἱ κοπέλες πηγαίνουν γιὰ μιὰ τέτοια βαριὰ ἐργασία καί, καθὼς ἦταν φυσικό, τὶς παρετήρησαν μὲ τὰ ἑξῆς λόγια·
-Σήμερα ποὺ γιορτάζει ἡ Παναγία μας, ἐσεῖς πηγαίνετε νὰ μαζέψετε ξύλα; Τότε μιὰ ἀπὸ τὴν ὁμάδα, ἀφοῦ σταμάτησε γιὰ λίγο εἶπε·
-Ἄν, ὅπως λέτε, γιορτάζει σήμερα ἡ Παναγία καὶ δὲν ἐπιτρέπεται νὰ πᾶμε γιὰ ξύλα, ἂς μᾶς τὸ ἀντιδείξη, δηλ. ἂς μᾶς στείλη ἕνα σημάδι, καὶ συνέχισε ἀμέριμνη τὸ δρόμο της.
Ὅταν ἔφτασε ἡ ὁμάδα στὴν τοποθεσία Πλάτανος -περιοχὴ ἀνάμεσα σὲ ῥεματιὰ- οἱ κοπέλες ἄρχισαν νὰ κόβουν καὶ δένουν δεμάτια ἀπὸ ξύλα καὶ κλαδιά. Σὲ κάποια στιγμή, ἐκείνη ποὺ εἶχε ζητήσει νὰ στείλη σημάδι ἡ Παναγία, ἐνῶ ἦταν σκυμμένη, ἄκουσε ἔντονο θόρυβο δίπλα της καὶ καθὼς σήκωσε τὸ κεφάλι της νὰ δῆ τί ἀκριβῶς συμβαίνει, βλέπει μέσα στὰ κλαδιὰ τῆς πικροδάφνης μιὰ ὁλόσωμη, ὡραιότατη, μελαχροινὴ γυναίκα νὰ τὴν παρατηρῆ σιωπηλὴ καὶ μὲ σοβαρά, μεγάλα, ὄμορφα καὶ λαμπερὰ μάτια, φέρουσα στὴ μέση της μιὰ φαρδιὰ χρυσοποίκιλτη Ζώνη. Ἔκθαμβη, ἄφησε ἀμέσως ὅλα της τὰ σύνεργα καὶ ἔφυγε μόνη πρὸς τὸ χωριό, ὅπου διηγήθηκε συγκλονισμένη, καθὼς ἦταν, τὸ ὅραμά της. Στὶς ἐπίμονες δὲ ἀπορίες πολλῶν συγχωριανῶν της, ἀπαντοῦσε·
-Παρακαλῶ, ἀφῆστε με, μὴ μ᾿ ἐρωτᾶτε ἄλλο, ἀδυνατῶ ἐντελῶς νὰ σᾶς πῶ περισσότερα ἀπ᾿ ὅσα εἶδαν τὰ μάτια μου...
Τὸ γεγονὸς αὐτὸ διατηρεῖται μέχρι σήμερα στὴ μνήμη πολλῶν ἀπὸ τοὺς κατοίκους τοῦ χωριοῦ αὐτοῦ, ποὺ συνεχίζουν μὲ ἰδιαίτερη εὐλάβεια νὰ τηροῦν τὴν ἀργία τῆς ἑορτῆς τῆς Ἁγίας Ζώνης, κάθε χρόνο στὶς 31 Αὐγούστου. Καὶ στὴν περίπτωση τῆς Σαντορίνης, ἡ παρουσία τῆς Τιμίας Ζώνης ἐπιτέλεσε θαυμαστὰ ἔργα, ὅπως αὐτὰ ἀναφέρονται στὸ «Θηραϊκό» ἔγγραφο.
Ἡ διακεκριμένη τιμὴ ποὺ ἀποδίδει ἡ Ἱ. Μονὴ Βατοπαιδίου στὸ ἱερὸ καὶ θαυματουργικὸ ἄμφιο, ἐκφράζεται καὶ ἀπὸ τὸ μεταβυζαντινὸ παρεκκλήσιο τῆς Αγίας Ζώνηςποὺ ἵδρυσε στὸν περίβολό της, τὸ ἔτος 1794. Σ᾿ αὐτὸ τελεῖται σειρὰ ἱερῶν ἀκολουθιῶν καὶ μάλιστα ἡ ἑορτὴ τῆς Εὑρέσεως κατὰ τὴν 10η Ὀκτωβρίου 1830 στὴ Σαντορίνη καὶ τῆς ἐπανόδου αὐτῆς στὴ Μονή, ὅπου καὶ φυλάσσεται ἐπὶ 642 καὶ πλέον ἀδιάλειπτα χρόνια, ἀπὸ τότε ποὺ τὴν ἀφιέρωσε ὁ αὐτοκράτορας Ἰωάννης ΣΤ´ Καντακουζηνός.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς