Η Αγία Βάσσα έζησε στην Έδεσσα της Μακεδονίας, στα χρόνια του Διοκλητιανού, γύρω στο 280. Παντρεύτηκε έναν ειδωλολάτρη ιερέα, τον Βαλεριανό, από τον οποίο απέκτησε τρεις γιους, τον Θεόγνιο, τον Αγάπιο και τον Πιστό. Η Βάσσα όμως αγάπησε την αλήθεια και την αρετή, διδάχθηκε τη χριστιανική πίστη και μεγάλωσε τα παιδιά της χριστιανικά, από τα πρώτα βήματά τους. Συχνά τα καθοδηγούσε να μην παρασυρθούν και αρνηθούν ποτέ την πίστη τους στον Χριστό. Όταν ο Βαλεριανός (περί το 290 μ.Χ.), προσπάθησε με ποικίλα τεχνάσματα να τους επαναφέρει στην ειδωλολατρία, δεν τα κατάφερε. Διότι και η Βάσσα, αγωνίστηκε να διαφωτίσει τον ειδωλολάτρη άνδρα της. Εξοργισμένος ο Βαλεριανός δεν δίστασε να τους καταγγείλει στον ανθύπατο Βικάριο, ο οποίος αμέσως διέταξε τη σύλληψή τους.
Ο πρωτότοκος γιος Θεόγνιος ομολόγησε με γενναιότητα την πίστη του στον Χριστό και αφού τον κρέμασαν, του έσχισαν τα στήθη και τις πλευρές και αμέσως απέθανε. Οι υπόλοιποι ρίχτηκαν στην φυλακή. Αλλά επειδή δεν κάμφθηκε το φρόνημά τους, μαστίγωσαν τον Αγάπιο, έγδαραν το δέρμα του από το κεφάλι μέχρι το στήθος και κατόπιν έκαψαν το γδαρμένο σώμα. Το μαρτύριο ήταν φρικτό, αλλά ο νεαρός αθλητής φώναξε: «οὐδέν οὕτως ἡδύ, ὡς τό πάσχειν ὑπέρ Χριστοῦ». Και ο τρίτος γιος, ο Πιστός, φάνηκε αντάξιος του ονόματός του, ως γενναίος αθλητής του Χριστού βασανίστηκε και τελικά αποκεφαλίστηκε. Τη μητέρα Βάσσα την φυλάκισαν και μετά από πολλά μαρτύρια και περιπέτειες, ο έπαρχος Κυζίκου την αποκεφάλισε το 304 στον Ελλήσποντο.
Η Εκκλησία τιμά την Αγία Βάσσα και τα παιδιά της στις 21 Αυγούστου.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ὡς καλλίτεκνος μήτηρ τὴ Τριάδι προσήγαγες, Βάσσα Ἀθληφόρε θεόφρον, τοὺς καρποὺς τῆς κοιλίας σου, Θέογνιον Ἀγάπιον Πιστόν, ἀθλήσαντας τῷ λόγῳ σου στερρῶς, μεθ' ὧν θείας ἀπολαύουσα χαρμονῆς, σῷζε τοὺς ἐκβοώντας σοὶ· δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι διὰ σου, πάσιν ἰάματα.
Μεγαλυνάριον.
Βάσις πρὸς ἀγῶνας μαρτυρικούς, Βάσσα ἀνεδείχθης, τῶν υἱῶν σου τῶν εὐκλεῶν· λόγῳ γὰρ καὶ ἔργῳ, αὐτοὺς ἐνδυναμοῦσα, σὺν τούτοις ἐδοξάσθης, στερρῶς ἀθλήσασα.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς