Άγιος Κωνσταντίνος ο Μέγας και Ισαπόστολος

Η προσφορά του στην ανθρωπότητα

 


1. Στις αρχές Φεβρουαρίου του 313 οι δύο νικητές και σύμμαχοι αυτοκράτορες, ο Αύγουστος της Δύσης Κωνσταντίνος και ο Αύγουστος της Ανατολής Λικίνιος, συναντήθηκαν στα Μεδιόλανα (σημερινό Μιλάνο) της Ιταλίας, όπου εξέδωσαν και υπέγραψαν μαζί τις περίφημες Αποφάσεις των Μεδιολάνων, ευρύτερα γνωστές ως Διάταγμα των Μεδιολάνων. Με αυτές καθιερώθηκε η γενική αρχή της ανεξιθρησκίας, με κύριο στόχο την κατοχύρωση και αναγνώριση της θρησκευτικής ελευθερίας για τον Χριστιανισμό. Με την πρόνοια του Διατάγματος αυτού, έμμεσα καταργούνταν η εθνική λατρεία (ειδωλολατρία).

 

2. Ανέτρεψε την πορεία της ιστορίας, με τις θρησκευτικές και αστικές αλλαγές τις οποίες επέφερε. Μία από αυτές ήταν η απελευθέρωση, η δυνατότητα στους δούλους να γίνουν απελεύθεροι. Δεν καταργεί τη δουλεία, αλλάζει το περιεχόμενο της δουλείας. Ο δούλος αναγνωρίζεται ως άνθρωπος, ως πρόσωπο, δεν ήταν πλέον δούλος αλλά συνεργάτης προς τους πρώην κυρίους του.

 

3. Ο ευσεβής βασιλιάς επιδόθηκε σε έργα θεάρεστα. Καταρχήν θέσπισε ευεργετικές νομοθεσίες για ανάκληση των εξορίστων και απελευθέρωση των καταδικασμένων για την πίστη τους στους προηγουμένους διωγμούς, καθώς και για την τιμή των Αγίων Μαρτύρων και την απόδοση των κατασχεθέντων εκκλησιαστικών κτημάτων στους νομίμους κατόχους τους. Ακόμη, με σχετικούς νόμους προήγαγε τους Χριστιανούς στα ποικίλα αξιώματα, έπαυσε τις ειδωλικές θυσίες και επιχορήγησε την ανοικοδόμηση νέων ναών, καθώς και τη διεύρυνση και συντήρηση παλαιοτέρων. Και τέλος προστάζει να μην ενοχλεί πλέον κανείς κανέναν για την πίστη του. Οι ελεημοσύνες και ευεργεσίες του Κωνσταντίνου έρρεαν ως ακένωτος κρουνός προς τους πάντες, προκαλώντας τον σεβασμό και την άμετρη εκτίμηση στο πρόσωπό του.



 

4. Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος παρακολουθούσε με μεγάλη του λύπη τα έκτροπα του Αρείου και των οπαδών του, καθώς και τη μεγάλη σύγχυση, που προκαλούσαν σ' όλες τις τοπικές Εκκλησίες. Επιθυμώντας λοιπόν να επαναφέρει την ομόνοια και ειρήνη στην Εκκλησία του Χριστού, πρόσταξε να συγκεντρωθούν στη μεγαλούπολη Νίκαια της Βιθυνίας επίσκοποι από όλες τις τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες, για να μελετήσουν το όλο ζήτημα. Πράγματι τον Μάϊο του έτους 325 συναθροίστηκαν εκεί 318 θεοφόροι Πατέρες και συγκρότησαν Σύνοδο, η οποία αναγνωρίσθηκε στη συνέχεια ως η Πρώτη Οικουμενική, στην οποία παρακάθισε προσωπικά και ο ίδιος ο φιλόχριστος βασιλέας, και «εκράτηνε την πίστη της Νικαίας». Με το να επιτρέψει να συγκληθεί η Σύνοδος και να αποφασίζει με τη Χάρη του Θεού, ανεδείχθη εκείνος ο οποίος ισχυροποίησε πραγματικά την πίστη των Ορθοδόξων Πατέρων της Εκκλησίας. Ύστερα απ' όλα αυτά ο Μ. Κωνσταντίνος ευχαρίστησε τον Θεό, διότι τον καταξίωσε να καταπολεμήσει και να εξαλείψει, παλαιότερα μεν την ειδωλολατρία, τώρα δε και τις αιρέσεις.

 

5.  Το έργο του Κωνσταντίνου που είχε πρωταρχική σημασία ήταν η ίδρυση μιας νέας πρωτεύουσας του κράτους στις ευρωπαϊκές ακτές του Βοσπόρου, στη θέση του αρχαίου Βυζαντίου, αποικίας των Μεγαρέων του 7ου αι. π.Χ. Μετονόμασε τη νέα πρωτεύουσα Κωνσταντινούπολη, την οποία αφιέρωσε στην Υπεραγία Θεοτόκο (26 Νοεμβρίου του 328) και της οποίας τα εγκαίνια τελέστηκαν πανηγυρικά στις 11 Μαΐου του 330 και τα οικοδομικά έργα συνεχίστηκαν και αργότερα. Η Κωνσταντινούπολη κατέστη σύντομα το πολιτικό, εκκλησιαστικό, οικονομικό και πνευματικό κέντρο της μεγάλης Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Είναι ο πρώτος Ρωμιός αυτοκράτορας στην Ιστορία, δηλαδή ορθόδοξος αυτοκράτορας, με την έννοια ότι είναι αυτός που χτίζει τη Νέα Ρώμη, τη νέα πρωτεύουσα.

 



6. Η εύρεση του Τιμίου Σταυρού ήταν ένα από τα μεγαλόπνοα σχέδια του Μ. Κωνσταντίνου για την εδραίωση του Χριστιανισμού. Η απόφασή του να αποστείλει τη μητέρα του Ελένη στα Ιεροσόλυμα, για την αναζήτηση και εύρεση του Τιμίου Ξύλου του Σταυρού, και, ευρύτερα, για την ανάδειξη των Αγίων Τόπων, όπου έζησε, μαρτύρησε, σταυρώθηκε, τάφηκε και αναστήθηκε ο Χριστός, και τους οποίους οι καταστροφές από τον χρόνο, τους πολέμους, αλλά και η ζηλοφθονία των Εβραίων, είχαν σκεπάσει και αποκρύψει ολότελα. Μετά την εύρεση του Τιμίου Σταυρού, ο Μ. Κωνσταντίνος, χάρηκε ιδιαίτερα και με επιστολή του προς τον Άγιο Μακάριο όρισε να ανεγερθεί στον χώρο του Παναγίου Τάφου ναός λαμπρός και περικαλλής, παρέχοντας ο ίδιος ο αυτοκράτορας τα μέσα προς τούτο. Η Αγία Ελένη, εκτός από την επίβλεψη στην ανέγερση του ναού τούτου, ανήγειρε θαυμάσιο ναό στη Βηθλεέμ (στο άγιο Σπήλαιο της Γεννήσεως του Κυρίου) και άλλον εφάμιλλο της Αναλήψεως στο όρος των Ελαιών. Ακόμη, στις 13 Σεπτεμβρίου του 335, σύμφωνα με εντολή του, τελέστηκαν με λαμπρότητα τα εγκαίνια του πανίερου ναού της Αναστάσεως, που είχε ανεγερθεί, με δική του επιχορήγηση και τις οδηγίες του στον χώρο του Τάφου του Κυρίου στα Ιεροσόλυμα.

 

7.  Ο Μ. Κωνσταντίνος αγαπούσε ιδιαίτερα τη μελέτη της αγίας Γραφής, αλλά και την προσευχή, προσευχόμενος στον αληθινό Θεό κατά μόνας, καθώς και με όλα τα μέλη του βασιλικού οίκου στα ανάκτορα. Γι' αυτό και σε ορισμένα από τα χρυσά νομίσματα που έκοψε αποτυπώνεται, έχοντας το βλέμμα στραμμένο προς τα άνω, σε σχήμα προσευχομένου. Θεσμοθέτησε μάλιστα πρώτος αυτός την Κυριακή, ως την κατεξοχήν ημέρα προσευχής, και την καθιέρωσε με νόμο ως ημέρα αργίας. Επιπρόσθετα δίδασκε τους στρατιώτες του να τιμούν την Κυριακή και να προσεύχονται κατ' αυτήν, όχι μόνο οι πιστοί Χριστιανοί, αλλά και οι εθνικοί. Κάποτε ενώ προσεύχονταν στον Θεό, μετά από μία πρωτόγνωρη θεοσημία κατά το απομεσήμερο, είδε στον ουρανό το τρόπαιο του Σταυρού, που έγραφε «ν τούτ νίκα». Έκτοτε πρόσταξε και χαράχθηκε ο Σταυρός στα όπλα των στρατιωτών του και είχε ως σημαία το σύμβολο του Σταυρού του Χριστού.

 

Μετά το βάπτισμά του  ο Άγιος Κωνσταντίνος δεν ξαναφόρεσε τον αυτοκρατορικό χιτώνα, αλλά παρέμεινε ενδεδυμένος με το λευκό ένδυμα του βαπτίσματος, μέχρι την ημέρα της κοιμήσεώς του το 337 μ.Χ. Ήταν η ημέρα εορτασμού της Πεντηκοστής, όπως γράφει ο ιστορικός Ευσέβιος. Δίκαια η Ιστορία τον ονόμασε Μέγα και η Εκκλησία Ισαπόστολο.

 

 


 

πολυτκιον. χος γ’. Θείας πίστεως.

Πρτος πέφηνας, ν Βασιλεσι, θεον δρασμα, τς εσεβείας, π’ ορανο δεδεγμένος τ χάρισμα· θεν Χριστο τν Σταυρν φανέρωσας, κα τν ρθόδοξον πίστιν φήπλωσας. Κωνσταντνε σαπόστολε, σν Μητρ λέν τ θεόφρονι, πρεσβεύσατε πρ τν ψυχν μν.

 



κ τς ερς Μονς