Η Εκκλησία μας αφιέρωσε την έκτη Κυριακή από το Πάσχα στη μνήμη των 318 Αγίων και Θεοφόρων Πατέρων, οι οποίοι συγκρότησαν την Α' Οικουμενική Σύνοδο που συνήλθε στην Νίκαια της Βιθυνίας το 325 μ.Χ. Η Σύνοδος αυτή καταδίκασε τον Άρειο και τον Αρειανισμό, ο οποίος υποστήριζε ότι ο Χριστός δεν είναι Θεός, αλλά κτίσμα και δημιούργημα αυτού. Στη Σύνοδο διατυπώθηκαν οι πρώτοι όροι του ορθού Χριστιανικού δόγματος και διακηρύχθηκε η πίστη μας στην Αγία και ομοούσιο Τριάδα, το ομοούσιο του Υιού με τον Πατέρα και ότι ο Υιός ενανθρώπησε, γεννηθείς εκ Πνεύματος Αγίου και εκ της Αειπαρθένου Μαρίας. Το αποτέλεσμα της Συνόδου ήταν η σύνταξη των πρώτων επτά άρθρων του Συμβόλου της Πίστεως.
Από τα Αποστολικά χρόνια όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας διακήρυξαν την θεότητα του Ιησού Χριστού. Ο άγιος Πολύκαρπος Σμύρνης επανειλημμένα ονομάζει τον Ιησού Χριστό «Κύριο ημών» (Φιλιπ. 1,1-2,3.10,1)· αυτός είναι «ὁ αἰώνιος ἀρχιερεύς, ὁΥἱός τοῦ Θεοῦ Ἰησοῦς Χριστός».
«Ὀ Χριστός εἶναι τέλειος Θεός καὶ τέλειος ἄνθρωπος» κηρύττει ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας.
Η ενανθρώπηση του Υιού και Λόγου του
Θεού δίνει την ευκαιρία στον άνθρωπο, δια της χαρισματικής υιοθεσίας να ντυθεί
τη θεότητα, αφού κατά Μ. Αθανάσιο «ὁ
Λόγος Σάρξ ἐγένετο, ἵνα τὸν ἄνθρωπον
δεκτικόν θεότητος ποιήση». Και ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος υπερτονίζει:
«Χριστιανισμός ἐστίν
μίμησις Ἁγίας Τριάδος».
Ο άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός στον Γ’ Λόγο του «Πρὸς τοὺς διαβάλλοντας τὰς ἁγίας εἰκόνας», αναφερόμενος στη σχέση του Λόγου με τον Θεό, γράφει: «Ὁ ἴδιος ὁ Θεός πρῶτος γέννησε τὸ μονογενή Υἱό καὶ Λόγο του, εἰκόνα του ζωντανή, φυσική, ὡς ἀπαράλλακτο χαρακτῆρα τῆς ἀϊδιότητός του».
Ας μακαρίσουμε τους αγίους Πατέρες, τους διαδόχους των αποστόλων, τα μυρίπνοα άνθη του παραδείσου, τας μυστικάς του Πνεύματος σάλπιγγας, που μαρτύρησαν για την πίστη τους στον Χριστό και στην αλήθεια του Ευαγγελίου. Και οι χριστιανοί ας μείνουμε πιστοί στον Ιδρυτή και Αρχηγό της Πίστεώς μας Κύριο Ιησού Χριστό και συνειδητά μέλη της Εκκλησίας Του.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Τῶν Ἀποστόλων τὸ κήρυγμα, καὶ τῶν Πατέρων τὰ δόγματα, τῇ Ἐκκλησίᾳ μίαν τὴν πίστιν ἐσφράγισαν· ἣ καὶ χιτῶνα φοροῦσα τῆς ἀληθείας, τὸν ὑφαντὸν ἐκ τῆς ἄνω θεολογίας, ὀρθοτομεῖ καὶ δοξάζει, τῆς εὐσεβείας τὸ μέγα μυστήριον.
Μεγαλυνάριον
Ὡς Υἱὸν καὶ Λόγον σε τοῦ Θεοῦ, Σύνοδος ἡ Πρώτη, ὁμοούσιον τῷ Πατρί, ὀρθῶς σε κηρύττει, τὸν δι’ ἡμᾶς παθόντα, καὶ λύει τοῦ Ἀρείου, Σῶτερ τὸ φρύαγμα.
Ἑκ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς