Η εκκλησιαστική ζωή μετά τον κορωνοϊό. - π. Χριστοφόρου Χρόνη


  Η υπακοή στην κρατική εξουσία
δεν αποκλείει την ευσυνείδητη άρνηση.



Προσωπικές διαπιστώσεις
Πρωτοπρεσβυτέρου Χριστοφόρου Χρόνη, Κληρικού Ι.Μ. Αιτωλίας κ΄ Ακαρνανίας (Δρ. Θεολογίας-Μ.Α. Φιλοσοφίας)


        Όλα δείχνουν ότι η εξέλιξη της πανδημίας έχει φθίνουσα πορεία και ευχή όλων είναι να μπορέσει ο ιός να αντιμετωπιστεί με την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή, η οποία ακόμα δεν έχει ανακαλυφθεί. Τα μέτρα που έλαβε η Ελληνική Πολιτεία αποδείχθηκαν σωτήρια και της αξίζουν συγχαρητήρια, όμως υπήρξε μια υπερβολική αυστηρότητα απέναντι στην εκκλησιαστική κοινότητα, καταστρατηγώντας την αρχή της αναλογικότητας, προσάγοντας εμμέσως την κατηγορία, ότι η Εκκλησία είναι ανίκανη να διαχειρισθεί τα του οίκου της, σε αντίθεση με τους υπευθύνους σουπερ μάρκετ, λαϊκών αγορών, καφετεριών, που κάνουν καλά τη δουλειά τους. Η Εκκλησία σεβάστηκε τα πρωτοφανή μέτρα και δεν απαίτησε προνομιακή αντιμετώπιση. Ζήτησε να ισχύσουν σε αυτή, ότι μέτρα ίσχυσαν για τους υπολοίπους. Η γνώμη της δεν εισακούσθηκε. Μπορούμε να προβούμε σε κάποιες διαπιστώσεις, οι οποίες ασφαλώς έχουν αυστηρό προσωπικό χαρακτήρα και δεν επιχειρούν να επηρεάσουν κανέναν.


        1η διαπίστωση: Η πραγματικότητα είναι χειρότερη και από τη χειρότερη φαντασία. Ουδείς διανοούνταν ότι θα φτάναμε στο σημείο να κλείσουν οι εκκλησίες και να μην μπορεί ο πιστός να προσέλθει στο Ποτήριο της Ζωής. Περιπολικά περιφρουρούσαν ιερούς ναούς, drones επιτηρούσαν την τάξη από ψηλά, επίσκοποι και ιερείς σύρθηκαν στα αστυνομικά τμήματα με την κατηγορία ότι μετέδωσαν τη Θεία Κοινωνία(!!!)-Ναι, δεν είναι ανέκδοτο, πάλι η πραγματικότητα φάνηκε χειρότερη και από τη χειρότερη φαντασία αφού ποτέ μέχρι σήμερα δεν ποινικοποιήθηκε η Θεία Κοινωνία. Άνθρωποι αναχώρησαν από τον κόσμο αυτό χωρίς την παρουσία συγγενών και φίλων ενώ οι προσφιλείς κεκοιμημένοι αδερφοί μας μάταια περίμεναν ένα τρισάγιο, και πολλά άλλα θαυμαστά (ευτυχώς ήταν κλειστά και τα εξωτερικά μεγάφωνα των ναών, τα οποία μεταδίδουν με ωστικά κύματα τον ιό).  Επομένως κάθε φορά που θα φανταζόμαστε ότι θα συμβούν οδυνηρά γεγονότα, να γνωρίζουμε ότι η πραγματικότητα θα μας διαψεύσει, αφού θα συμβούν γεγονότα πιο οδυνηρά από αυτά που έχουμε φανταστεί.

       2η διαπίστωση: Η εξάπλωση του κορωνοϊού απέδειξε την παντοδυναμία της ανθρώπινης αδυναμίας. Επομένως ορθό είναι, ο επιστημονικός λόγος, να εκφράζεται από τους εκπροσώπους του με ταπεινό ύφος, αναλογιζόμενοι ότι η ανθρώπινη διάνοια είναι πεπερασμένη. Δεν είναι ντροπή ούτε παραδοχή ήττας για έναν επιστήμονα, να στρέψει το βλέμμα του στον ουρανό και να επικαλεστεί την επέμβαση του Θεού σε ένα αδιέξοδο. Πόλεμος βιολογικός και ψυχολογικός διεξάγεται και όλοι επιζητούμε την ειρήνη και την απαλλαγή από αυτή την αθλιότητα. Ο διάσημος Γερμανός φιλόσοφος και κοινωνιολόγος Μαξ Χορκχάιμερ (1895-1973), υποστήριζε ότι υπάρχει ο Άλλος (ο Θεός), ο οποίος θα φέρει την ειρήνη και ότι η Θεολογία είναι αυτή που ενισχύει τη νοσταλγική επιθυμία ότι αυτή η αθλιότητα θα λάβει τέλος.[1]   

       3η διαπίστωση: Μέχρι τώρα γνωρίζαμε ότι σε καραντίνα μπαίνουν οι ασθενείς (π.χ. λεπροκομεία Χίου, Σπιναλόγκας, Αιγάλεω-από αυτά αναδείχθηκαν άγιοι όπως ο Άνθιμος της Χίου, ο Νικηφόρος ο λεπρός, ο παπαΕυμένιος Σαριδάκης κ.α.). Τώρα είδαμε ότι και οι υγιείς βρίσκονται σε καθεστώς αποκλεισμού. Μάλλον τα βιβλία της ιατρικής πρέπει να ξαναγραφτούν από την αρχή.




       4η διαπίστωση: Η εύκολη χειραγώγηση της συντριπτικής πλειοψηφίας των πολιτών. Η κρατική εξουσία για να επιτύχει τη χειραγώγηση των πολιτών χρησιμοποιεί κυρίως δύο μέσα: τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και το θεσμό της Επιστήμης. Ο φόβος του κορωνοϊού αποδείχθηκε ασύγκριτα ισχυρότερος από το φόβο του ιδίου του ιού. Το αν ο φόβος αυτός είναι υπερβολικός ή όχι θα το διαπιστώσουμε αρκετά αργότερα. Οι απόψεις των επιστημόνων διίστανται. Μην κρίνουμε τώρα που είμαστε φοβισμένοι. Στα τέλη του 19ου αιώνα στη Βόρειο Αμερική, όσοι ιθαγενείς Ινδιάνοι επέζησαν από τις σφαγές, εκπολιτίστηκαν βίαια, κλεισμένοι σε άνυδρους και μολυσματικούς καταυλισμούς, αντιστοίχους των ναζιστικών στρατοπέδων συγκεντρώσεως. Ο βίαιος εκπολιτισμός ολοκληρώθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα, με την απαγόρευση στους Ινδιάνους να ασκούν τα θρησκευτικά τους δικαιώματα και να μιλούν τη γλώσσα τους. Η κοινή γνώμη θεωρούσε ότι εκπολιτίζονται, αυτοί όμως υφίσταντο γενοκτονία. Στο κοντινό ιστορικό παρελθόν, ο Πόλεμος του Κόλπου, η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, η απελευθέρωση του Ιράκ, αποτελούν παραδείγματα αλλοίωσης της πραγματικότητας και χειραγώγησης του πολίτη.[2]

       Σε πολλά ζητήματα εκτός από την επιστημονική, υπάρχει και η θρησκευτική άποψη. Όσοι δέχονται τη θρησκευτική άποψη δεν μπορεί και δεν πρέπει να θεωρούνται υποδεέστερα όντα, χαμηλού μορφωτικού και πνευματικού επιπέδου. Δεν πρέπει να καταδικάζονται, γιατί αυτή η καταδίκη θυμίζει έντονα την αντίστοιχη καταδίκη των επιστημόνων του Μεσαίωνα από την Καθολική Εκκλησία. Η Επιστήμη σήμερα είναι η νέα Καθολική Εκκλησία αφού έχει αποκτήσει καθεστωτικά χαρακτηριστικά και λειτουργεί ως κυρίαρχη ιδεολογία.[3] Αυτό δεν σημαίνει ότι θα απορρίψουμε την Επιστήμη. Την Επιστήμη θα την συμβουλευόμαστε, όμως εμείς θα κρίνουμε αν θα ακολουθήσουμε τις επιταγές της ή όχι. Ο γνωστός Έλληνας φιλόσοφος Κορνήλιος Καστοριάδης αναφέρει ότι στην αρχαία Αθήνα, αληθινός κριτής ενός σπαθιού δεν θεωρούνταν ο οπλουργός ή ο σιδηρουργός που το σχεδίασε, αλλά ο στρατιώτης που το χρησιμοποιούσε.[4]

        Η Ελληνική κρατική εξουσία χρησιμοποίησε με μεγάλη επιτυχία, τα ΜΜΕ και την Επιστήμη στη χειραγώγηση της κοινής γνώμης.

        5η διαπίστωση: Ιερείς και Αρχιερείς γίναμε δέκτες θετικών σχολίων (επειδή συμβάλαμε στην αποτροπή της εξάπλωσης του ιού), παραπόνων (γιατί δεν ανοίξαμε τους ναούς και δεν κοινωνήσαμε τους πιστούς), δηλώσεων συμπαράστασης και κατανόησης, αλλά και αρνητικών σχολίων και ύβρεων (ότι είμαστε δειλοί, ότι έχουμε ταυτιστεί με την κρατική εξουσία για να μη χάσουμε προνόμια και μισθούς, ότι είμαστε ρασοφόροι δημόσιοι υπάλληλοι, επαγγελματίες, ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο και η Ιερά Σύνοδος παραδόθηκαν αμαχητί, ότι είναι προδότες και άλλα συναφή). Είναι γεγονός ότι πολλοί αγωνιζόμενοι χριστιανοί πικράθηκαν τις ημέρες αυτές. Φανταστείτε πόσο πικράθηκαν οι ιερείς και οι Αρχιερείς, οι οποίοι αναγκάσθηκαν να εκφωνούν Ερήνη πσι και Μετ φόβου Θεο, πίστεως κα γάπης προσέλθετε, σε ναούς που απουσίαζε το πλήρωμα (δεν αναφέρομαι φυσικά στους ελάχιστους που στενοχωρήθηκαν επειδή άδειασαν τα παγκάρια των ναών, άρα και τα ταμεία των Μητροπόλεων, ούτε στους ελάχιστους πάλι που θρήνησαν την εξαφάνιση των «τυχερών» τους).

Η πίκρα, η θλίψη και πόνος των ιερωμένων αποτυπώνεται  στα λόγια του Οικουμενικού Πατριάρχη: «Νά εσθε βέβαιοι, δελφοί καί τέκνα, τι, ν σες ποντε γιά τούς κλειστούς Ναούς, Πατριάρχης σας δυνται καί ποφέρει».[5] Τα ίδια ακριβώς συναισθήματα διαπίστωσα ο ίδιος στο πρόσωπο του σεβαστού ποιμενάρχου μου, Μητροπολίτη Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Κοσμά. Η θλίψη του όμως αυτή δεν είναι κατάθλιψη, αλλά συνοδεύεται από την ακλόνητη πίστη ότι τίποτα δεν μπορεί να μας χωρίσει από τον Κύριο μας Ιησού Χριστό.[6]
        Η υπακοή της Εκκλησίας στην κεντρική πολιτική εξουσία δεν συνεπάγεται απαραίτητα αδυναμία αντίδρασης. Η υπακοή εύκολα μετατρέπεται, όχι σε πολιτική ανυπακοή, αλλά σε ευσυνείδητη άρνηση. Σύμφωνα με τον διάσημο πολιτικό φιλόσοφο Τζον Ρωλς, στον οποίο οφείλουμε τον όρο αυτό, όταν μια μη βίαιη πράξη ανυπακοής έχει θρησκευτικά και ηθικά κίνητρα και όχι πολιτικά, τότε η πράξη αυτή χαρακτηρίζεται ως ευσυνείδητη άρνηση και όχι ως πολιτική ανυπακοή.[7] Θα έρθει η ώρα που η Εκκλησία θα φτάσει στο στάδιο της ευσυνείδητης άρνησης. Υπάρχουν ή θα αναδειχθούν τα κατάλληλα πρόσωπα για το σκοπό αυτό, όταν η κατάσταση φτάσει στο σημείο μηδέν. Μόνο που αυτό πρέπει να γίνει συλλογικά και συντεταγμένα, με υπακοή στην Εκκλησία. Το καλό για να είναι καλό, πρέπει να γίνεται με καλό τρόπο.[8] Αυτονομημένες και αποκομμένες από το σώμα της Εκκλησίας ενέργειες, μόνο πνευματική ζημιά προκαλούν και βλάπτουν τους δήθεν αυτόκλητους σωτήρες, μαζί με τους οπαδούς τους. Η Εκκλησία δεν έχει οπαδούς, έχει πιστούς. Οπαδούς έχουν οι πνευματικά κούφιοι άνθρωποι, που κρύβουν τη γυμνότητα και τα εσωτερικά τους κενά πίσω από αυτούς. Γι’ αυτούς ισχύει ο λόγος του Νίτσε:

«Τι; Θέλεις να πολλαπλασιαστείς; Ψάχνεις για οπαδούς; Ψάξε για μηδενικά».[9]
     
ΠΗΓΗ: http://anastasiosk.blogspot.com/2020/04/blog-post_893.html?m=1



________________________________________

[1] Horkheimer Max, La Theorie critique hier et aujourd’ hui, Paris 1970, σ. 362.
[2] Πολίτης Ν. Γιώργος, Το Δικαίωμα της Πολιτικής Ανυπακοής και η Φιλοσοφία του John Locke, εκδ. Έννοια, Αθήνα 2004, σ. 120.
[3] Ό.π., σ. 123.
[4] Castoriadis Cornelius, Philosophy, Politics, Autonomy, Oxford, 1991, σ.σ. 108-109.
[5] https://www.ec-patr.org/docdisplay.php?lang=gr&id=3059&tla=gr
[6] Ρωμ. 8,35 «τς μς χωρσει π τς γπης το Χριστο; θλψις στενοχωρα διωγμς λιμς γυμντης κνδυνος μχαιρα;».
[7] John Rawls, A Theory of Justice, Oxford University Press 1974, σ.σ. 368-371.
[8] Ρωμ. 12, 21 «μ νικ π το κακο, λλ νκα ν τ γαθ τ κακν».
9 Αποφθέγματα από το έργο του Νίτσε, Μετάφραση Ζήσης Σαρίκας, χ.χ., χ.ε., σ. 7.