Οι Άγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες στη Σεβαστεία Λίμνη

 Οι Άγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες κατάγονταν από διάφορους τόπους ήταν επίλεκτοι στρατιώτες τάγματος του στρατού του αυτοκράτορα Λικινίου (308–324 μ.Χ.) στη Σεβάστεια του Πόντου. Όταν αυτός εξαπέλυσε διωγμό εναντίον των χριστιανών, ζήτησε από τους Τεσσαράκοντα να θυσιάσουν στα είδωλα, αλλά αυτοί αρνήθηκαν. Συνελήφθησαν από τον έπαρχο Αγρικόλα και αφού άκουσαν τους επαίνους, τις αμοιβές και τα αξιώματα που τους έταξε, ένας από τους στρατιώτες ο Κάνδιδος εκ μέρους όλων απάντησε:
 

«Ευχαριστούμε για τους επαίνους της ανδρείας μας. Αλλά ο Χριστός, στον Οποίο πιστεύουμε, μας διδάσκει ότι στον καθένα άρχοντα πρέπει να του προσφέρουμε ό,τι του ανήκει. Και γι' αυτό στο βασιλέα προσφέρουμε τη στρατιωτική υπακοή. Αν, όμως, ενώ ακολουθούμε το Ευαγγέλιο, δεν ζημιώνουμε το κράτος, αλλά μάλλον το ωφελούμε με την υπηρεσία μας, γιατί μας ανακρίνεις για την πίστη που μορφώνει τέτοιους χαρακτήρες και οδηγεί σε τέτοια έργα;» Ο Αγρικόλας κατάλαβε ότι δεν μπορούσε να τους επιβληθεί με ήρεμο τρόπο και διέταξε να τους βασανίσουν. Οπότε, μία παγωμένη χειμωνιάτικη νύχτα, τους ρίχνουν στα κρύα νερά μίας λίμνης. Το μαρτύριο ήταν φρικτό. Τα σώματα άρχισαν να μελανιάζουν. Αλλά αυτοί ενθάρρυναν ο ένας τον άλλο, λέγοντας: «Δριμύς ο χειμών, αλλά γλυκύς ο παράδεισος. Ας υπομείνουμε αυτή τη νύχτα και θα κερδίσουμε ολόκληρη την αιωνιότητα». 

 
Και επειδή δεν πείσθηκαν να αρνηθούν την πίστη τους, τους συνέτριψαν με πέτρες τα σώματά τους και σε καιρό χειμώνος τους καταδίκασαν να στέκονται όλη την νύχτα μέσα στη λίμνη που είχε παγώσει από το κρύο και είχε κρυσταλλώσει. Κάποια στιγμή, ένας στρατιώτης λιποψύχησε και έτρεξε προς το κοντινότερο λουτρό για να ζεσταθεί, τότε ο καπικλάριος Αγλάϊος που τους φρουρούσε, όταν είδε από τον ουρανό να κατεβαίνουν φωτεινοί στέφανοι για τους τριάντα εννέα Μάρτυρες και ένα στεφάνι να περισσεύει, το οποίο ανήκε σε εκείνον που λιποψύχησε, αφού απέβαλε την στολή του, έτρεξε προς τους Αγίους και πίστεψε στον Χριστό. Το πρωί, όσους δεν είχαν πεθάνει ακόμη, αφού οι φύλακες τους οδήγησαν στην ακτή και τους έσπασαν τα πόδια, τους έκαψαν και έριξαν τα ιερά σκηνώματά τους  στην λίμνη. Τα μαρτυρικά λείψανα ευρέθησαν από τους Χριστιανούς σε κάποιο γκρεμό (438 μ.Χ.), όπου είχαν συναχθεί κατά θεία οικονομία και ενταφιάσθηκαν με ευλάβεια. 


  Οι άγιοι Τεσσαράκοντα μαρτύρησαν στη λίμνη της Σεβαστείας, στις 9 Μαρτίου το έτος 320 μ.Χ., και τα ονόματά τους είναι: Αγγίας, Αγλάϊος, Αειθαλάς, Αέτιος, Αθανάσιος, Ακάκιος, Αλέξανδρος, Βιβιανός, Γάϊος, Γοργόνιος, Γοργόνιος, Δομετιανός η Δομέτιος, Δόμνος, Εκδίκιος, Ευνοϊκός, Ευτύχιος, Ηλιάδης η Ηλίας, Ηράκλειος,  Ησύχιος, Θεόδουλος, Θεόφιλος, Ιωάννης η Κάνδιδος, Κλαύδιος, Κύριλλος, Κυρίων, Λεόντιος, Λυσίμαχος, Μελίτων, Νικόλαος, Ξανθίας, Ουαλέριος, Ουάλης, Πρίσκος, Σακερδών  η Σακεδών, Σεβηριανός, Σισίνιος, Σμάραγδος, Φιλοκτήμων, Φλάβιος και Χουδίων.

Στο βιβλίο «Ευεργετινός» αναφέρεται και το εξής γενναίο περιστατικό: ενώ οι Άγιοι Τεσσαράκοντα Μάρτυρες βρίσκονταν στο στάδιο της αθλήσεως, έχοντας παραμείνει όλη τη νύχτα μέσα στην παγωμένη λίμνη και καθώς τους έσερναν στον αιγιαλό, για να τους συντρίψουν τα σκέλη, η μητέρα ενός Μάρτυρος παρέμενε εκεί πάσχουσα με αυτούς. Βλέποντας το παιδί της που ήταν νεώτερο στην ηλικία από όλους, φοβούνταν μήπως λόγω του νεαρού της ηλικίας και της αγάπης προς την ζωή, δειλιάσει και βρεθεί ανάξιο της τιμής και της τάξεως των στρατιωτών του Χριστού. Στεκόταν λοιπόν εκεί και άπλωνε τα χέρια της προς το παιδί της λέγοντας: «Παιδί μου γλυκύτατο, υπόμεινε για λίγο και θα καταστείς τέκνο του Ουράνιου Πατέρα. Μην φοβηθείς τις βασάνους. Ιδού, παρίσταται ως βοηθός σου ο Χριστός. Τίποτε δεν θα είναι από εδώ και πέρα πικρό, τίποτα το επίπονο δεν θα απαντήσεις. Όλα εκείνα παρήλθαν, διότι όλα αυτά τα νίκησες με τη γενναιότητά σου. Χαρά μετά από αυτά, άνεση, ευφροσύνη. Όλα αυτά θα τα γεύεσαι, διότι θα είσαι κοντά στον Χριστό και θα πρεσβεύεις εις Αυτόν και για  μένα που σε γέννησα».
 



Εγκωμιαστικούς λόγους προς τους Μάρτυρας εκφώνησαν οι άγιοι Μ. Βασίλειος και Γρηγόριος Νύσσης. Πρόκειται για θαυμάσιους λόγους όπου διαφαίνεται το ακατάβλητο φρόνημα και η δυνατή ομολογία πίστεως στον Χριστό των Μαρτύρων. Ο άγ. Γρηγόριος Νύσσης γράφει ότι το μαρτύριό τους στην παγωμένη λίμνη είναι πιο οδυνηρό από τη φωτιά γιατί η φωτιά οδηγεί αμέσως στο θάνατο, ενώ η παγωνιά, αν και είναι το ίδιο οδυνηρή, παρατείνει το θάνατο. Ο Μ. Βασίλειος καταγράφει τα μοναδικά λόγια τους: «Δριμύς χειμών, λλά γλυκύς παράδεισος... μικρόν πομείνωμεν, να τούς στεφάνους τς νίκης ναδησώμεθα».

Η αγία Εμμέλεια, μητέρα του Μεγάλου Βασιλείου ανήγειρε τον πρώτο ναό στην Ανατολή προς τιμήν των Αγίων, όπου και ετάφησαν, σε κτήμα τους στον Πόντο.

 



πολυτκιον. χος γ’. Θείας πίστεως.
Θείω Πνεύματι, συγκροτηθέντες, δμος φθητε, τροπαιοφόρος, θλοφόροι Χριστο Τεσσαράκοντα, δι πυρς γρ κα δατος νδοξοι, δοκιμασθέντες λαμπρς δοξάσθητε. λλ' ατήσασθε, Τριάδα τν περούσιον, δωρήσασθαι μν τ μέγα λεος.



κ τς ερς Μονς