
Ένα βράδυ, ο Άγιος είδε στον ύπνο του
ένα θεόσταλτο όνειρο, που τον ενημέρωνε για το επικείμενό Μαρτύριό του, γεγονός
που χαλύβδωσε την πίστη του. Την επομένη ημέρα, ο τελευταίος Αγαρηνός αφέντης
του, πέρασε από το εργαστήριο που εργαζόταν και άρχισε αμέσως να φωνάζει,
συκοφαντώντας τον μικρό Αντώνιο για απόδραση από την οικία του και για απάρνηση
της Ισλαμικής πίστεως, που είχε τάχα ασπασθεί πρόσφατα. Επιστράτευσε μάλιστα
αρκετούς ψευδομάρτυρες, για να στηρίξει τα λεγόμενά του. Όλοι μαζί όρμησαν κατά
πάνω του χτυπώντας τον ανηλεώς και εν συνεχεία τον πήγαν στον δικαστή της
Ρούμελης, δίνοντας τη μαρτυρία, ότι πραγματικά είχε εκτουρκιστεί.
Κατά την εξέταση του δικαστού, ο Άγιος,
με τόλμη δήλωσε: «Εγώ Χριστιανός γεννήθηκα και Χριστιανός είμαι και ποτέ δεν
αρνήθηκα τον Χριστό κι είμαι έτοιμος να δεχτώ μύριους θανάτους γι’ Αυτόν». Ο
κριτής, προσπάθησε να του αλλάξει γνώμη τάζοντας πλούτη και τιμές, αλλά και με
απειλές για φρικτά βασανιστήρια και θάνατο. Ο μάρτυς όμως, ακλόνητος στην
αρχική του απόφαση, του απάντησε: «Μην νομίζεις ότι θα καταφέρεις να με
αποτρέψεις από την πίστη μου στον Χριστό με τα φοβερίσματά σου. Γι' αυτό
βασάνισε, μαστίγωσε και κατατεμάχισε το σώμα μου και επινόησε και κανέναν άλλον
καινούργιο και φοβερότερο θάνατο, επειδή περισσότερο υπάρχει περίπτωση εσύ να
γίνεις Χριστιανός παρά εγώ να αρνηθώ τον Χριστό και να μην ομολογώ Αυτόν, Υιόν
του Θεού και αληθινό Θεό».

Στην ερώτηση του βεζίρη αν αποδέχεται
τον Μωάμεθ ή τον θάνατο, ο Άγιος δήλωσε θαρραλέα ότι δεν πρόκειται να απαρνηθεί
τον Δημιουργό του και ακολούθησε ήρεμα τον δήμιο στο Ακ-Σεράι, για να θανατωθεί.
Εκεί έγειρε το κεφάλι του λέγοντας τρεις φορές: «Κύριε, εις τας χείρας Σου
παρατίθημι το πνεύμα μου». Ο δήμιος τον χτύπησε τρεις φορές με το σπαθί στον
τράχηλο, για να τον πονέσει και να δειλιάσει, αλλά βλέποντας ότι ματαιοπονεί,
αποκεφάλισε τον εικοσάχρονο νεαρό Αντώνιο στις
5 Φεβρουαρίου του έτους 1774 μ.Χ.
Εν συνεχεία οι χριστιανοί της περιοχής εξαγόρασαν το Άγιο λείψανο για εβδομήντα
γρόσια και το ενταφίασαν εν πομπή στην αυλή της Ζωοδόχου Πηγής Κων/πόλεως.
Ο Άγιος Αντώνιος ο Αθηναίος συγκαταλέγεται
στον ένδοξο χορό των αναρίθμητων νεομαρτύρων της Τουρκοκρατίας, οι οποίοι ενώ
ζούσαν στη γη, με τον νου και την καρδιά τους ήταν στραμμένοι στον ουρανό.
Εμπνευστής και βοηθός τους ήταν ο Ζωοδότης Χριστός. Η πίστη και η αγάπη στον
Χριστό και στην Ελλάδα ήταν ο πολύτιμος θησαυρός, για τον οποίο θυσίασαν την
ζωή τους. Οι Νεομάρτυρες αποδείχθηκαν δούλοι αδούλωτοι της λευτεριάς
προάγγελοι.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε
Ὁ Μάρτυς
σου, Κύριε, ἐν τῇ ἀθλήσει αὐτοῦ, τὸ στέφος ἐκομίσατο τῆς ἀφθαρσίας, ἐκ σοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν· ἔχων γὰρ τὴν ἰσχύν σου, τοὺς τυράννους καθεῖλεν, ἔθραυσε καὶ δαιμόνων, τὰ ἀνίσχυρα θράση· Αὐτοῦ ταῖς ἱκεσίαις, Χριστὲ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς