
Οι Αρειανοί αντιλαμβανόμενοι ότι στο
πρόσωπό του η αίρεσή τους θα είχε σπουδαιότατο πολέμιο, τον κατηγόρησαν για
αντικανονική χειροτονία. Τον καθαιρούν ερήμην παρόλο που η σύνοδος των
Επισκόπων δεν ήταν σε κανονική τάξη, καταδιώκεται περιπλανώμενος, αλλά γρήγορα
έληξε η περιπέτειά του και επανήλθε στη Νύσσα, όπου του επιφυλάχθηκε
θριαμβευτική υποδοχή.
Το 379 μ.Χ. ο άγιος Γρηγόριος έλαβε
μέρος στη Σύνοδο της Αντιόχειας, η οποία κατεδίκασε την αίρεση του
Απολλιναρίου, που δίδασκε πως ο Ιησούς Χριστός δεν είναι τέλειος Θεός ούτε
τέλειος άνθρωπος. Ανασκεύασε τις κακόδοξες θεωρίες του Απολλιναρίου, όπως
αργότερα έπραξε και στη Β΄ Οικουμενική Σύνοδο, το 381 μ.Χ. στην
Κωνσταντινούπολη. Ο Θεός τον αξιώνει να
γίνει το κυριότερο όργανό Του στη Σύνοδο αυτή και με «...τη μάχαιρα που δίνει
το Πνεύμα και η οποία είναι ο λόγος του Θεού» (Προς Έφεσίους στ' 17), ο άγιος
Γρηγόριος κατατρόπωσε τους
πνευματομάχους του Μακεδονίου και συμπλήρωσε το Σύμβολο της Πίστεως που
συνέταξε η Σύνοδος, προσθέτοντας τα άρθρα περί του Αγίου Πνεύματος και τα
υπόλοιπα. Στις συζητήσεις εκείνες της Συνόδου, ο Γρηγόριος ο Νύσσης τόσο πολύ
είχε διακριθεί, ώστε ονομάστηκε «Πατήρ Πατέρων και Νυσσαέων Φωστήρ». Ο δε Μέγας
Θεοδόσιος τον ονόμασε στύλο της Ορθοδοξίας και αργότερα συμπεριελήφθη στη
χορεία των Μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας ως «Πατήρ Πατέρων» κατά τον τίτλο που
απέδωσε η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος το 787 μ.Χ.
Ο άγιος απέθανε ειρηνικά το 395 μ.Χ.,
αφού άφησε πολύ αξιόλογα θεολογικά έργα: ερμηνευτικά, δογματικά, κατηχητικά,
λόγους ηθικούς, εορταστικούς, εγκωμιαστικούς, επιταφίους και έναν επιμνημόσυνο
στον αδελφό του Μέγα Βασίλειο. Μεταξύ των σπουδαιοτέρων έργων του, είναι οι
λόγοι «περί Παρθενίας»», «εις τον βίον του Προφήτου Μωϋσέως», που είναι
πραγματεία για τον βίο της αρετής και της τελειότητος, ο βίος της αδελφής του
οσίας Μακρίνας, ο Μ. Κατηχητικός λόγος κ.ά.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θεῖον
γρήγορσιν, ἐνδεδειγμένος,
στόμα σύντονον, τῆς εὐσέβειας, ἀνεδείχθης Ἱεράρχα Γρηγόριε τῆ γὰρ σοφία τῶν θείων δογμάτων σου, τῆς Ἐκκλησίας εὐφραίνεις τὸ πλήρωμα. Πάτερ ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε,
δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος α’. Χορός Ἄγγελικός
Τῆς Ἐκκλησίας ὁ ἔνθεος Ἱεράρχης, καί τῆς σοφίας σεβάσμιος μυστολέκτης, Νύσσης ὁ γρήγορος νοῦς Γρηγόριος, ὁ σὺν Ἀγγέλοις
χορεύων, καί ἐντρυφῶν τῷ θείῳ φωτί, πρεσβεύει ἀπαύστως ὑπέρ πάντων ἡμῶν.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς