
Ο άγιος Κοσμάς ο Μελωδός στον ειρμό της
Θ΄ Ωδής του πεζού Κανόνα, εκπλήσσεται μπροστά στο παράδοξο θέαμα της Γέννησης
του Χριστού, όπως ακριβώς τρεις και πλέον αιώνες πριν ο Άγιος Ιωάννης ο
Χρυσόστομος.
Ὠδή
θ΄. Ὁ Εἱρμός.
«Μυστήριον ξένον, ὁρῶ καὶ παράδοξον! Οὐρανὸν τὸ Σπήλαιον, θρόνον Χερουβικόν, τὴν Παρθένον, τὴν φάτνην χωρίον, ἐν ᾧ ἀνεκλίθη ὁ ἀχώρητος, Χριστὸς ὁ Θεός, ὅν ἀνυμνοῦντες μεγαλύνομεν».
Ερμηνεία: Βλέπω ένα καινοφανές και παράδοξο μυστήριο
βλέπω ότι το γήινο και σκοτεινό σπήλαιο έγινε υψηλός και λαμπρός Ουρανός. Μέσα
σε αυτό καταδέχθηκε να γεννηθεί ο Υιός του Θεού, ο Οποίος κατοικεί στους
ουρανούς, όπου υμνείται από πλήθος Αγγέλων και Αρχαγγέλων. Βλέπω ότι η Παρθένος
Μαρία, η οποία έχει υλικό σώμα, έγινε θρόνος Χερουβικός, διότι Εκείνος που
αναπαύεται στον ένδοξο θρόνο των Χερουβίμ, θρονιάστηκε μέσα στην άχραντη κοιλιά
της Παρθένου και στην αγκαλιά της αναπαύθηκε. Βλέπω ότι η ευτελής και μικρή
φάτνη έγινε τόπος ευρύχωρος, διότι ο Χριστός ως Θεός που είναι αχώρητος ως προς
την θεότητα, ανεκλίθη (πλάγιασε) πάνω στη φάτνη ως προς την ανθρωπότητα. Αυτόν
τον Θεό εμείς ανυμνούντες μεγαλύνουμε.
Την ίδια έκπληξη πρωτίστως εκφράζει και
ο ιερός Χρυσόστομος με την αρχική του φράση: «Μυστήριον ξένον, ὁρῶ καὶ παράδοξον!.. Σήμερον Βηθλεὲμ τὸν οὐρανὸν ἐμιμήσατο·…
Καὶ μὴ ζήτει πῶς· ὅπου γὰρ βούλεται Θεός, νικᾶται φύσεως τάξις. » στον
Λόγο του εις το Γενέθλιον του Χριστού.
Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης
(1749-1809), ο «θεόπνους διδάσκαλος τῆς εὐσεβείας» έχει ερμηνεύσει με
εκτενή θεολογική και φιλολογική ερμηνεία όλους τους ασματικούς Κανόνες των
Δεσποτικών και Θεομητορικών εορτών. Για τους δύο Κανόνες της Χριστού Γεννήσεως
σημειώνει χαρακτηριστικά: «Καθὼς γὰρ οἱ Ἄγγελοι
πρότερον κατ’ αὐτὴν τὴν νύκτα τῆς Γεννήσεως τοῦ Κυρίου, ἐξήγησαν εἰς τοὺς ποιμένας καὶ ἀγροίκους
ἀνθρώπους τὸ παράδοξον τοῦτο Μυστήριον, οὕτω καὶ ἡμεῖς θέλομεν ἐξηγήση εἰς τοὺς Χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι εἶναι ἀγροικότεροι εἰς τὴν κατανόησιν τῶν γλαφυροτέρων ρημάτων καὶ νοημάτων».
Τελικά ο ιερός Χρυσόστομος μας παρακινεί
να χαρούμε: «Δεῦτε οὖν, ἑορτάσωμεν, δεῦτε πανηγυρίσωμεν. Ξένος γὰρ ὁ τῆς ἑορτῆς τρόπος, ἐπειδὴ καὶ παράδοξος ὁ τῆς
Γεννήσεως λόγος… (=Ἐλᾶτε λοιπὸν νὰ εορτάσουμε! Ἐλᾶτε νὰ πανηγυρίσουμε! Εἶναι παράξενος ὁ τρόπος τῆς εορτῆς -ὅσο παράξενος εἶναι κι ὁ λόγος τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ.)
…Τούτῳ οὖν τῷ ἐξ ἀπόρων
πόρον ἐργασαμένῳ Χριστῷ δόξαν ἀναπέμψωμεν σὺν τῷ Πατρὶ καὶ τῷ ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ, καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν. (=Σ᾿ αὐτὸν λοιπόν, τὸ Λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ Υἱὸ τῆς
Παρθένου, ποὺ ἄνοιξε δρόμο μέσα σὲ τόπο ἀδιάβατο, ἂς ἀναπέμψουμε
δοξολογία μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν).
ΠΗΓΗ: Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Εἰς τὸ γενέθλιον τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, Λόγος, PG 56, 385-394.
Ὠδὴ θ’. ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙΑ
Μεγάλυνον ψυχή μου, τὴν τιμιωτέραν, καὶ ἐνδοξοτέραν τῶν ἄνω
στρατευμάτων.
Μυστήριον ξένον, ὁρῶ καὶ παράδοξον! οὐρανὸν τὸ Σπήλαιον, θρόνον Χερουβικόν, τὴν Παρθένον, τὴν φάτνην χωρίον, ἐν ᾧ ἀνεκλίθη ὁ ἀχώρnτος, Χριστὸς ὁ Θεός, ὅν ἀνυμνοῦντες μεγαλύνομεν.

Μεγάλυνον ψυχή μου, τὸν ἐν τῷ Σπηλαίῳ, τεχθέντα Βασιλέα.
Νεηγενὲς Μάγων λεγόντων, παιδίον Ἄναξ, οὗ ἀστὴρ ἐφάνη,
ποῦ ἐστίν, εἰς γὰρ ἐκείνου προσκύνησιν ἥκομεν, μανεὶς ὁ Ἡρῴδης ἐταράττετο, Χριστὸν ἀνελεῖν, ὁ θεομάχος φρυαττόμενος.
Μεγάλυνον ψυχή μου, τῶν ὑπὸ τῶν Μάγων, Θεὸν προσκυνηθέντα. Ἠκρίβωσε
χρόνον Ἡρῴδης ἀστέρος, οὗ ταῖς ἡγεσίαις οἱ Μάγοι ἐν Βηθλεέμ, προσκυνοῦσι Χριστῷ σὺν δώροις΄ ὑφ’ οὗ πρὸς Πατρίδα ὁδηγούμενοι, δεινὸν παιδοκτόνον, ἐγκατέλιπον παιζόμενον.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς