Το Γενέσιο της Υπεραγίας Θεοτόκου (2019)


 Η Γέννηση της Θεοτόκου στην εικονογραφία αποτυπώνεται σύμφωνα με την παράδοση της διδασκαλίας της Εκκλησίας μας. Η ερμηνεία της εικόνας είναι του Χρήστου Γ. Γκότση « Μυστικός Κόσμος τν Βυζαντινν Εκόνων», τ.2, σ. 43-48.
 



«O βυζαντινός αγιογράφος της εικόνος της Γεννήσεως της Θεοτόκου ακολουθεί στην ένταξη των σχετικών σκηνών το απόκρυφο Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου διά να υπογραμμίσει τη θαυματουργική Γέννηση της Θεοτόκου. Ταυτοχρόνως όμως μένει πιστός στη διδασκαλία της Εκκλησίας, όπως την βλέπομε στα τροπάρια της εορτής. Διά τούτο ενώ εικονίζει την Θεοτόκο εντός λίκνου, ως βρέφος εσπαργανωμένο, δέν παραλείπει να επιγράψει υπεράνω της κεφαλής της τα συνήθη συμπιλήματα ΜΡ – ΘΥ (Μήτηρ Θεού).

Σε όλα σχεδόν τα τροπάρια τόσον της εορτής της Γεννήσεως της Θεοτόκου, όσον και της Συλλήψεως της Αγίας Άννης (9 Δεκεμβρίου), τονίζεται ότι η «γεννηθεσα ή συλληφθεσα» παιδίσκη είναι Μητέρα του Θεού.

Στην εικόνα, δεσπόζει η μορφή της Αγίας Άννης, που εικονίζεται μισοκαθισμένη στο κρεββάτι. Με την αριστερά της χείρα, που μόλις προβάλλει από το ολοκόκκινο μαφόριό της, στηρίζει την κεκλιμένη κεφαλή της. Οι ευσεβείς σκέψεις, στις οποίες έχει βυθισθεί, λόγ του παραδόξου θαύματος, διαβάζονται στην έκφραση του προσώπου της.

Στο μέσον της εικόνος εικονίζονται οι υπηρέτριες, αι «παιδίσκαι», που σπεύδουν να δώσουν φαγητό στη λεχώ και να την περιποιηθούν. Η μεσαία ίσως να είναι η Ιουδίθ, την οποία κατ όνομα αναφέρει το Πρωτευαγγέλιο του Ιακώβου. Μία από τις υπηρέτριες μέ ριπίδιο κάμνει αέρα στην Άννα.

  Η σκηνή στο άνω αριστερό μέρος της εικόνος έχει εμπνευσθεί από την συνάντηση του Ιωακείμ και της Άννης μετά την αναγγελία υπό του αγγέλου περί αποκτήσεως τέκνου. Οι δύο ευτυχισμένοι γονείς εναγκαλίζονται και ασπάζονται στην πύλη του σπιτιού των (ή στην Χρυσή πύλη της πόλεως). Η Αγία Άννα λέγει στον άνδρα της, κατά το Πρωτευαγγέλιο: «Νν οδα τι Κύριος Θεός ελόγησέ με σφόδρα…».

Στο δεξιό μέρος της εικόνος εικονίζεται ο Ιωακείμ σε στάση προσευχής. Σε αυτή την ιερή στιγμή τον ευρήκε ο άγγελος, που του μετέφερε την χαρμόσυνη είδηση. Ο Ιωακείμ ευρίσκεται απέναντι από την Θεοτόκο, έχει στραμμένο το βλέμμα του προς αυτήν και συνομιλεί μαζί της.
 
Πλησίον της νεογεννήτου Παναγίας, κάθεται γνέθουσα μία παιδίσκη.

 

Στην όλη εικόνα κυριαρχεί ο τόνος της χαράς. Τα χρώματα των ενδυμάτων και των αρχιτεκτονημάτων είναι ζωηρά, τα πρόσωπα φωτεινά, όπως άλλωστε ταιριάζει στη γέννηση τέκνου, ύστερα από πολλά χρόνια αναμονής».

Παραθέτουμε και ένα απόσπασμα από τον Λόγο του Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού «Ες τό Γενέσιον τς περαγίας Θεοτόκου» σε νεοελληνική απόδοση. «Καλότυχο ζευγάρι, ωακεμ κα ννα, κι ληθιν γνότατο. π᾿ τν καρπ τν σπλάγχνων σας γίνατε γνωστοί, καθς επε Κύριος κάπου: «Θ τος γνωρίσετε καλ π τος καρπος πο θ κάνουν». Μ τ ζωή σας δώσατε χαρ στ Θε κα γίνατε ξιοι τς κόρης πο γεννήσατε. Ζώντας τ ζωή σας μ γνότητα κα γιότητα καρποφορήσατε τ στολίδι τς παρθενίας, παρθένο προτο ν γεννήσει, παρθένο τν ρα πο γεννοσε, κα παρθένο φο γέννησε, τ μοναδικ πο μένει κα σ νο κα σ ψυχ κα σ σμα πάντοτε παρθένος. τσι πρεπε ν γίνει, παρθένος πο βλάστησε πό τ δική σας γνότητα ν γεννήσει σωματικ τ μονάκριβο, μονογέννητο φς, μ τν εδοκία κείνου πο τ γέννησε σώματα. Φς πο δν γεννάει, λλ πάντοτε γεννιέται π φς, πο γέννηση εναι ξεχωριστ προσωπική του διότητα. Σ πόσα θαύματα κα σ πόσες συμφωνίες γινε ργαστήριο ατ Κόρη! φο γεννήθηκε π στείρα, γέννησε μ τρόπο παρθενικ κενον, πο νωσε θεότητα κα νθρωπότητα, πόνο κα πάθεια, τ ζω κα τ θάνατο, γι ν νικηθε τσι σ᾿ λα τ χειρότερο π τ καλύτερο. Κι᾿ λα ατ γι τ δική μου σωτηρία, Δέσποτα. Τόσο πολ μ᾿ γάπησες, στε μ᾿ σωσες χι μ γγέλους, οτε μ κάποιο λλο δημιούργημα, λλ πως κριβς σ διος μ πλασες τν πρώτη φορά, τσι πάλι σ διος ργάσθηκες κα γι τν νάπλασή μου. Γι᾿ ατ χορεύω κα λέω μεγάλα λόγια κα νιώθω μεγάλη χαρά, κα ξαναγυρίζω πάλι πίσω στν πηγ τν θαυμάτων κα πλημμυρισμένος μ τ νάμα τς εθυμίας, ρπάζω τν κιθάρα το γίου Πνεύματος κα θεϊκ μνο τραγουδ στ γέννησή της».

 
πολυτίκιο της εορτής. χος δ’.
γννησς σου Θεοτκε, χαρν μνυσε πσ τ οκουμν· κ σο γρ ντειλεν λιος τς δικαιοσνης, Χριστς Θες μν, κα λσας τν κατραν, δωκε τν ελογαν· κα καταργσας τν θνατον, δωρσατο μν ζων τν αἰώνιον.


 
κ τς ερς Μονς