Η θαυμαστή
αλιεία. Η κλήση των πρώτων μαθητών του Χριστού
Στη σημερινή Ευαγγελική περικοπή, ο
Ιησούς Χριστός περιπατούσε στην ακρογιαλιά της λίμνης Γεννησαρέτ, για να
διδάξει ως θείος Διδάσκαλος τους ανθρώπους. Οι ψαράδες εμπιστεύθηκαν τη βάρκα
τους στο Διδάσκαλο, για να ακούσουν το θείο Λόγο Του, που κατέληξε στο γεγονός
της θαυμαστής αλιείας. Πρόθυμα ο Πέτρος υπάκουσε στην εντολή του Χριστού να
ρίξουν ξανά τα δίχτυα τους μέρα μεσημέρι και έλαβαν το θαυμαστό αποτέλεσμα:
«συνέκλεισαν πλῆθος ἰχθύων πολύ, ὥστε διεῤῥήγνητο τὸ δίκτυον
αὐτῶν.» (Λουκ. 5, 6) Έτσι βεβαιώθηκαν ότι το
θαύμα είναι καρπός πίστεως και όχι λογικών υπολογισμών.

Ο Κύριος κάλεσε τους απλούς και ταπεινούς
ψαράδες για μαθητές και συνεργάτες Του στο έργο της σωτηρίας των ανθρώπων.
Έγιναν οι Απόστολοί Του, οι μελλοντικοί Μαθητές Του και εργάτες του Ευαγγελίου
Του. Είναι μεγάλη χαρά και ανείπωτη τιμή να αξιωθούν οι άνθρωποι να γίνουν
μαθητές του Χριστού, δηλαδή να γίνουν τα μέσα και τα όργανα τουΘεού, για να
σωθούν οι άνθρωποι. Προϋπόθεση για το θείο αυτό έργο είναι η μεγάλη αγάπη και
πίστη προς τον Αναστημένο Χριστό και η αγάπη προς τον συνάνθρωπο κατ’ απομίμηση
της θυσιαστικής και Σταυρικής Αγάπης του Σωτήρος Χριστού.
Αυτή η θαυμαστή αλιεία των ψυχών
διαμέσου των αιώνων συνέβαλε στον ευαγγελισμό των ανθρώπων, έφερε το Φως του
Χριστού στο σκοτάδι του κόσμου, διέλυσε την πλάνη της ειδωλολατρίας, ανόρθωσε
τον ξεπεσμένο άνθρωπο και τον συμφιλίωσε με τον Θεό. Τον οδήγησε στη ζωή της
Εκκλησίας, τον έκανε μέλος του Σώματος του Χριστού να δέχεται συνεχώς την
θαυμαστή και σωστική αλιεία της σωτηρίας του, με την συμμετοχή στα αγιαστικά
Μυστήριά της. Αυτή η αλλαγή και μεταμόρφωση του ανθρώπου αρχίζει από τη συναίσθηση
της αμαρτωλότητας, κατά την ρήση του Αποστόλου Πέτρου: «…ἔξελθε ἀπ᾿ ἐμοῦ, ὅτι ἁμαρτωλὸς εἰμί, Κύριε». Ας ετοιμάσουμε τις ψυχές μας
να δεχθεί το Λόγο του Θεού, να τον αγαπήσεις και να συμμορφώνεται με το θέλημά
Του.
Ὁ Ἀναστάσιμος Κανών τῆς Κυριακῆς. ᾠδὴ ς’. Ὁ Εἱρμὸς
Μαινομένην κλύδωνι, ψυχοφθόρῳ, Δέσποτα Χριστέ, τῶν παθῶν τὴν θάλασσαν κατεύνασον, καὶ ἐκ
φθορᾶς, ἀνάγαγέ με ὡς εὔσπλαγχνος.
Στίχ. Δόξα τῇ ἁγίᾳ Ἀναστάσει σου, Κύριε.
Εἰς φθορὰν κατώλισθεν, ὁ Γενάρχης, Δέσποτα Χριστέ, παρηκόου βρώσεως γευσάμενος, καὶ πρὸς ζωὴν ἀνῆκται διὰ τοῦ πάθους σου.
Στίχ. Δόξα τῇ ἁγίᾳ Ἀναστάσει σου, Κύριε.
Ἡ ζωὴ κατήντησας, πρὸς τὸν ᾍδην, Δέσποτα Χριστέ, καὶ φθορᾷ τῷ φθείραντι γενόμενος, διὰ φθορᾶς ἐπήγασας τὴν Ἀνάστασιν.
Στίχ. Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσον ἡμᾶς. Θεοτοκίον
Ἡ Παρθένος ἔτεκε, καὶ τεκοῦσα, ἔμεινεν ἁγνή, ἐν χερσὶ τὸν φέροντα τὰ σύμπαντα, ὡς ἀληθῶς παρθένος Μήτηρ βαστάσασα.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς