
Είναι
συγκινητικός ο τρόπος, με τον οποίον εκφράζεται ταπεινά για τον εαυτό του και
ικετεύει την Παναγία να τον βοηθήσει να απαλλαγεί από τις αδυναμίες του: «Ικέτης Σοι προσέρχομαι, Θεογεννήτορ, φείσαι
μου και της δουλείας των παθών απάλλαξον και ρύσαι με. Ιάσεων, κόρη, πηγήν ο
Λόγος Σε ανέδειξε διό καθικετεύω Σε τα τραύματά μου ίασαι».
Σ’ Εκείνην κατέφευγε με πίστη στις δύσκολες ώρες,
ζητώντας την ακαταίσχυντη προστασία της από τούς πολλούς εχθρούς και τούς
κινδύνους, που τον απειλούσαν. Και σ’ Εκείνη έβρισκε παρηγοριά και ανακούφιση.
Σε ικετεύω Δέσποινα, Σε, νυν επικαλούμαι,
Σε δυσωπώ Παντάνασσα, Σην χάριν εξαιτούμαι.
Θερμώς επικαλούμαι Σε, Ναέ ηγιασμένε.
Αντιλαβού μου, ρύσαι με, από του πολεμίου,
Και κληρονόμον δείξον με, ζωής της αιωνίου,
Χαίρε Νύμφη Ανύμφευτε!!!
Στην
εισαγωγή του συγγράμματος «Θεοτοκάριον», αναφέρει ο ίδιος ότι οι ύμνοι του
αυτοί είναι έκφραση της ευγνωμοσύνης του προς την Υπεραγία Θεοτόκο. Λέγει
χαρακτηριστικά: «Εποίησα ωδάς τινας και ύμνους προς αίνεσιν και ανύμνησιν της
Παναγίας Μητρός του Κυρίου, της Γοργοεπηκόου και ταχείας εις αντίληψιν,
βοήθειαν και προστασίαν των επικαλουμένων αυτήν, και προς έκφρασιν της Απείρου προς αυτήν
ευγνωμοσύνης μου, δια τας πολλάς προς εμέ Αυτής ευεργεσίας».
Είθε
και σε μας να ανάψει αυτός ο θείος πόθος να υμνούμε την Θεοτόκο, και μαζί με
τον Άγιο Νεκτάριο ας την παρακαλούμε.
«Χάρισαί μοι, Πανάχραντε, την ηθικήν ανδρείαν.
Το θάρρος, την ευστάθειαν, δος μοι την καρτερίαν.
Δος μοι την αυταπάρνησιν, την αφιλαργυρίαν,
Ζήλον μετ’ επιγνώσεως και αμνησικακίαν.
Δος πίστιν ζώσαν, ενεργόν, θερμήν, αγνήν, αγίαν,
Ελπίδα αδιάσειστον, βεβαίαν και οσίαν».
Μεγαλυνάριον τῆς Θεοτόκου, ᾠδὴ θ’
Στίχ. Αἱ γενεαὶ πᾶσαι, μακαρίζομέν σε, τὴν μόνην Θεοτόκον.
Νενίκηνται τῆς φύσεως οἱ ὅροι, ἐν σοὶ Παρθένε ἄχραντε, παρθενεύει γὰρ τόκος, καὶ ζωὴν προμνηστεύεται θάνατος. Ἡ μετὰ τόκον Παρθένος, καὶ μετὰ θάνατον ζῶσα, σῴζοις ἀεί, Θεοτόκε, τὴν κληρονομίαν σου.
Στίχ. Αἱ γενεαὶ πᾶσαι, μακαρίζομέν σε, τὴν μόνην Θεοτόκον.
Ἐξίσταντο Ἀγγέλων αἱ δυνάμεις, ἐν τῇ Σιὼν σκοπούμεναι, τὸν οἰκεῖον Δεσπότην, γυναικείαν ψυχὴν χειριζόμενον, τῇ γὰρ ἀχράντως τεκούσῃ, υἱοπρεπῶς προσεφώνει. Δεῦρο Σεμνή, τῷ Υἱῷ καὶ Θεῷ συνδοξάσθητι.
Στίχ. Αἱ γενεαὶ πᾶσαι, μακαρίζομέν σε, τὴν μόνην Θεοτόκον.
Συνέστειλε χορὸς τῶν Ἀποστόλων, τὸ θεοδόχον Σῶμά σου, μετὰ δέους ὁρῶντες, καὶ φωνῇ λιγυρᾷ προσφθεγγόμενοι΄ Εἰς οὐρανίους θαλάμους, πρὸς τὸν Υἱὸν ἐκφοιτῶσα, σῴζοις ἀεί, Θεοτόκε τὴν κληρονομίαν σου.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς