Αφιέρωμα στην Παναγία μας, την Κεχαριτωμένη Θεοτόκο


 «Τήν πσαν λπίδα μου ες σ νατίθημι Μήτηρ το Θεο
φύλαξόν με πό τν Σκέπην σου»


Η Γλυκύτατη Παναγία μας, η Μητέρα του Θεανθρώπου και δική μας Μητέρα, μετά τον Κύριο κατέχει την πρώτη θέση στη βυζαντινή εικονογραφία και υμνογραφία και κυρίως στην ψυχή όλων των χριστιανών. Ο πρώτος ύμνος που ενσταλάζει στις ψυχές βαθιά πίστη και απέραντη αγάπη είναι ο Ακάθιστος Ύμνος:

Χαρε, δι᾿ ς χαρ κλάμψει· χαρε, δι᾿ ς ρ κλείψει.
Χαρε, το πεσόντος δμ νάκλησις·
χαρε, τν δακρύων τς Εας λύτρωσις.
Χαρε, οράτων χθρν μυντήριον,
χαρε, Παραδείσου θυρν νοικτήριον.

Χαρε, λκς τν θελόντων σωθναι·
χαρε, λιμν τν το βίου πλωτήρων.
Χαρε, Νύμφη νύμφευτε.





Για τον Άγιο Νεκτάριο η Παναγία υπήρξε καταφυγή και δύναμη.

μνος τς Κυρίας Θεοτόκου
Δοξάζω σε Παρθένε, μν σε, Παναγία,
τν χάριν σου κηρύττω, μήτηρ Θεο, Μαρία.
Κυρίως Θεοτόκον, Κόρη, μολογ σε,
ξ λης τς καρδίας θερμς μνολογ σε.

Χαρε, χαρς ταμιεον, Χαρε, ελογημένη, 
χαρε φωτός δοχεον, χαρε δεδοξασμένη.
Σ πόθω προσκυνομεν, Παρθένε Παναγία,  
κα Σ μνολογομεν ψυχ τε και καρδί.

Χαρς μου τν καρδίαν Σή πλήρωσον, Παρθένε,
πως μνολογ Σε, Ναέ γιασμένε.
Θεί Σου συμπαθεί φώτισον τν ψυχήν μου
καταύγασον τς φρένας, γνισον τν ζωήν μου.
  



Ο Κωστής Παλαμάς στην ποίησή του προσφώνησε αρμονικά στους στίχους του την Παναγία με τα ωραία επίθετά της:
«Παντάνασσα, Ελεούσα, Γλυκοφιλούσα, Ακάθιστη, Γιάτρισσα,
Πονολύτρα, Παραμυθία, Περίβλεπτη, Πανάχραντη, Οδηγήτρα,
Αντιφωνήτρια, Μεγαλόχαρη, Τριχερούσα, Βαγγελίστρα,
Γοργοεπήκοη, Αθηναία, Ρωμαία, Φανερωμένη, Χαριτωμένη!».

Κοιτάζοντας τη Μεγαλόχαρη είδε τη στοργική ματιά της να μεταδίδει καρτερία κι ελπίδα στον ανθρώπινο πόνο:
«Η σκέπη και του ανθρώπου εσύ, τ’ αγγέλου εσύ και η δόξα,
με τη χαρά σου χαίρεται, χαριτωμένη η κτίση! 
Μητέρα των ανέλπιδων κι όλου του κόσμου σκέπη, 
κάτω από σε και οι ανέλπιδοι κι όλος ο κόσμος ίσοι!
Μπρος στην εικόνα σου γυρτός ο κόσμος με το στόμα 
τρεμουλιαστό, κρεμάμενο μόνο απ’ τ’ όνομά σου 
κι από τη σκέψη σου, Κυρά, κι από τ’ανάβλεμμά σου, 
μ’ ένα τροπάρι μυστικό, με μια πνιχτή μουρμούρα 
δυό απέραντα μονόλογα: Χαίρε Χαριτωμένη!…»



 

Και ο Αχιλλέας Παράσχος, θα ψιθυρίσει με άπειρη αγάπη
και αφοσίωση για την:

ΜΕΓΑΛΗ ΜΑΝΑ    
Πόσες φορές σε άγιο μικρό ρημοκκλησάκι
απελπισμένος έμπαινα, γλυκειά μου Παναγία, 
μα στην εικόνα σου μπροστά περνούσε το φαρμάκι
και πλημμυρούσε μέσα μου αγνώριστη ευτυχία…

Αχ, τη χρυσή εικόνα Σου, και να τη βλέπω μόνο, 
το δάκρυ μου χαμογελά, σαν βράχος δυναμώνω. 
Ναι, μόνο να σε στοχαστώ, γλυκαίνεται η καρδιά μου, 
μοσχοβολούν τα σπλάχνα μου, τριαντάφυλλο μυρίζω, 
καλωσυνεύω σα μικρό παιδάκι, Παναγιά μου,
και του παιδιού μου το ψωμί εις το φτωχό χαρίζω.

Εκείνος όπου του Θεού τη Μάνα συλλογάται 
στην αγκαλιά της αρετής, στη σκέπη Σου κοιμάται! 
Άλλοι Σε κράζουν «έλεος», «ελπίδα» ο θλιμμένος, 
 «Βασίλισσα της Εκκλησιάς» Σε κράζει η καμπάνα,
«ελεημοσύνη» ο φτωχός, «νερό» ο διψασμένος,  
μα η καρδιά μου Δέσποινα, αυτή Σε κράζει «ΜΑΝΑ».






Ο Άγγελος Σικελιανός θα τονίσει στο υπέροχο ποίημά του
 «Ύμνος στην Παναγιά».    
 «Κι εκεί που κάθομαι ψηλά, γαλήνιος και ωριμάζω
το νόημα φέρνει ο άνεμος θαμπούς κυματισμούς 
καμπάνας μέσα από τα χωριά: λογαριάζω κι απεικάζω  
που κράζει για της Χάρης Της, τους Θείους Χαιρετισμούς.


Με μία ταπεινή και δυνατή κραυγή αγάπης στην Παναγία, ο ποιητής Γεώργιος Βερίτης θα την υμνήσει στο ποίημά του «Ελλήνων ύμνος»: 
«Ω Χαίρε, χαίρε αθάνατη Παρθένα και Μητέρα.  
Μεσ’ στου πολέμου την οργή και μες στην καταιγίδα,
σε σένα υψώνεται η ψυχή κι ο νους μας νύχτα μέρα. 
Ω Θεία του Γένους και γλυκειά παρηγοριά κι ελπίδα     
για την αναπάντεχη χαρά, για την τιμή την τόση! 
για την ουράνια δύναμη, που Εσύ μας έχεις δώσει, 
όσο θα ζη η Ελλάδα μας, Μητέρα τρισμεγάλη,
τη δόξα σου θα ψάλλη!».





Ποια είναι η προσφορά της Παναγίας σε κάθε ψυχή, ο Άγιος
Νεκτάριος απαριθμεί στο ποίημα: Η ΠΑΝΑΓΙΑ ΒΟΗΘΟΣ.

Σύ βοηθός μαρτωλν, παράκλησις πασχόντων,
Σύ ρφανν ντίληψις, νίσχυσις καμνόντων.
Χειμαζομένων ε λιμήν, πτωχν παρηγορία,  
βοηθήτων δύναμις, χηρν παραμυθία.

Σύ εσεβν τό στήριγμα, λπίς πηλπισμένων,  
τν ναθλούντων ρεισμα, χαρά τν τεθλιμμένων. 
Σύ σκέπη καί ντίληψις τν Σοί καταφευγόντων,   
Σύ ε στερέωμα πιστν, ρύστις κινδυνευόντων.

Σήν κραταιάν ντίληψιν παράσχου μοι, Κυρία, 
πί τήν Σήν νίσχυσιν θαρρ, Παναγία. 
Σύ σκέπε, φρουρε, φύλαττε, πό παντός κινδύνου,  
Σύ τν παγίδων ρύσαι με το δυσμενος κείνου.

Σύ μοί γενο βοήθεια, σθένος καί προστασία,   
Σύ μοί, Παρθένε, χραντε, γενού μοί σωτηρία.  
 Σέ δυσωπ μεσίτευσον πρός λύσιν φλημάτων
τ Σ Υἱῶ καί φεσιν πολλν πλημμελημάτων,

Κόρη σεμνή Βασίλισσα, κόσμου σωτηρία.   
Σύ σο μοί παράκλησις, χαρά, παραμυθία, 
να παύστως ν χαρ μν τό νομά Σου, 
καί ψάλλων μεγαλύνω Σέ καί τά θαυμάσια Σου.






Και όλοι οι φιλακόλουθοι τούτη τη στιγμή δέονται στην Παναγιά: 
 «κ παντοίων κινδύνων τούς δούλους σου φύλαττε, ελογημένη
Θεοτόκε, να σε δοξάζωμεν, τήν λπίδα τν ψυχν μν».
«Χαρε Κεχαριτωμένη Μαρία, Κύριος μετά Σο,     
Ελογημένη Σύ ν γυναιξί κα ελογημένος καρπός
τς κοιλίας Σου, τι Σωτρα τεκες τν ψυχν μν!»




Τν ραιτητα τς Παρθενας σου. χος γ’   
Τν ραιτητα τς Παρθενας σου, κα τ πρλαμπρον τ τς γνεας σου, Γαβριλ καταπλαγες, βα σοι Θεοτκε· Ποῖόν σοι γκμιον, προσαγγω πξιον, τ δ νομσω σε; πορ κα ξσταμαι. Δι ς προσετγην βο σοι· Χαρε, Κεχαριτωμνη.



 


κ τς ερς Μονς