«Εννοών ο τάλας»


          Εν μέσω Τριωδίου και ήδη ο τόπος ορέγεται τη χρωματική των ανθέων πανδαισία, τα αηδονοκελαδίσματα, την αναγεννητική της άνοιξης αύρα. Και οι ψυχές ορέγονται τον ερχομό της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, της συνυφασμένης με το ξαναβλάστημα της θείας Χάριτος στις ζητώσες τον Κύριο καρδιές, μιας περιόδου που καταλήγει και κορυφώνεται με το θείο Πάθος και την Ανάσταση. Το ερώτημα που αυτοαποκρύβεται κάθε χρόνο σε τέτοιες περιστάσεις παραμένει. Φρονώ φέτος εντονότερο, λόγω της γιγάντωσης της ηθικοκοινωνικής παρακμής καθώς και της επίτασης του θρυμματισμού των αξιών και της επέλασης των απαξιών. Πώς διαφυλάττεται η ιδιαιτερότητα των ημερών της περιόδου μέσα σε αυτή την περιρρέουσα ατμόσφαιρα; Ή, ισοδύναμα, σε τι να συσταθεί η διαφοροποίηση της φετινής Σαρακοστής, ωστέ να βιωθεί το κατά δύναμιν όσο ζωντανότερα και εντονότερα γίνεται;
 

         Ο τίτλος, μολονότι φαίνεται, εκ πρώτης όψεως, να φρουρεί καλά το μυστικό της απάντησης, εμμέσως την προδίδει. Ας εστιάσουμε!

         Η απλότητα της φράσης αυτής εγκιβωτίζει το πνευματικό της μεγαλείο. Αναμφίβολα, το κέντρο βάρους έγκειται στη μετοχή: «εννοών». Καθ’αυτός ως ρηματικός γραμματικοσυντακτικά τύπος φανερώνει τον τρόπο, στην προκειμένη, τον τρόπο πραγμάτωσης μιας ειλικρινούς προσπάθειας μεταστροφής. Δηλαδή δεν καλείται ο άνθρωπος απλώς να νοήσει, να περιδιαβεί με τη σκέψη του όσα βαραίνουν τη συνείδησή του. Προχωράμε ένα βήμα πέρα από τη νοηματικά λεπτή διαχωριστική γραμμή του «νοώ» από το «εννοώ». Διότι, στη δεύτερη περίπτωση, προϋποτίθεται διείσδυση, νοερά και ψυχική, μπολιασμένη με συναίσθηση του βάρους που έχει έκαστος φορτώσει στους ώμους του. Πρόκειται, ενδότερα, για μια σύσκεψη με τον εαυτό μας, στην οποία, απαλλαγμένοι από τυχόν ελαφρυντικά και δικαιολογητικά, προϊόντα της σύμφυτης αυτοσυγχωρητικής μας διάθεσης, απενδεδυμένοι τον μανδύα κάθε κοσμικής κι έξωθεν επιβεβλημένης ηθικολογίας και κομφορμιστικής ορθοπραξίας, προσερχόμαστε όντως ταπεινοί τη καρδία, «πνεύματα συντετριμμένα», στο ιερό θυσιαστήριο του ψυχοσυνειδησιακού μας γίγνεσθαι. Έχοντας ωριμάσει μέσα μας την αποδοχή των λαθών, δίχως περιστροφές, καθιστάμεθα εκουσίως μάρτυρες του αρνητικού αντίκτυπου επιλογών που τώρα, σε κάθε τέτοια στιγμή, ολοκάθαρα επιβεβαιώνονται λαθεμένες. 



         Όλα τούτα μονάχα εκούσια. Αν γίνουν υπό πίεση εξωτερική, καταστρατηγείται η ίδια η έννοια της «νόησης», καθώς αποδεσμευόμαστε από τον πρωταγονιστικό ρόλο στον οποίο μας προαγάγει η περίσταση. Αν δε εκβιάζεται το αναθεωρητικό αυτό εγχείρημα από την ίδια μας τη συνείδηση, αν, με άλλα λόγια, δεν αισθανόμαστε πεποισμένοι για αυτό, παραβιάζουμε το πρόθεμα του ρήματος, εκείνο το «εν», αποκλείοντας κάθε πιθανή έκβαση μετάνοιας.


         Το «εν» υπέχει, βέβαια, και δεύτερη λειτουργία. Φανερώνει εσωτερικό μετασχηματισμό. Στη διεργασία της ενδοσκόπησης με σταχυολόγηση όλων των «πεπραγμένων δεινών» και κατάληξη τη συνειδητοποίηση, συμμετέχει ενεργά το βίωμα, που προσλαμβάνεται ως εξωτερικό ερέθισμα, στη διαμόρφωση του οποίου έχουν συντελέσει ποικίλοι παράγοντες. Ωστόσο, η διαδικασία συνεχίζεται με την εμφώλευση της ιδέας για αλλαγή τρόπου ζωής, σκέψης και δράσης, ταυτόχρονα με τον καθορισμό ενός πρωτογενούς σχεδίου μετουσίωσης αυτής της εσωτερικευμένης πλέον ροπής προς μεταβολή. Γιατί, αρχικά, ως ροπή και τάση εκφράζεται, ώσπου να παγιωθεί σε μόνιμη κινητήριο δύναμη, οπότε επέρχονται και τα πρώτα απτά αποτελέσματά της. 
  
         Τότε κατακτάται η ουσία του σπουδαιότατου αυτού «εν» και ο άνθρωπος, βιώνοντας τη διαφορά ενός νέου τρόπου ζωής που εθελούσια και συνειδητά συνέζευξε με το πρόσωπό του, διευρύνει το «εννοείν» και το εκλεπτύνει ως προσωπικό του ηθμό και μέτρο αξιολόγησης της ποιότητας που αναζητά στη ζωή του.

         Καταδεικνύεται, ως εκ τούτου, η αξία του εθισμού στο «εννοείν» ως μηχανισμού ποιοτικής αναβάθμισης τόσο της σκέψης, της κρίσης, της αντίληψης και εν γένει της διανοητικής λειτουργίας όσο και του αποτυπώματός τους στο κοινωνικό βίο ως πράξεις και της είσπραξης των συνακόλουθων αυτών ψυχοσυναισθηματικών αντιδράσεων. 

 
         Ολοκληρώνοντας, ο σύγχρονος άνθρωπος κατατρύχεται από σωρεία προβλημάτων, δύσκολα διαχειρίσιμων και, συγχρόνως, πηγών ακόμη περισσότερων δυσκολιών και αρνητικών συναισθημάτων. Δημιουργείται, κατά συνέπεια, ένας φαύλος κύκλος, στον οποίο ο άνθρωπος αυτοαναιρείται, εκμαυλίζεται, υποβιβάζεται και λυγίζει, εξασθενημένος σωματικά, πνευματικά και ψυχικά. Έτσι, διάγει τον βίο του, κατά κοινή ομολογία, ως «τάλας»· «τάλας» όχι τόσο για την κοινωνία, που περιελίσσεται στη δίνη της αποδόμησής της και της αποπροσωποποίησης του ανθρώπου, όχι τόσο για μια κοινωνία που σωρηδόν παράγει «τάλαντες». Παρά «τάλας» ως κατάσταση συντριβής με διάθεση αναγέννησης, προερχόμενης, επευλογημένης και προοικονομημένης από τον Κύριο· από Εκείνον που χαρίζει αφειδώς στους «τάλαντες» ευδαιμονία, περιβάλλοντάς τους με ελλάμψεις της Αγάπης και του Ελέους Του.

 

01 Μαρτίου 2019
Λιάτσος Αλέξανδρος