Κυριακή Τελώνου και Φαρισαίου 2019 (Α’) – Αρχή Τριωδίου


 Ας διανύσουμε την ευλογημένη αυτή περίοδο με άσκηση, νηστεία, προσευχή και με τη μετάνοια του τελώνη:
« Θες, λσθητ μοι τ μαρτωλ».
 

Η πρώτη Κυριακή του Τριωδίου είναι αφιερωμένη στη διδακτική παραβολή του Τελώνου και του Φαρισαίου, την οποία ο Κύριος διηγήθηκε, προκειμένου να διδάξει την αρετή της ταπεινώσεως και να στηλιτεύσει την έπαρση. Οι Πατέρες της Εκκλησίας όρισαν την παραβολή αυτήν του Κυρίου, για να συνειδητοποιήσουν όλοι οι πιστοί ότι η υπερηφάνεια είναι η αγιάτρευτη ρίζα του κακού στον άνθρωπο, η οποία τον κρατά μακριά από την αγιαστική χάρη του Θεού και ότι η ταπείνωση είναι το σωτήριο αντίδοτο της καταστροφικής πορείας, που οδηγεί τον άνθρωπο η εγωπάθεια.

Λέει ο Ιερός Χρυσόστομος: «Το ν' αμαρτάνεις είναι κακό, όταν όμως το ομολογείς, μπορείς να λάβεις βοήθεια. Όταν όμως αμαρτάνεις και δεν το παραδέχεσαι, δεν υπάρχει ελπίδα να βοηθηθείς». Ο Θεός είναι ο Ιατρός των ψυχών κι επισκέπτεται τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος που αξιοποιεί την παρουσία του Μεγάλου Ιατρού κοντά του και του φανερώνει όλους τους πόνους και τις αδυναμίες του, είναι σοφός. Εκείνος που κρύβει τις αμαρτίες του και καυχιέται μπροστά στο Μέγα Ιατρό πώς είναι υγιής, είναι ανόητος.

Η ταπείνωση του Τελώνη επιδοκιμάζεται από τον Θεό. Η αρετή αυτή από τους μεγάλους ασκητές και οσίους ονομάζεται μακαρία ταπείνωση και παθοκτόνος. Ο όσιος Θεόδωρος ο Σαββαΐτης (7ος αιών) στις Νουθεσίες του συμβουλεύει: «Στις ψυχές των ταπεινών αναπαύεται ο Κύριος, ενώ στις καρδιές των υπερηφάνων αναπαύονται τα πάθη της ατιμίας. Διότι τίποτε άλλο δεν τα ενισχύει εναντίον μας, όσο οι υπερήφανοι λογισμοί. Και τίποτε άλλο δεν ξεριζώνει από την ψυχή τα πονηρά βότανα (τα πάθη), όσο η μακαρία ταπείνωση, γι’ αυτό δίκαια λέγεται παθοκτόνος».  Ας μιμηθούμε το παράδειγμα της μακαρίας ταπείνωσης και προσευχής του τελώνη.    



          
Στιχηρ Ιδιμελα το Τριδου.

χος α. Στχ. Ανετε ατν ν κυμβάλοις εήχοις, ανετε ατν ν κυμβάλοις λαλαγμο. Πσα πνο ανεσάτω τν Κύριον.
Μ προσευξώμεθα φαρισαϊκς, δελφοί· γρ ψν αυτν ταπεινωθήσεται· ταπεινωθμεν ναντίον το Θεο, τελωνικς δι νηστείας κράζοντες·  λάσθητι μν Θεός, τος μαρτωλος.

χος γ. Στχ. νάστηθι, Κύριε, Θεός μου, ψωθήτω χείρ σου, μ πιλάθ τν πενήτων σου ες τέλος.
Το Τελώνου κα το Φαρισαίου τ διάφορον, πιγνοσα, ψυχή μου· το μέν, μίσησον τν περήφανον φωνήν, το δέ, ζήλωσον τν εκατάνυκτον εχήν, κα βόησον· Θες λάσθητί μοι τ μαρτωλ, κα λέησόν με.

Στχ. ξομολογήσομαί σοι, Κύριε, ν λ καρδί μου, διηγήσομαι πάντα τ θαυμάσιά σου.
Το Φαρισαίου τν μεγάλαυχον φωνήν, πιστο μισήσαντες· το δ Τελώνου  τν εκατάνυκτον εχν ζηλώσαντες, μ τ ψηλ φρονμεν, λλ αυτος ταπεινοντες, ν κατανύξει κράξωμεν· Θες λάσθητι, τας μαρτίαις μν.





Δοξαστικόν. χος πλ.δ.  διμελον το Τριδου
Τας ξ ργων καυχήσεσι, Φαρισαον δικαιοντα αυτν κατέκρινας Κύριε, κα Τελώνην μετριοπαθήσαντα, κα στεναγμος λασμν ατούμενον, δικαίωσας· ο γρ προσίεσαι, τος μεγαλόφρονας λογισμούς, κα τς συντετριμμένας καρδίας, οκ ξουθενες· δι κα μες σο προσπίπτομεν, ν ταπεινώσει, τ παθόντι δι μς· Παρσχου τν φεσιν κα τ μέγα λεος.




κ τς ερς Μονς