Κυριακή Τελώνου και Φαρισαίου 2019 (Β’) (Λουκ. ιη´ 10-14)


 Ποίημα «Ο Τελώνης»



«στις δέ ψώσει αυτόν ταπεινωθήσεται
κα στις ταπεινώσει αυτόν ψωθήσεται»

Ανέβηκε σκυφτός, σκυφτός και με βαρύ το βήμα
-απ’ το πολύ το κρίμα- και έπεσε γονατιστός
μέσ’ το Ναό, χλωμός, βουβός και κτύπαγε τα στήθια.
…………

Το βλέμμα του δεν γύρισε, στη γη τόχει καρφώσει
-το κρίμα τόχει νοιώσει- δάκρυα επλημμύρισε
και ιλασμό εζήτησε, πικρά ’χει μετανοιώσει.
…………

«Ιλάσθητί μοι ο Θεός» τρεμάμενα ψελλίζει
με λυπημένα χείλη «είμαι πολύ αμαρτωλός...»
Κι ο ουρανός ανοίγει. Κι’ υψώνεται ο ταπεινός.
…………

Κάθε ψυχή όπου ποθεί του ουρανού τα ύψη
κι απ’ το κακό να λυτρωθή, μέχρι τη γη να σκύψει
και με ταπείνωση πολλή να πει: «Ιλάσθητί μοι».

Πηγή: Ποίημα του μακαριστού Μητροπολίτου Καστοριάς Γρηγορίου του Β΄ Μαΐστρου (+1985)

  
Η ταπείνωση του Τελώνη

Ο Τελώνης προσευχόμενος στο Ναό προσέχει τις δικές του ελλείψεις και τις αρετές των άλλων ανθρώπων και δεν εστιάζει καθόλου στις αρετές τις δικές του και στις ελλείψεις των άλλων. Έχει βαθιά συναίσθηση των αμαρτημάτων του κι αυτό αποδεικνύεται από τη στάση του, τη θέση του και τα λόγια του. Η θέση που επιλέγει φαίνεται από τη φράση: «μακρόθεν στώς»· δεν είναι κεντρική, είναι κάπου παράμερα. Η στάση του δεικνύεται από τη φράση: «οκ θελε τούς φθαλμούς ραι»· δεν σήκωνε τα μάτια του να δει κανέναν και έτυπτε το στήθος του, νιώθοντας το βάρος των αμαρτιών του. Και τα λόγια του είναι η έκφραση της βαθιάς μετάνοιάς του: «λάσθητί μοι τ μαρτωλ». Ο Τελώνης δεν έβλεπε την ώρα αυτή καμία δική του αρετή, αλλά ούτε και τις κακίες των άλλων. Είναι βυθισμένος στον δικό του μυστικό κι αμαρτωλό κόσμο, γι αυτό και δεν αγανακτεί στην περιφρόνηση του Φαρισαίου. Ταπεινώνεται περισσότερο, αναγνωρίζει όλα τα σφάλματά του και η ταπεινή στάση προσευχής εξάλειψε τα πονηρά του έργα. Ο Φαρισαίος με τη ακριβοδίκαιη ζωή, αλλά την υπερήφανη προσευχή καταδικάστηκε, ενώ ο Τελώνης με την αυτογνωσία του, την ομολογία και τη συντριβή του δικαιώθηκε.

 
Κοντκιον. χος γ'. Παρθνος σμερον.
Στεναγμος προσοσωμεν, τελωνικος τ Κυρίῳ, κα ατ προσπσωμεν, μαρτωλο ς Δεσπτ· θλει γρ τν σωτηραν πντων νθρπων, φεσιν παρχει πσι μετανοοσι· δι' μς γρ σαρκθη Θες πρχων Πατρ συνναρχος.

Κθισμα. χος δ'. Ταχ προκατλαβε.
Ταπενωσις ψωσε, κατσχυμμνον κακος, Τελνην στυγνσαντα, κα τ, λσθητι, τ Κτστ βοσαντα· παρσις δ καθελεν, π δικαιοσνης, δελαιον Φαρισαον, μεγαλορρημονοντα· ζηλσωμεν δι τ καλ, κακν πεχμενοι.


κ τς ερς Μονς