Όσιος Παύλος ο Θηβαίος (15 Ιανουαρίου)


 Ο Όσιος γεννήθηκε στη Θήβα της Αιγύπτου το 228 μ.Χ. Έχασε τους γονείς του δεκαέξι ετών και έκτοτε αφιερώθηκε στο Χριστό. Κατά τον διωγμό του Δεκίου κατέφυγε στην έρημο, όπου άρχισε να ασκητεύει και ολοκληρωτικά αφοσιώθηκε στο Θεό. Ψάχνοντας βαθιά στην έρημο βρήκε ένα σπήλαιο, με νερό και μία φοινικιά κι έγινε ο πρώτος αναχωρητής ερημίτης, 33 ετών. Και σ’αυτό το σπήλαιο διέπρεψε στους ύμνους, στις νηστείες, στις αγρυπνίες και στις προσευχές. Στην αρχή έτρωγε φοινίκια και το ένδυμά του ήταν ένας χιτώνας από φύλλα φοινικιάς, που τα έπλεξε ο ίδιος. Λίγο αργότερα ένα κοράκι του έφερνε κάθε μέρα μισό ουράνιο άρτο, μέχρι τα 113 του χρόνια, επιβραβεύοντας την ασκητική βιωτή του.

 Εν τω μεταξύ, ο άγιος Αντώνιος 90 ετών, από άλλο σημείο της ερήμου, με θείο φωτισμό έφτασε στα απόμακρα μέρη της ερήμου, όπου ασκήτευε ο όσιος Παύλος, βαδίζοντας τρεις ημέρες. Ήθελε να παραδειγματιστεί ο ίδιος, αλλά και να γνωρίσει έναν άγιο αββά ασκητή. Με οδηγό μία λύκαινα, έφθασε στο σπήλαιο του οσίου Παύλου και με προσευχές και παρακάλια κατόρθωσε να πείσει τον όσιο να του ανοίξει. Οι δύο γέροντες της ερήμου αλληλοασπάσθηκαν, χαιρετώντας ο ένας τον άλλον με το όνομά του. Με πνευματική χαρά ενώ συνομιλούσαν, ένα κοράκι ήλθε σ’ ένα κλαδί κι έριξε στα πόδια τους έναν ολόκληρο άρτο. Ο Παύλος είπε στον επισκέπτη του: «Θαύμασε την καλωσύνη του Θεού. Εδώ και 70 χρόνια ο Θεός μου στέλνει με το κοράκι καθημερινά μισό άρτο για την τροφή μου και σήμερα, με τον ερχομό σου, ο Κύριος διπλασίασε την μερίδα». 



Ο άγιος Αντώνιος θαύμασε την ασκητική του οσίου Παύλου και πέρασαν όλη τη νύχτα προσευχόμενοι. Την άλλη μέρα, ο όσιος Παύλος είπε την αποκάλυψη του Θεού ότι γνώριζε τον τόπο της διαμονής του και για την συνάντησή τους. Ο Κύριος τώρα τον έστειλε σε αυτόν, για να παραδώσει στη γη το γήινο σαρκίο του και τον παρακάλεσε να φέρει από το κελλί του τον μανδύα, που του έδωσε ο άγιος Αθανάσιος, για να ενταφιασθεί με αυτόν. Ο άγιος Αντώνιος τον ικέτευσε να μην τον αφήσει, αλλά να τον πάρει μαζί του. Ωστόσο αν και 90 ετών έτρεξε, φοβούμενος μήπως παραδώσει την ψυχή του, και σε μία ημέρα έφθασε πάλι στο σπήλαιο, όπου τον βρήκε ακίνητο ωσάν να προσευχόταν. Τον σκέπασε με τον μανδύα, βοηθούμενος από δύο λιοντάρια που έσκαψαν τον τάφο και εναπέθεσε με ευλάβεια το σώμα του πρώτου ερημίτη της Θήβας. Ο ίδιος για να μη στερηθεί τη χάρη του αγίου, πήρε μαζί του τον χιτώνα που είχε φτιάξει ο όσιος με τα χέρια του και τον φορούσε στις μεγάλες εορτές του Πάσχα και της Πεντηκοστής.

Στον τόπο που ο Άγιος Παύλος ο Ερημίτης ή Θηβαίος ασκήτευσε, δημιουργήθηκε αργότερα μοναστήρι, το οποίο βρίσκεται ακόμη σε λειτουργία.

Διά πρεσβειών του Οσίου Παύλου του Θηβαίου,
Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον ημάς.


 
Κοντάκιον. χος δ΄. πεφάνης σήμερον
Τν φωστρα παντες τν ν τ ψει, ρετν κλάμψαντα, νευφημήσωμεν πιστοί, Παλον τν θεον κραυγάζοντες· Σ τν σίων Χριστ γαλλίαμα.


πολυτκιον. χος γ’. Θείας πίστεως.
Θείου Πνεύματος, τ πινεύσει, πρτος κησας, ν τ ρήμω, λιου τν ζηλωτν μιμησάμενος κα δι' ρνέου τραφες ς σάγγελος, π' ντωνίου τ κόσμ γνώρισαι. Παλε σιε, Χριστν τν Θεν κέτευε, δωρήσασθαι μν τ μέγα λεος.



κ τς ερς Μονς