Η αγία Αναστασία καταγόταν
από τη Ρώμη κι έζησε τον 3ο μ.Χ. αιώνα, την εποχή του Δεκίου και του
Βαλεριανού. Ήταν όμορφη νέα, προικισμένη με όλα τα αγαθά που θα μπορούσε να
απολαύσει στην επίγεια ζωή της, αλλά προτίμησε την αγάπη του Χριστού και την
ισάγγελη πολιτεία. Όταν πέθαναν οι πλούσιοι γονείς της, διαμοίρασε την
περιουσία της στους φτωχούς και αφιερώθηκε στο Χριστό, αφού αποσύρθηκε σε
μοναστήρι. Αναδείχθηκε
πανένδοξος και καλλιπάρθενος νύμφη του Χριστού, «τῶν Μαρτύρων ἀγλάϊσμα», των «ἀσκουσῶν ἡ καλλονή» και των «παρθένων ἀπάνθισμα καί σεμνολόγημα», όπως υμνείται στην
ακολουθία της.
Το 256 μ.Χ. τη συνέλαβε ο
ηγεμόνας Πρόβος και της ζήτησε να αρνηθεί τον Χριστό και να θυσιάσει στους
εφέστιους θεούς. Η απάντηση της οσίας ήταν σταθερή και ακλόνητη: «Εγώ ξύλινους και πέτρινους θεούς δεν θα
προσκυνήσω ποτέ! Τον Χριστό μου τον θέλω και απ' Αυτόν
καμία δύναμη δε θα μπορέσει να με χωρίσει».
Εξαγριωμένος και ηττημένος
από την απάντηση αυτή ο Πρόβος, εξαπέλυσε πάνω της όλη την αγριότητα των δημίων
του. Τη μαστίγωσαν στο πρόσωπο και την άπλωσαν σε αναμμένα κάρβουνα. Έπειτα,
την κρέμασαν και της έσκισαν το σώμα, ενώ η Αναστασία δεν έπαυε να ευχαριστεί
τον Θεό για τα μαρτύριά της. Μετά απέκοψαν τους μαστούς της, ξερίζωσαν τη
γλώσσα, τα νύχια της και τελικά την αποκεφάλισαν. Έτσι, η αγία Αναστασία
κατέκτησε τον αμαράντινο στέφανο του μαρτυρίου κι έφθασε στην τελεία ένωσή της
με τον Χριστό. Η ένδοξος και πολύαθλος οσιοπαρθενομάρτυς του Χριστού Αναστασία ας
πρεσβεύει και για τη δική μας σωτηρία.
Ἀπολυτίκιον.
Ήχος Δ' - Ταχύ προκατάλαβε
Ἀσκήσει ἐκλάμψασα ὥσπερ παρθένος σεμνή ἀθλήσεως αἵμασι τὴν τῆς ἁγνείας στολὴν ἐνθέως ἐφοίνιξας· ὅθεν, Ἀναστασία, ὡς ὁσία καὶ μάρτυς, χάριτας ἰαμάτων ἀποστράπτεις ἐν κόσμῳ πρεσβεύουσα τῷ Σωτῆρι ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.