ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ ΛΟΥΚΑ Η αληθινή αγάπη συγγενεύει με τον Θεό (Λουκ. ς´ 31-36)




 «…ε γαπτε τος γαπντας μς, ποα μν χρις στ; κα γρ ο μαρτωλο τος γαπντας ατος γαπσιν. Κα ἐὰν γαθοποιτε τος γαθοποιοντας μς, ποα μν χρις στ; ..γαπτε τος χθρος μν» (=Αν αγαπάτε εκείνους που σας αγαπούν ποια χάρη σας ανήκει; Αφού και οι αμαρτωλοί αγαπούν αυτούς που τους αγαπούν. Κι αν κάνετε το καλό σε εκείνους που σας ευεργετούν, ποια χάρη σας αξίζει; ..Να αγαπάτε τους εχθρούς σας…)

  Στο σημερινό Ευαγγέλιο απο-καλύπτεται η αληθινή αγάπη. Η αγάπη αυτή δεν έχει σχέση με την εγωϊστική, συμφεροντολογική και ανταποδοτική (εμπορική) αγάπη του κόσμου. Η καθαρή αγάπη συγγενεύει με τον ίδιο τον Θεό. Το πνεύμα της αγάπης του Θεού έχει τη φιλανθρωπία των ανθρώπων, την οποία έδειξε πρώτος ο Θεός στην απόλυτη μορφή.Αν η φιλανθρωπία του ανθρώπου μοιάζει λίγο με τα έργα του Θεού, τότε συγγενεύει με τον Θεό.


  Γι’αυτό, ο Κύριος στους ανθρώπους που θέλουν να Τον ακολουθήσουν ζητά την ύψιστη μορφή της αγάπης: «νὰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθρούς σας, νὰ τοὺς εὐεργετεῖτε καὶ νὰ τοὺς δανείζετε, χωρὶς νὰ περιμένετε ἀνταπόδοση». Αυτή είναι η καινή εντολή του Κυρίου, ο τρόπος ζωής του Θεού, αφού ο Θεός είναι αγάπη. Και είναι ευλογημένοι και μακάριοι οι άνθρωποι που ασκούνται σε αυτήν την έμπρακτη αγάπη, διότι γίνονται μιμητές του Χριστού «υἱοὶ τοῦ Ὑψίστου» και θα έχουν μεγάλο μισθό από τον Θεό για την φιλανθρωπία τους. Ο κόσμος έγινε από αγάπη γι’αυτό και οι άνθρωποι είναι καλύτερα να ζουν και να ασκούνται στη γλυκιά ατμόσφαιρα τη αγάπης και της φιλανθρωπίας του Θεού.

Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος συνιστά αυτό το πνεύμα της αγάπης και συγχωρητικότητας: «προσεύχεσθε γιὰ ὅσους προσπαθοῦν νὰ σᾶς κάνουν κακό. Αὐτό μᾶς ὁδηγεῖ ἔτσι στὴν κορυφὴ τῆς πνευματικότητας. Ὅπως ἀνώτερος ἀπὸ τὸν πρᾶο εἶναι αὐτὸς ποὺ δέχεται ραπίσματα, κι ἀπὸ τὸν ἐλεητικὸ αὐτὸς ποὺ δίνει τὸ ἱμάτιο μαζὶ μὲ τὸ ὑποκάμισό του, κι ἀπὸ τὸ δίκαιο, ὅποιος ὑποφέρει νὰ τὸν ἀδικοῦν, κι ἀπὸ τὸν εἰρηνοποιὸ ὅποιος ὑποχωρεῖ, ὅταν τὸν ραπίζουν καὶ ἀκολουθεῖ, ὅταν τὸν ἀγγαρεύουν, ἔτσι εἶναι ἀνώτερος ἀπὸ αὐτὸν ποὺ καταδιώκεται, αὐτὸς που ἐνῶ τὸν καταδιώκουν εὐλογεῖ. Βλέπεις πῶς λίγο-λίγο μᾶς ἀνεβάζει στοὺς ἴδιους θόλους του Οὐρανοῦ; 

 Ποιὰ εἶναι λοιπὸν ἡ ἀξία μας, ἐμᾶς ποὺ ἐνῶ ἔχομε ἐντολὴ νὰ γίνωμε ὅμοιοι μὲ τὸ Θεὸ δὲν πλησιάζομε οὔτε τοὺς τελώνες; Ἡ ἀγάπη πρὸς ὅσους μᾶς ἀγαποῦν ἀποδίδεται στοὺς τελῶνες καὶ στοὺς ἁμαρτωλοὺς καὶ στοὺς ἐθνικούς. Ὅταν μήτε αὐτὸ δὲν τὸ πραγματοποιοῦμε (καὶ δὲν τὸ κάνωμε οὔτε αὐτό, γιατὶ ζηλεύομε τὴν εὐτυχία τῶν ἀδελφῶν μας)  ποιά τιμωρία δὲ θὰ μᾶς ἀξίζη; Πέστε μου λοιπὸν πῶς θὰ δοῦμε βασιλεία;»



 Δξα Πατρί… ΕΩΘΙΝΟΝ Ζ’. χος βαρς
δο σκοτα κα πρω, κα τί πρς τ μνημεον Μαρα στηκας, πολ σκτος χουσα τας φρεσν; φ’ ο πο τθειται ζητες ησος. λλ’ ρα τος συντρχοντας Μαθητς, πς τος θονοις κα τ σουδαρίῳ, τν νστασιν τεκμραντο, κα νεμνσθησαν τς περ τοτου Γραφς. Μεθ’ ν, κα δι’ ν κα μες, πιστεσαντες, νυμνομν σε τν ζωοδτην Χριστν.

κ τς ερς Μονς