Χριστιανοί! Μὴ λησμονεῖτε ποτὲ τὰ χρέη σας!
(από την Διδαχή Ζ΄)

Ἄχ, Θεέ
μου, ἀξίωσέ με
νὰ σὲ ἀπολαύσω.
Αὐτὸ εἶναι τὸ χρέος
μας, ἀδελφοί
μου. Καὶ δὲν μᾶς ἔδωκεν ὁ Θεὸς τὰ ὀμμάτιά
μας νὰ
βλέπωμεν οἱ γυναῖκες ἄνδρας καὶ οἱ ἄνδρες
γυναίκας ἢ καὶ νὰ
βλέπωμεν τοῦ ἀδελφοῦ μας τὸ πράγμα
νὰ τὸ
κλέπτωμεν καὶ νὰ
φονεύωμεν τοὺς ἀδελφούς
μας, ἢ νὰ
παίζωμεν τὰ χαρτιά, τὰ
παιγνίδια τοῦ διαβόλου, καὶ νὰ ζοῦμε μὲ αἵματα καὶ ἀδικίες τῶν ἀδελφῶν μας.
Μᾶς ἐχάρισεν ὁ Θεὸς τὰ ποδάρια
μας. Ἔχομεν
χρέος νὰ
πηγαίνωμεν εἰς τὴν ἐκκλησίαν,
νὰ
στεκώμεθα μὲ εὐλάβειαν
καὶ νὰ περιπατῶμεν εἰς τὸν καλὸν
δρόμον. Καὶ δὲν μᾶς ἔδωκεν ὁ Θεὸς τὰ ποδάρια
μας νὰ περιπατῶμεν εἰς τὰ βουνὰ ὡσὰν τοὺς
σκύλους, ὡσὰν τὰ θηρία,
νὰ
πέρνωμεν τὸ σεγγούνι τους, νὰ τοὺς
ψένωμεν καὶ νὰ
παίρνωμεν τὰ πράγματά τους.
Μᾶς ἐχάρισεν ὁ Θεὸς πλοῦτον. Ἔχομεν
χρέος νὰ
τρώγωμεν καὶ νὰ πίνωμεν
τὸ ἀρκετόν
μας, τὰ
ρουχαλάκια μας τὰ ἀρκετά,
καὶ τὰ ἐπίλοιπα
νὰ τὰ ἐξοδιάζωμεν
εἰς τοὺς πτωχοὺς διὰ τὴν ψυχήν
μας. Καὶ δὲν μᾶς ἔδωκεν ὁ Θεὸς τὸν πλοῦτον διὰ νὰ
πολυτρώγωμεν καὶ νὰ κάμωμεν
πολύτιμα φορέματα καὶ παλάτια ὑψηλά, νὰ
χορεύουν τὰ ποντίκια αὔριον, καὶ οἱ πτωχοὶ νὰ ἀποθάνουν
ἀπὸ τὴν πεῖναν. Αὐτὸ εἶναι τὸ χρέος
μας, ἀδελφοί
μου· ἔτσι τὸ ἠξεύρετε.
Ἀπὸ τὴν
σήμερον καὶ ὕστερα ἔτσι νὰ
κάμνετε, ἂν θέλετε νὰ σωθῆτε.
Θέλεις νὰ
καταλάβης, ἀδελφέ μου, τὸ χρέος ὁποὺ ἔχεις εἰς τὸν Θεόν; Ἐσύ, ἀδελφέ
μου, ἔχεις
μίαν γυναίκα. Εἶσαι εὐχαριστημένος
νὰ τὴν φιλήση
ἄλλος σὲ ἕνα μήνα;
Ὄχι. Σὲ ἕνα
χρόνο; Ὄχι. Σὲ δέκα
χρόνους; Ὄχι. Σὲ πενήντα
χρόνους; Ὄχι. Σὲ ἑκατὸ
χρόνους; Ὄχι. Νὰ πορνεύσῃ ἄλλος μὲ τὴν γυναῖκα σου δὲν τὸ εὐχαριστεῖσαι, νὰ ἐγγίζη τὸ δάκτυλό
του ἄλλος ἐπάνου
της μήτε αὐτὸ δὲν
θέλεις. Τόσην μερίδα σὲ θέλει ὁ Θεὸς νὰ μὴ ἔχης καὶ σὺ μὲ τὸν
διάβολον, ὅσην μερίδα δὲν θέλεις
καὶ ἐσὺ νὰ ἔχη ἄλλος μὲ τὴν γυναῖκα σου.
Δὲν μᾶς ἔκαμεν ὁ Θεὸς διὰ τὸν
διάβολον καὶ διὰ τὴν
κόλασιν, ἀλλὰ διὰ τοῦ λόγου
του καὶ διὰ τὸν
παράδεισον. Αὐτὸ εἶναι τὸ χρέος
μας χριστιανοί μου.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς