Όσιος Ιωάννης ο Καλυβίτης



«ρνησίκοσμος πας λιπν γς καλύβα,
ν ορανος πηξε καινν καλύβα»
Συναξάριο

Νέος με ουράνια κλήση, αγάπησε με θείο Έρωτα τον Χριστό, τον Αιώνιο Κατακτητή των ψυχών και Του αφιέρωσε τη ζωή του. Πρωτοφανής η άσκησή του, φωτεινό παράδειγμα όλων, ιδιαίτερα των μοναχών. Εμπνευστής του συγχρόνου Αγίου Πορφυρίου. 

Γεννήθηκε στην Κων/πολη γύρω στα 460 μ.Χ. από γονείς ευσεβείς και εύπορους. Ο πατέρας του Ευτρόπιος ήταν συγκλητικός και με τη μητέρα του Θεοδώρα απέκτησαν τρία παιδιά. Ο μικρότερος υιός, ο Ιωάννης δεν δέχθηκε τα κοσμικά αξιώματα, όπως τα αδέλφια του, αλλά χάραξε τη δική του πορεία προσηλωμένος στο λόγο του Θεού και στις ακολουθίες της Εκκλησίας. Ζήτησε μόνο από τους γονείς του ως δώρο ένα ευαγγέλιο, να εντρυφά στις σελίδες του και να προσεύχεται. Η Αγία Γραφή αναζωογονεί την αγία ψυχή και υποδεικνύει Εκείνον που είναι « δός, λήθεια κα Ζωή»

Η θεία κλήση του τον οδήγησε στη Μονή των Ακοιμήτων, όπου εκάρη μοναχός και ασκήθηκε με ιερό ζήλο ξεπερνώντας και τους γεροντότερους μοναχούς.  Με τη συγκατάθεση του ηγουμένου της Μονής, αποφάσισε να ολοκληρώσει τη σκληρή του άσκηση επιστρέφοντας στους γονείς του ως άγνωστος μοναχός, με την παράκληση να του κατασκευάσουν μία καλύβα στον κήπο τους. Επί τρία χρόνια στήριζε τους γονείς του κατά Θεόν με νηστεία, προσευχή, υπομονή και άσκηση, μέχρι που ο Χριστός του μήνυσε την ημέρα της κοίμησής του, οπότε αποκάλυψε την ταυτότητά του στους γονείς του και εκοιμήθη. Η μνήμη του εορτάζεται στις 15 Ιανουαρίου.

Λείψανα του Αγίου φυλάσσονται στο ναό στο Βαθύ Αυλίδας, όπου έχουν μεταφερθεί από την Πάρμα της Ιταλίας το Μάϊο του 2001.


πολυτκιον. χος δ’. Ταχύ προκατάλαβε
κ βρέφους τόν Κύριον, πιποθήσας θερμς, τόν κόσμον κατέλιπες, καί τά ν κόσμ τερπνά, καί σκησας ριστα· πηξας τήν καλύβην, πρό πυλν σν γονέων· θραυσας τν δαιμόνων, τάς νέδρας παμμάκαρ· διό σε ωάννη Χριστός, ξίως δόξασεν.


Κοντκιον. χος β’. Τά νω ζητν.
Ποθήσας σοφέ, πτωχείαν Χριστομίμητον, γονέων τν σν, τόν πλοτον γκατέλιπες, καί τό Εαγγέλιον ν χερσί σου κρατν κολούθησας, Χριστ τ Θε ωάννη , πρεσβεύων παύστως πέρ πάντων μν.


κ τς ερς Μονς